Δευτέρα 8 Ιανουαρίου 2018

Aγίες που γιορτάζουν τον Ιανουάριο.(ανανεώνεται)



site analysis


counter
Οσία Δομνίκη (08/1)


Λιποῦσα τὴν γῆν οὐρανόφρων Δομνίκα,
Εἰς οὐρανοὺς ἀνῆλθεν, ὥσπερ ἠγάπα.
Δομνίκαν ὀγδοάτῃ πότμου λάβε νὺξ ἐρεβεννή.
Βιογραφία
Η Οσία Δομνίκη γεννήθηκε στην Καρθαγένη της Αφρικής. Το 384, όταν έφτασε σε νεαρή ηλικία, για προσωπικούς λόγους έρχεται στην Κωνσταντινούπολη μαζί με άλλες σαράντα συνομήλικες της. Τότε αυτοκράτορας ήταν ο Μέγας Θεοδόσιος και Πατριάρχης ο Νεκτάριος. Μόλις γνωρίζει τη Δομνίκη ο Πατριάρχης, διακρίνει τις αγνές της προθέσεις και αμέσως τη βαπτίζει και μετά την κάνει μοναχή. Στη χριστιανική μοναχική ζωή διακρίνεται νωρίς η Αγία για την πίστη της, το ζήλο, την αφοσίωση της στη φιλανθρωπία και, προπάντων, για την αγνότητα της ψυχής της, αποδεικνύοντας και αυτή με τη ζωή της τα λόγια του Κυρίου μας στους μαθητές Του και, κατ' επέκταση, σε όσους Τον ακολουθούν: «Σεις τώρα είσθε καθαροί. Και σας έχει καθαρίσει ο λόγος της αληθείας, πού σας έχω πει και διδάξει» (Ιωάννου ιε 3). Η ηθική καθαρότητα της Αγίας Δομνίκης, συνδυασμένη με την αξιοθαύμαστη ταπεινοφροσύνη της, είχε τέτοια απήχηση στη συνείδηση της Εκκλησίας μας, ώστε να την κατατάξει στο χορό των Αγίων της.

Ἀπολυτίκιον
Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.
Αγάπη τή κρείττονι, καταυγασθείσα τον νουν, ασκήσει εξέλαμψας, ώσπερ λαμπάς φαεινή, Δομνίκα πανεύφημε όθεν Μοναζουοών σε, όδηγόν φωτοφόρον, έδειξεν ο Δεσπότης, δια βίου και λόγου. Ω πρέσβευε θεοφόρε, σώζεσθαι άπαντας.
Αγίες Παρθενομάρτυρες Νεολλίνα, Δομνίνα και Παρθένα η Εδεσσαία (07/1)
Βιογραφία
Τη μετά τα Θεοφάνεια πρώτη Κυριακή, μνήμην επιτελούμεν εν τη περιοχή της Ιεράς Μητροπόλεως Εδέσσης και Πέλλης, των αγίων Παρθενομαρτύρων Νεολλίνας, Δομνίνας και Παρθένας της Εδεσσαίας.

Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον βίο των Αγίων Παρθενομαρτύρων Νεολλίνας και Δομνίνας παρά μόνο για τον βίο της Αγίας Παρθένας της Εδεσσαίας.

Η Αγία Παρθένα καταγόταν από την Έδεσσα της Μακεδονίας και γεννήθηκε περί τον 14ο αιώνα μ.Χ. Κατά το παρθενικό της όνομα είχε και το βίο της, ζώντας με άσκηση και σεμνότητα.

Κατά το έτος 1375 μ.Χ. η Έδεσσα πολιορκήθηκε από τους Τούρκους και οι κάτοικοι αντέταξαν δυνατή άμυνα, ενισχυόμενοι και ενθαρρυνόμενοι από τον Ιερομόναχο Σεραφείμ, εφημέριο του Μητροπολιτικού ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Ο εχθρός ήταν άριστα οργανωμένος και πολυάριθμος, αλλά απέκανε και ως φαίνεται, ετοιμαζόταν να λύσει την πολιορκία.

Αλλά κατά την τελευταία στιγμή, ένας από τους προκρίτους της πόλεως, ονομαζόμενος Πέτρος (η παράδοση τον ονομάζει Κελλ Πέτρο, δηλαδή Κασιδιάρη Πέτρο), ο οποίος ήταν πατέρας της Αγίας Παρθένας, πληρώθηκε με μεγάλο χρηματικό ποσό από τον πολιορκητή Πασά των Τούρκων και πρόδωσε την πόλη. Οι Τούρκοι εισέβαλαν στην Έδεσσα, στις 26 Δεκεμβρίου 1375 μ.Χ., από το νοτιοανατολικό μέρος, όπου αυτός φρουρούσε, και όπου ήταν μία από τις κυριότερες επάλξεις της πόλεως. Αμέσως επιδόθηκαν στη σφαγή και τον εξανδραποδισμό των κατοίκων, τις διαρπαγές και τις ατιμώσεις. Συνέλαβαν τον Ιερομόναχο Σεραφείμ και μετά από σκληρά βασανιστήρια τον έπνιξαν στο μέγα καταρράκτη, που έχει το όνομα «ιτσερί Πασά», δηλαδή «νερά του Πασά».

Ο προδότης Πέτρος, μετά τη φρικώδη πράξη του και την άλωση της πόλεως, αρνήθηκε το όνομα του Χριστού και έγινε Μουσουλμάνος. Δεν αρκούσε όμως αυτό. Παρέδωσε στον Πασά, ως παλλακίδα, τη θυγατέρα του Παρθένα, αφού προηγουμένως προσπαθούσε να την πείσει να απαρνηθεί τον Χριστό. Η Αγία Παρθένα μόλις άκουσε τα λόγια του πατέρα της, ως άλλη Αγία Βαρβάρα, έφριξε και έλεγξε με πνευματική ανδρεία τον άθλιο πατέρα της και ομολόγησε ότι ποτέ δεν θα αρνηθεί το γλυκύτατο όνομα του ουράνιου Νυμφίου αυτής, Ιησού Χριστού. Εκείνος, αντί να συντριβεί και να μετανοήσει, οργίσθηκε και έγινε σαν θηρίο. Άρχισε να κτυπά την Αγία μέχρι αίματος και αναισθησίας. Στην συνέχει την γύμνωσε και την παρέδωσε στα χέρια των Τούρκων. Οι στρατιώτες την βασάνιζαν επί τρεις ημέρες. Στο τέλος, την οδήγησαν ολόγυμνη σε ένα λόφο, όπου την έθαψαν ζωντανή. Ο λόφος αυτός ονομάζεται μέχρι σήμερα «λόφος της Παρθένου».

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον βλάστημα, Ἐδέσσης ὤφθης, καὶ ἰσότιμος, κλεινῶν Μαρτύρων, Ἀθληφόρε Παρθένα φερώνυμε· τοῦ γὰρ πατρὸς τὴν κακίαν ἐλέγξασα, ὑπὲρ Χριστοῦ θεοφρόνως ἐνήθλησας· ὅθεν πρέβευε, δοθῆναι τοῖς σὲ γεραίρουσι, πταισμάτων ἱλασμὸν καὶ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἑορτάζει σήμερον, τῶν Ἐδεσσαίων ἡ πόλις, τὴν ἁγίαν μνήμην σου, Παρθενομάρτυς Παρθένα· χαίρει γάρ, πιστῶς σε θρέψασα ἐν Κυρίῳ, μέλπουσα, τοῦ μαρτυρίου σου τοὺς ἀγῶνας, οὓς διήνυσας ἀνδρείως, ὑπὲρ τῆς δόξης Χριστοῦ πανεύφημε.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις Ἐδεσσαίων ἡ καλλονή, Παρθένα θεόφρον, νύμφη ἄφθορε τοῦ Χριστοῦ· χαίροις Ὀρθοδόξων, Ἑλλήνων θυμηδία, σεμνὴ Παρθενομάρτυς ἀξιοθαύμαστε.

Άγιος Ανδρέας, οι δυο θυγατέρες του, και οι νεομάρτυρες γυναίκες Λυδία, Δομνίκη και Μαρία
Ημερομηνία εορτής: 

Η Αγία Συγκλητική (05/1)

Η Αγία Συγκλητική γεννήθηκε περί το 270 μ.Χ στη Μακεδονία. Οι γονείς της, ήταν πλούσιοι και ευσεβείς Χριστιανοί. Προτίμησαν την Αλεξάνδρεια να εγκατασταθούν μόνιμα, γιατί εκεί είχαν ακούσει, ότι υπήρχαν περισσότεροι Χριστιανοί. Εκείνη την περίοδο Αρχιεπίσκοπος Αλεξάνδρειας, ήταν ο Μέγας Αθανάσιος (βλέπε 18 Ιανουαρίου), για τον οποίο είχαν ακούσει πολύ καλά λόγια. Έτσι, μόλις ξενιτεύτηκαν και εγκαταστάθηκαν, η πρώτη τους δουλειά ήταν, να τον γνωρίσουν. Αυτή τους η γνωριμία τους βοήθησε να γνωρίσουν καλύτερα τις Χριστιανικές Αλήθειες, αλλά και η κόρη τους Συγκλητική, να διδαχθεί σωστά το δρόμο της αρετής.

Κατάφεραν να τη μορφώσουν όσο καλύτερα μπορούσαν, δίδοντάς της συγχρόνως και Χριστιανική ανατροφή. Από νωρίς άρχισαν να φαίνονται τα πλούσια ψυχικά της χαρίσματα, που την έκαμαν να ξεχωρίζει από τους συμμαθητές της. Όμως, και η σπάνια σωματική της ομορφιά, ήταν για τους νέους της εποχής, μια διαρκή πρόκληση. Τα προξενιά, έφθαναν στους γονείς της το ένα μετά το άλλο και πολλοί ήταν οι νέοι, που τη ζητούσαν σε γάμο. Την ίδια άποψη είχαν και οι γονείς της, που τη θεωρούσαν έτοιμη για γάμο και άρχισαν διακριτικά να την πιέζουν. Μάλιστα δε, για να την πείσουν, χρησιμοποιούσαν το επιχείρημα, ότι θέλουν απογόνους στην οικογένειά τους.

Η κατά πάντα, όμως, άψογη Συγκλητική, δε συμφωνούσε καθόλου με την άποψη των γονιών της. Την ενδιέφερε ο Ουράνιος Νυμφίος Χριστός και Αυτόν, ήθελε να υπηρετήσει. Έτσι, τα δάκρυα των γονιών και των συγγενών, δεν τη συγκινούσαν ιδιαίτερα. Ζούσε ασκητική ζωή, με συνεχή προσευχή , αλλά και νηστεία. Μάλιστα δε, για τη νηστεία έλεγε, ότι είναι το μοναδικό γιατρικό, για το σώμα και τη ψυχή. Τη θεωρούσε δε μια, από τις μεγαλύτερες αρετές.

Όταν δε, μετά από λίγο διάστημα πέθαναν οι γονείς της, χάρισε την περιουσία της στους πτωχούς και τα ορφανά της Αλεξάνδρειας και έφυγε από την πόλη. Εγκαταστάθηκε σε έρημη τοποθεσία ιδρύοντας Μοναστήρι, που εφάρμοζε τους δικούς της ασκητικούς κανόνες. Πλήθος δε γυναικών την ακολούθησαν, που επέλεξαν να μονάσουν μαζί της. Ήταν για όλες παράδειγμα και υπόδειγμα Μοναχής και τις ευχαριστούσε να συνομιλούν μαζί της και να ασκούνται στην υπακοή και την ταπείνωση. Φρόντιζε πάντα, να μη βλέπει κανείς την προσωπική της ζωή και τα έργα της, γιατί δεν ήθελε καμιά ανθρώπινη διαφήμιση. Ο στόχος της ήταν, όχι μόνο πώς θα κάνει το καλό, αλλά πώς, θα το κρύψει από τους άλλους. Ήταν, έτσι, γεμάτη από πίστη και έλαμπε από χαρά και ταπείνωση. Όσο δε περνούσε ο χρόνος, άρχισαν να ανθίζουν οι αρετές της και οι ευωδίες τους έφθαναν, σε όλους τους ανθρώπους.

Ήταν δε, πάντα πρόθυμη να συμβουλέψει, αλλά και να διδάξει τις μοναχές, όταν εκείνες της το ζήταγαν. Έτσι, όταν, κάποια στιγμή τη ρώτησαν πώς πρέπει να πολεμούμε το διάβολο, εκείνη τους έδωσε την εξής απάντηση: «Πρέπει να γνωρίζουμε, ότι όσο ανεβαίνουμε τα πνευματικά σκαλοπάτια, τόσο ο διάβολος προσπαθεί να μας πολεμήσει με τις παγίδες του. Γι’ αυτό πρέπει να είμαστε πάντοτε άγρυπνες στους λογισμούς, που συχνά μας πολεμούν. Ο εχθρός μας, προκειμένου να γκρεμίσει τον οίκο της ψυχής μας, ή από τα θεμέλια τον γκρεμίζει, ή από τη σκεπή. Δένει πρώτα το νοικοκύρη και μετά κυριεύει, όλα τα πράγματα του οίκου. Το θεμέλιο της ψυχικής μας οικίας είναι τα καλά έργα. Η σκεπή είναι η πίστη μας και τα παράθυρα είναι οι αισθήσεις μας. Αυτά χρησιμοποιεί, προκειμένου να μας πολεμήσει ο εχθρός μας. Γι’ αυτό, όποιος στέκει να προσέχει να μην πέσει. Γιατί αυτός που έπεσε, έχει μόνο μια φροντίδα, πώς να σηκωθεί. Ενώ, αυτός που στέκει πρέπει να φυλάγεται συνέχεια, για να μην πέσει. Κανείς από μας δεν πρέπει να κατηγορεί τον πεσμένο, αλλά να φοβάται για τον εαυτό του, μήπως γλιστρήσει και πέσει στο βάθος του γκρεμού. Όμως, για εκείνο που στέκει, υπάρχει διπλός ο φόβος, αλλά και ο κίνδυνος. Όταν τον πολεμά ο εχθρός του, να μην ολιγοψυχήσει και επανέλθει στα παλιά του πάθη, αλλά και να προσέχει, να μην εξαπατηθεί από την υπερηφάνειά του. Ο εχθρός μας, αφού μεταχειριστεί όλα του τα όπλα, αφήνει τελευταίο την υπερηφάνεια. Είναι το μεγαλύτερο καταστρεπτικό δηλητήριο, με το οποίο, ποτίζει την ψυχή μας. Την κάνει να φαντάζεται, ότι γνωρίζει εκείνα, που δε ξέρουν οι άλλοι και να πιστεύει, ότι ξεπερνά τους άλλους στις νηστείες και ότι έχει περισσότερες αρετές. Το χειρότερο δε, την κάνει να ξεχνά, τις δικές της αμαρτίες. Η αιτία της υπερηφάνειας είναι η παρακοή και το γιατρικό της, είναι η υπακοή....».

Γι’ αυτή της τη διδασκαλία, αλλά και τη συμπεριφορά γενικότερα, τη φθόνησε θανάσιμα ο διάβολος, που προσπαθούσε να βρει τους δικούς του διαβολικούς τρόπους, να την εξοντώσει. Έβλεπε, ότι η Οσία Συγκλητική είχε χωθεί για τα καλά στα δικά του χωράφια, αφαιρώντας του καθημερινά τμήματα, από την ανθρώπινη περιουσία του. Έπρεπε να βρει γρήγορα τρόπους, να την βγάλει από τη μέση, χτυπώντας την στο σώμα κατάλληλα. Της έδωσε τέτοιο πόνο στα εντόσθια της, που δε μπορούσε κανείς να τη βοηθήσει. Στη συνέχεια της πλήγωσε τον πνεύμονα και θα μπορούσε εάν ήθελε, να τη θανατώσει. Όμως αυτό ήθελε να το πετύχει με αργούς ρυθμούς, προκειμένου να την τυραννήσει περισσότερο.

Οι πόνοι για την Οσία ήταν ανυπόφοροι και ο πυρετός της κρατούσε συνέχεια συντροφιά. Έτσι, καθημερινά υπόφερε και έλιωνε σαν κερί. Την αρρώστια της την αντιμετώπιζε μεγαλόψυχα και δεν κατάπεσε, αλλά ούτε και λιποψύχησε. Όμως, είχε το κουράγιο και τη δύναμη να συμβουλεύει τις μοναχές, που έδειχναν να τα έχουν χαμένα. Μάλιστα δε τους έλεγε: «ότι δεν πρέπει ποτέ να είναι αμέριμνες οι ψυχές, που είναι αφιερωμένες στο Θεό, γιατί βοηθούν τον εχθρό, να ακονίζει τα δόντια του. Δεν υπάρχει κακός άνθρωπος τους έλεγε, που να μην έχει μέσα του μια σπίθα από καλοσύνη. Όπως, δεν υπάρχει και καλός, που να μην έχει μέσα του κάποια κακία. Πάντοτε συμβαίνει να βρίσκεται μέρος του καλού στους κακούς ανθρώπους, όπως υπάρχει και μέρος κακού στους καλούς ανθρώπους».

Είχε, έτσι, το κουράγιο και τη δύναμη να συμβουλεύει τις μοναχές, οι οποίες την άκουγαν με ανοιχτό το στόμα. Όμως, κάποιος ενοχλούνταν και ήθελε να της το κλείσει, αφαιρώντας της έτσι τη δυνατότητα να ομιλεί. Τα σωτήρια λόγια της Οσίας εξόργιζαν περισσότερο το διάβολο, που, όσο την έβλεπε να ανδρειώνεται, του κακοφαίνονταν. Έβλεπε, ότι την τυραννική του εξουσία συνέχεια τη νικούσε η Οσία και αυτός να κάθεται με σταυρωμένα τα χέρια, δεν το δέχονταν. Αποφασίζει να της χτυπήσει τα όργανα της φωνής, προκαλώντας της ολική αφωνία. Έτσι, δεν ήταν δυνατόν να χρησιμοποιεί πλέον, το προφορικό λόγο και να συμβουλεύει τις μοναχές. Όμως και απ’ αυτή τη πληγή, υπήρξε όφελος για τις μοναχές. Οι σωματικές της πληγές, τις δυνάμωνε περισσότερο στην αρετή και τους γιάτρευε, τις πληγωμένες τους ψυχές.

Τέλος, και αυτές τις σχέσεις της Οσίας με τις μοναχές, ήθελε να κλονίσει ο διάβολος, γιατί τον ενοχλούσαν αφάνταστα. Καταστρώνει λοιπόν το διαβολικό του σχέδιο, χτυπώντας με νέα πληγή την Οσία. Της σαπίζει ένα δόντι, και το σάπισμα επεκτείνεται σε όλο της το σαγόνι. Μια βαρεία δυσοσμία, έβγαινε από το στόμα της. Οι μοναχές που την φρόντιζαν, δε μπορούσαν να την πλησιάσουν. Σκέφτηκαν να καλέσουν γιατρό, μήπως και μπορέσει και την βοηθήσει. Εκείνη, δεν ήθελε να το ακούσει και τους έλεγε με νοήματα: «να μη βλέπεται αυτό που φαίνεται, αλλά να ζητάτε αυτό, που κρύβεται».

Τρεις ολόκληρους μήνες, αγωνίστηκε η Οσία, με τις ανυπόφορες πληγές της. Η σωματική της δύναμη χαλάρωνε κάθε μέρα, γιατί δε μπορούσε να βάλει τίποτα στο στόμα της, αλλά και να κοιμηθεί από τους πόνους. Μάζεψε τις μοναχές και τους είπε, ότι σε τρείς μέρες, θα φύγει από κοντά τους. Έτσι την τρίτη μέρα και σε ηλικία 80 χρονών, εγκατέλειψε την παρούσα ζωή και κέρδισε την Αιώνια, που είναι η Βασιλεία των Ουρανών.

Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Σοφίᾳ καὶ χάριτι, κεκοσμημένη σεμνή, ἀκλόνητος ἔμεινας, ὡς ὁ Ἰὼβ ὁ κλεινός, ἐχθροῦ ἐπίθεσιν· ὅθεν Συγκλητική σε, ἡ οὐράνιος δόξα, δέδεκται μετὰ τέλος, ὡς παρθένον φρονίμην· ἐν ᾗ τῶν μεμνημένων σου ἀεὶ μνημόνευε.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἀρετῶν ἐκλάμψασα, ταῖς οὐρανίαις ἀκτῖσιν, ὡς λαμπὰς ἀείφωτος, Συγκλιτικὴ θεοφόρε, ἤμβλυνας, τοῦ παλαμναίου ἐχθροῦ τὰ κέντρα, ἴθυνας πρὸς τὸν νυμφῶνα τῆς ἄνω δόξης, δῆμον ἅγιον παρθένων, μεθ’ ὧν δυσώπει, ἐλεηθῆναι ἡμᾶς.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις τῶν παρθένων ἡ καλλονή, καὶ Ἰὼβ τοῦ θείου, ἐκμαγεῖον ἐν πειρασμοῖς· χαίροις οὐρανίου, συγκλήτου κληρονόμε, Συγκλητικὴ θεόφρον, Πνεύματος ὄργανον.

Οσία Τατιανή(05/1)
Τατιανὴ τακεῖσα νηστείαις πάλαι,
Νῦν Ἀγγέλοις σύνεστι νηστείας φίλοις.
Βιογραφία
Η Οσία Τατιανή ήταν μοναχή ασκήτρια και απεβίωσε ειρηνικά.


Η Αγία Ιουλιανή (02/1)
Βιογραφία
Η Αγία Ιουλιανή γεννήθηκε το 1530 μ.Χ. στη Μόσχα, από γονείς ευσεβείς και φιλάνθρωπους, τον Ιουστίνο και την Στεφανία Νεντιγιούρεφ. Ο πατέρας της εργαζόταν ως οικονόμος στην αυλή του τσάρου Ιβάν Δ' Βασίλιεβιτς, του γνωστού ως «Τρομερού». Παρά το γεγονός αυτό, όλη η οικογένεια ζούσε πτωχά αλλά χριστιανικά και η ευλογία του Θεού πλημμύριζε την καρδιά των μελών της.

Η Αγία ορφάνεψε σε μικρή ηλικία και αφιέρωσε την ζωή της στην φροντίδα των ασθενών και των πτωχών. Ο βίος και ο χαρακτήρας της δεν άφησαν αδιάφορο τον πλούσιο κάτοικο του χωριού Μούρομ της περιοχής του Λαζάρεβο Γεώργιο Οσορίν, τον οποίο ενυμφέφθηκε σε νεαρή ηλικία.

Από τον γάμο της απέκτησε έξι υιούς και μία θυγατέρα. Μετά τον θάνατο των δύο υιών της απεφάσισε να εγκαταλείψει τα εγκόσμια και να γίνει Μοναχή. Όμως ο σύζυγός της, που έλειπε συχνά και πολύ χρόνο ακολουθώντας το στρατό του τσάρου στο Αστραχάν και σε άλλα μέρη, την παρακάλεσε να μείνει κοντά στην οικογένειά της. Εκείνη δέχθηκε, αλλά ζούσε ως Μοναχή μέσα στον κόσμο.

Όπως γράφει και ο υιός της Καλλίστρατος, που έγραψε τον βίο της, η Αγία είχε αφιερώσει τον εαυτό της ολοκληρωτικά στο Θεό και την διακονία των ανθρώπων. Ελάχιστα κοιμόταν και αγρυπνούσε προσευχόμενη. Όταν ο σύζυγός της πέθανε, εκείνη πλέον ζούσε για να προσεύχεται και να διακονεί. Λίγο πριν παραδώσει την δίκαια ψυχή της στον Κύριο, το έτος 1604 μ.Χ., κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων από τον Πνευματικό της, ιερέα Αθανάσιο, κάλεσε τα παιδιά της και τους έδωσε την ευχή της. Οι τελευταίες λέξεις που ψέλλισε , πριν κλείσει τα μάτια της, ήταν : «Δόξα στον Θεό για όλα. Σε Σένα, Κύριε, παραδίδω το πνεύμα μου».

Η αγία μάρτυς Τατιανή (12 Ιανουαρίου)


παπα Γιώργης Δορμπαράκης
«Η αγία Τατιανή ήταν από την πρεσβυτέρα Ρώμη επί της βασιλείας του Αλεξάνδρου (3ος μ.Χ. αι.), από πατέρα που υπήρξε ύπατος Ρώμης τρεις φορές, ενώ κατά την τάξη της Εκκλησίας είχε το αξίωμα της Διακόνισσας.
Επειδή ομολογούσε την πίστη της στον Χριστό, οδηγήθηκε ενώπιον του βασιλιά, κι όταν εισήλθε μαζί του στον ναό των ειδώλων, τράνταξε με την προσευχή της τα είδωλα που υπήρχαν εκεί και τα έριξε στη γη.
Γι’ αυτό τον λόγο και την κτύπησαν στο πρόσωπο και ξύρισαν την κεφαλή της. Μετά δε την έριξαν στη φωτιά και στα θηρία, από τα οποία εξήλθε αβλαβής, οπότε τέλος δόθηκε η εντολή και της έκοψαν την κεφαλή».
Οι ύμνοι της Εκκλησίας μας, προκειμένου να τονίσουν την αγιότητα και το δοξασμένο εν μαρτυρίω τέλος της αγίας Τατιανής, μας προβάλλουν με εποπτικό τρόπο ό,τι συνέβη κατά την ώρα της αποτομής της τιμίας κεφαλής της: ήταν η ώρα του θριάμβου της, και όπως συμβαίνει σε παρόμοιες περιπτώσεις, άγγελοι όταν ανέβαινε στον ουρανό την υποδέχτηκαν με χειροκροτήματα, ενώ ο παντοκράτωρ Χριστός με την παντοδύναμη δεξιά Του στεφάνωνε τη μάρτυρα, που άθλησε με τον νόμιμο τρόπο.
«Μετά πολλάς τας βασάνους, τη του ξίφους σε δίκη, δεινός καθυποβάλλει δικαστής∙ ης τη ανόδω εκρότησαν αι ουράνιαι τάξεις∙ Χριστός δε παναλκεί σε δεξιά, εστεφάνωσε, Μάρτυς, νομίμως εναθλήσασαν» (Μετά από τα πολλά βασανιστήρια που υπέστης, σε υποβάλλει ο φοβερός δικαστής στην καταδίκη του διά ξίφους θανάτου. Την άνοδό σου στους ουρανούς τη χειροκρότησαν οι ουράνιες αγγελικές τάξεις, ενώ ο Χριστός με την παντοδύναμη δεξιά Του σου φόρεσε στεφάνι, μάρτυς, γιατί αθλήθηκες νόμιμα).
Έκτοτε η αγία, κατά τον άγιο υμνογράφο που την βλέπει με τα μάτια της πίστεως, «είναι μαζί με τους φωτεινούς μάρτυρες, πολύ πιο κοντά στον Θεό από ό,τι πριν, και βλέπει όσα βλέπουν και οι άγγελοι. Βρίσκεται ως παρθένος στον νυμφώνα του νυμφίου της Χριστού, παρακαλώντας και αυτή για εμάς που την εγκωμιάζουμε, να βρούμε τη σωτηρία μας» («Συναγελάζη Μαρτύρων φανοτάταις αγέλαις, τρανότερον εγγίζουσα Θεώ, βλέπεις α βλέπουσιν άγγελοι∙ ως παρθένος νυμφώνι αυλίζη του Νυμφίου σου, Σεμνή, δυσωπούσα σωθήναι τους πόθω σε γεραίροντας»).
Τι ήταν εκείνο που έκανε την αγία να φθάσει σ’ αυτό το μεγάλο ύψος δόξας και τιμής; Μα τίποτε άλλο από εκείνο που διαπιστώνουμε σε όλους τους αγίους και τους μάρτυρες της πίστεως: ο σφοδρός έρωτάς της προς τον Κύριο, η πυρωμένη από αγάπη καρδιά της προς Αυτόν, που την έκανε να υπερβεί οποιοδήποτε φόβο των βασάνων και να θεωρήσει ως μηδέν όλα τα υπάρχοντα στη γη.
«Ούτε το ξίφος ούτε η φωτιά ούτε τα κτυπήματα, ούτε οι θλίψεις, η πείνα, το κάθε είδος τιμωρίας, χαλάρωσαν τον έρωτά σου προς τον Κύριο. Με πυρωμένη μάλιστα καρδιά αναζητούσες Αυτόν, κάνοντας πέρα ως τίποτε όλα τα ορώμενα» («Ξίφος ουδέ πυρ ουκ αικισμοί, θλίψεις ου λιμός ου παντοίας είδος κολάσεως, σου τον προς τον Κύριον ήμβλυνεν έρωτα∙ διαπύρω καρδία γαρ Αυτόν εκζητούσα, πάντα τα ορώμενα υφ’ εν διέπτυσας, μάρτυς»).
Κι αποκτά ακόμη μεγαλύτερη αξία το μαρτύριό της και φανερώνεται ακόμη εντονότερα η αγάπη της προς τον Χριστό, όταν σκεφτεί κανείς ότι η αγία ήταν μία πριγκιποπούλα, κόρη υπάτου της Ρώμης, δηλαδή ανθρώπου με τη μεγαλύτερη μετά τον αυτοκράτορα εξουσία στην αυτοκρατορία, με πλούτη και τιμές και δόξες πολλές.
Κι όμως, σαν τον απόστολο Παύλο, «ηγήσατο πάντα σκύβαλα είναι, ίνα Χριστόν κερδήση», όλα τα θεώρησε σαν σκουπίδια, για να έχει τον Χριστό. Κι είναι φυσικό ο άγιος υμνογράφος να επισημαίνει και τη διάσταση αυτή: «Δεν υπολόγισες καθόλου, μάρτυς, τον φθαρτό πλούτο, διότι αναζητούσες με προθυμία τον άφθαρτο και αιώνιο πλούτο στους ουρανούς» («Πλούτου φθαρτού, μάρτυς, τελείως ηλόγησας, εν ουρανοίς τον άφθαρτον και διαμένοντα εκζητούσα προθύμως»).
Η υμνογραφία της αγίας δεν παύει βεβαίως να μας θυμίζει το αυτονόητο: ότι αν μπόρεσε η αγία να υπερβεί τη γοητεία του πλούτου, της δόξας, της σάρκας, και να φτάσει μάλιστα και στο μαρτύριο, ήταν διότι πέραν της δικής της καλής προαίρεσης είχε συνεργούσα και την παντοδύναμη χάρη του Θεού.
Και λέμε ότι τούτο είναι αυτονόητο, διότι όλοι γνωρίζουμε ότι η σωτηρία του ανθρώπου είναι αποτέλεσμα πάντοτε δύο παραγόντων: πρωτίστως του ίδιου του Θεού, που ενισχύει τον άνθρωπο, και του ανθρώπου βεβαίως, που καλη τη προαιρέσει ανταποκρίνεται στην κλήση και την ενίσχυση αυτή του Θεού.
«Κατάσβεσες τη δυσωδία του σαρκικού φρονήματος και τη φλόγα της αμαρτίας, Αγνή, με τη δροσιά του Θείου Πνεύματος που συνεργούσε μαζί σου» («το δυσώδες της σαρκός και της αμαρτίας την φλόγα, Αγνή, κατέσβεσας, δρόσω Θείου Πνεύματος, του συνεργούντός σοι»)∙
«Προς τις τιμωρίες, προς τα βάσανα και τις διάφορες μάστιγες, μάρτυς, προχώρησες απτόητη, γιατί είχες συνεργούσα τη χάρη του Σωτήρα Χριστού, που σε δυνάμωνε»(«Προς αικισμούς, προς αλγηδόνας και μάστιγας πολυειδείς απτόητος, μάρτυς, εχώρησας∙ συνεργούσαν γαρ είχες την χάριν του Σωτήρος, ενδυναμούσάν σε»).
Η αγία λοιπόν και πριν φτάσει στο μαρτύριο, που ήταν η απογείωση της ψυχικής δύναμης και ομορφιάς της, ήταν ήδη καταστολισμένη με όλες τις αρετές («καλλωπισθείσα αρεταίς, ωραιώθης καλλοναίς του μαρτυρίου», δηλαδή: αφού καλλωπίστηκες με τις αρετές, έγινες ακόμη πιο ωραία με τις καλλονές του μαρτυρίου), τόσο που «η ψυχή της έμοιαζε με ένα ωραίο κατάστημα, λόγω της ομορφιάς της ευσέβειάς της» («ωραίον της ψυχής κατάστημα, ευμορφία της ευσεβείας, Τατιανή, φέρουσα»).
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που η Εκκλησία μας την είχε χαριτώσει με το αξίωμα της Διακόνισσας, του πρώτου βαθμού της ιερωσύνης δηλαδή, που υπήρχε τότε στην Εκκλησία, με έργο τη βοήθεια του επισκόπου και των ιερέων στη φιλανθρωπία και τη διακονία των διαφόρων αναγκών των ανθρώπων, ακόμη δε και στο κήρυγμα. Ο ζήλος της μάλιστα για τη διακονία της και για το μαρτύριό της παρομοιάζεται με την πρώτη μάρτυρα γυναίκα και ισαπόστολο αγία Θέκλα. «Θέκλαν ως πριν την πρώταθλον, ης τον ζήλον εκτήσω, αοίδιμε», δηλαδή: όπως πριν η Θέκλα, έτσι κι εσύ, αοίδιμε, απέκτησες τον ζήλο αυτής).
Η αγία Τατιανή μας παραδειγματίζει με την αγάπη της προς τον Χριστό και το μαρτυρικό της φρόνημα. Και μας δείχνει μεταξύ των άλλων και τον δρόμο της υπέρβασης της όποιας στον κόσμο ανομίας. Η ανομία και το πλήθος των κακών στον κόσμο υπερβαίνεται, όταν ο άνθρωπος μένει σταθερός στην πίστη του Χριστού, έχοντας ετοιμότητα να δώσει και τη ζωή του για την πίστη αυτού.
«Τους χείμαρρους της ανομίας τους αποξήρανες, μακαρία, με τα ρείθρα των αιμάτων σου» («Χειμάρρους απεξήρανας ανομίας, τοις ρείθροις των αιμάτων σου, μακαρία»). Διότι «όπου επλεόνασεν αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις».

Πηγή: ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ / το διαβάσαμε στο Σπιτάκι της Μέλιας

Παρασκευή 5 Ιανουαρίου 2018

Οσία Συγκλητική



site analysis



  1. .
  2. Συγκλητική λιπούσα δουλείαν βίου,
  3. Κλητοίς Θεού σύνεστι δούλοις εν πόλω.
  4. Βιογραφία
  5. Η Αγία Συγκλητική γεννήθηκε περί το 270 μ.Χ στη Μακεδονία. Οι γονείς της, ήταν πλούσιοι και ευσεβείς Χριστιανοί. Προτίμησαν την Αλεξάνδρεια να εγκατασταθούν μόνιμα, γιατί εκεί είχαν ακούσει, ότι υπήρχαν περισσότεροι Χριστιανοί. Εκείνη την περίοδο Αρχιεπίσκοπος Αλεξάνδρειας, ήταν ο Μέγας Αθανάσιος ( 18 Ιανουαρίου), για τον οποίο είχαν ακούσει πολύ καλά λόγια. Έτσι, μόλις ξενιτεύτηκαν και εγκαταστάθηκαν, η πρώτη τους δουλειά ήταν, να τον γνωρίσουν. Αυτή τους η γνωριμία τους βοήθησε να γνωρίσουν καλύτερα τις Χριστιανικές Αλήθειες, αλλά και η κόρη τους Συγκλητική, να διδαχθεί σωστά το δρόμο της αρετής.
  6. Κατάφεραν να τη μορφώσουν όσο καλύτερα μπορούσαν, δίδοντάς της συγχρόνως και Χριστιανική ανατροφή. Από νωρίς άρχισαν να φαίνονται τα πλούσια ψυχικά της χαρίσματα, που την έκαμαν να ξεχωρίζει από τους συμμαθητές της. Όμως, και η σπάνια σωματική της ομορφιά, ήταν για τους νέους της εποχής, μια διαρκή πρόκληση. Τα προξενιά, έφθαναν στους γονείς της το ένα μετά το άλλο και πολλοί ήταν οι νέοι, που τη ζητούσαν σε γάμο. Την ίδια άποψη είχαν και οι γονείς της, που τη θεωρούσαν έτοιμη για γάμο και άρχισαν διακριτικά να την πιέζουν. Μάλιστα δε, για να την πείσουν, χρησιμοποιούσαν το επιχείρημα, ότι θέλουν απογόνους στην οικογένειά τους.
  7. Η κατά πάντα, όμως, άψογη Συγκλητική, δε συμφωνούσε καθόλου με την άποψη των γονιών της. Την ενδιέφερε ο Ουράνιος Νυμφίος Χριστός και Αυτόν, ήθελε να υπηρετήσει. Έτσι, τα δάκρυα των γονιών και των συγγενών, δεν τη συγκινούσαν ιδιαίτερα. Ζούσε ασκητική ζωή, με συνεχή προσευχή , αλλά και νηστεία. Μάλιστα δε, για τη νηστεία έλεγε, ότι είναι το μοναδικό γιατρικό, για το σώμα και τη ψυχή. Τη θεωρούσε δε μια, από τις μεγαλύτερες αρετές.
  8. Όταν δε, μετά από λίγο διάστημα πέθαναν οι γονείς της, χάρισε την περιουσία της στους πτωχούς και τα ορφανά της Αλεξάνδρειας και έφυγε από την πόλη. Εγκαταστάθηκε σε έρημη τοποθεσία ιδρύοντας Μοναστήρι, που εφάρμοζε τους δικούς της ασκητικούς κανόνες. Πλήθος δε γυναικών την ακολούθησαν, που επέλεξαν να μονάσουν μαζί της. Ήταν για όλες παράδειγμα και υπόδειγμα Μοναχής και τις ευχαριστούσε να συνομιλούν μαζί της και να ασκούνται στην υπακοή και την ταπείνωση. Φρόντιζε πάντα, να μη βλέπει κανείς την προσωπική της ζωή και τα έργα της, γιατί δεν ήθελε καμιά ανθρώπινη διαφήμιση. Ο στόχος της ήταν, όχι μόνο πως θα κάνει το καλό, αλλά πως, θα το κρύψει από τους άλλους. Ήταν, έτσι, γεμάτη από πίστη και έλαμπε από χαρά και ταπείνωση. Όσο δε περνούσε ο χρόνος, άρχισαν να ανθίζουν οι αρετές της και οι ευωδίες τους έφθαναν, σε όλους τους ανθρώπους.
  9. Ήταν δε, πάντα πρόθυμη να συμβουλέψει, αλλά και να διδάξει τις μοναχές, όταν εκείνες της το ζήταγαν. Έτσι, όταν, κάποια στιγμή τη ρώτησαν πως πρέπει να πολεμούμε το διάβολο, εκείνη τους έδωσε την εξής απάντηση: «Πρέπει να γνωρίζουμε, ότι όσο ανεβαίνουμε τα πνευματικά σκαλοπάτια, τόσο ο διάβολος προσπαθεί να μας πολεμήσει με τις παγίδες του. Γι’ αυτό πρέπει να είμαστε πάντοτε άγρυπνες στους λογισμούς, που συχνά μας πολεμούν. Ο εχθρός μας, προκειμένου να γκρεμίσει τον οίκο της ψυχής μας, η από τα θεμέλια τον γκρεμίζει, η από τη σκεπή. Δένει πρώτα το νοικοκύρη και μετά κυριεύει, όλα τα πράγματα του οίκου. Το θεμέλιο της ψυχικής μας οικίας είναι τα καλά έργα. Η σκεπή είναι η πίστη μας και τα παράθυρα είναι οι αισθήσεις μας. Αυτά χρησιμοποιεί, προκειμένου να μας πολεμήσει ο εχθρός μας. Γι’ αυτό, όποιος στέκει να προσέχει να μην πέσει. Γιατί αυτός που έπεσε, έχει μόνο μια φροντίδα, πως να σηκωθεί. Ενώ, αυτός που στέκει πρέπει να φυλάγεται συνέχεια, για να μην πέσει. Κανείς από μας δεν πρέπει να κατηγορεί τον πεσμένο, αλλά να φοβάται για τον εαυτό του, μήπως γλιστρήσει και πέσει στο βάθος του γκρεμού. Όμως, για εκείνο που στέκει, υπάρχει διπλός ο φόβος, αλλά και ο κίνδυνος. Όταν τον πολεμά ο εχθρός του, να μην ολιγοψυχήσει και επανέλθει στα παλιά του πάθη, αλλά και να προσέχει, να μην εξαπατηθεί από την υπερηφάνειά του. Ο εχθρός μας, αφού μεταχειριστεί όλα του τα όπλα, αφήνει τελευταίο την υπερηφάνεια. Είναι το μεγαλύτερο καταστρεπτικό δηλητήριο, με το οποίο, ποτίζει την ψυχή μας. Την κάνει να φαντάζεται, ότι γνωρίζει εκείνα, που δε ξέρουν οι άλλοι και να πιστεύει, ότι ξεπερνά τους άλλους στις νηστείες και ότι έχει περισσότερες αρετές. Το χειρότερο δε, την κάνει να ξεχνά, τις δικές της αμαρτίες. Η αιτία της υπερηφάνειας είναι η παρακοή και το γιατρικό της, είναι η υπακοή….».

  10. Γι’ αυτή της τη διδασκαλία, αλλά και τη συμπεριφορά γενικότερα, τη φθόνησε θανάσιμα ο διάβολος, που προσπαθούσε να βρει τους δικούς του διαβολικούς τρόπους, να την εξοντώσει. Έβλεπε, ότι η Οσία Συγκλητική είχε χωθεί για τα καλά στα δικά του χωράφια, αφαιρώντας του καθημερινά τμήματα, από την ανθρώπινη περιουσία του. Έπρεπε να βρει γρήγορα τρόπους, να την βγάλει από τη μέση, χτυπώντας την στο σώμα κατάλληλα. Της έδωσε τέτοιο πόνο στα εντόσθια της, που δε μπορούσε κανείς να τη βοηθήσει. Στη συνέχεια της πλήγωσε τον πνεύμονα και θα μπορούσε εάν ήθελε, να τη θανατώσει. Όμως αυτό ήθελε να το πετύχει με αργούς ρυθμούς, προκειμένου να την τυραννήσει περισσότερο.
  11. Οι πόνοι για την Οσία ήταν ανυπόφοροι και ο πυρετός της κρατούσε συνέχεια συντροφιά. Έτσι, καθημερινά υπόφερε και έλιωνε σαν κερί. Την αρρώστια της την αντιμετώπιζε μεγαλόψυχα και δεν κατάπεσε, αλλά ούτε και λιποψύχησε. Όμως, είχε το κουράγιο και τη δύναμη να συμβουλεύει τις μοναχές, που έδειχναν να τα έχουν χαμένα. Μάλιστα δε τους έλεγε: «ότι δεν πρέπει ποτέ να είναι αμέριμνες οι ψυχές, που είναι αφιερωμένες στο Θεό, γιατί βοηθούν τον εχθρό, να ακονίζει τα δόντια του. Δεν υπάρχει κακός άνθρωπος τους έλεγε, που να μην έχει μέσα του μια σπίθα από καλοσύνη. Όπως, δεν υπάρχει και καλός, που να μην έχει μέσα του κάποια κακία. Πάντοτε συμβαίνει να βρίσκεται μέρος του καλού στους κακούς ανθρώπους, όπως υπάρχει και μέρος κακού στους καλούς ανθρώπους».
  12. Είχε, έτσι, το κουράγιο και τη δύναμη να συμβουλεύει τις μοναχές, οι οποίες την άκουγαν με ανοιχτό το στόμα. Όμως, κάποιος ενοχλούνταν και ήθελε να της το κλείσει, αφαιρώντας της έτσι τη δυνατότητα να ομιλεί. Τα σωτήρια λόγια της Οσίας εξόργιζαν περισσότερο το διάβολο, που, όσο την έβλεπε να ανδρειώνεται, του κακοφαίνονταν. Έβλεπε, ότι την τυραννική του εξουσία συνέχεια τη νικούσε η Οσία και αυτός να κάθεται με σταυρωμένα τα χέρια, δεν το δέχονταν. Αποφασίζει να της χτυπήσει τα όργανα της φωνής, προκαλώντας της ολική αφωνία. Έτσι, δεν ήταν δυνατόν να χρησιμοποιεί πλέον, το προφορικό λόγο και να συμβουλεύει τις μοναχές. Όμως και απ’ αυτή τη πληγή, υπήρξε όφελος για τις μοναχές. Οι σωματικές της πληγές, τις δυνάμωνε περισσότερο στην αρετή και τους γιάτρευε, τις πληγωμένες τους ψυχές.
  13. Τέλος, και αυτές τις σχέσεις της Οσίας με τις μοναχές, ήθελε να κλονίσει ο διάβολος, γιατί τον ενοχλούσαν αφάνταστα. Καταστρώνει λοιπόν το διαβολικό του σχέδιο, χτυπώντας με νέα πληγή την Οσία. Της σαπίζει ένα δόντι, και το σάπισμα επεκτείνεται σε όλο της το σαγόνι. Μια βαρεία δυσοσμία, έβγαινε από το στόμα της. Οι μοναχές που την φρόντιζαν, δε μπορούσαν να την πλησιάσουν. Σκέφτηκαν να καλέσουν γιατρό, μήπως και μπορέσει και την βοηθήσει. Εκείνη, δεν ήθελε να το ακούσει και τους έλεγε με νοήματα: «να μη βλέπεται αυτό που φαίνεται, αλλά να ζητάτε αυτό, που κρύβεται».
  14. Τρεις ολόκληρους μήνες, αγωνίστηκε η Οσία, με τις ανυπόφορες πληγές της. Η σωματική της δύναμη χαλάρωνε κάθε μέρα, γιατί δε μπορούσε να βάλει τίποτα στο στόμα της, αλλά και να κοιμηθεί από τους πόνους. Μάζεψε τις μοναχές και τους είπε, ότι σε τρεις μέρες, θα φύγει από κοντά τους. Έτσι την τρίτη μέρα και σε ηλικία 80 χρονών, εγκατέλειψε την παρούσα ζωή και κέρδισε την Αιώνια, που είναι η Βασιλεία των Ουρανών.
Απολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Σοφία και χάριτι, κεκοσμημένη σεμνή, ακλόνητος έμεινας, ως ο Ιώβ ο κλεινός, εχθρού επίθεσιν· όθεν Συγκλητική σε, η ουράνιος δόξα, δέδεκται μετά τέλος, ως παρθένον φρονίμην· εν η των μεμνημένων σου αεί μνημόνευε.

Κοντάκιον
Ήχος γ’. Η Παρθένος σήμερον.
Αρετών εκλάμψασα, ταις ουρανίαις ακτίσιν, ως λαμπάς αείφωτος, Συγκλιτική θεοφόρε, ήμβλυνας, του παλαμναίου εχθρού τα κέντρα, ίθυνας προς τον νυμφώνα της άνω δόξης, δήμον άγιον παρθένων, μεθ’ ων δυσώπει, ελεηθήναι ημάς.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις των παρθένων η καλλονή, και Ιώβ του θείου, εκμαγείον εν πειρασμοίς· χαίροις ουρανίου, συγκλήτου κληρονόμε, Συγκλητική θεόφρον, Πνεύματος όργανον.
 Οπτικοακουστικό Υλικό

Ακούστε το απολυτίκιο!
Αγία Συγκλητική: Δεύτερη γέννα
Ερώτησαν κάποτε την Αγία Συγκλητική· τι διαφέρει ο άλλος κόσμος από τούτον εδώ οπού ζούμε τώρα; Και η μακαρία Συγκλητική αποκρίθηκε:
Το παιδί ενόσω βρίσκεται μέσα στην κοιλιά της μάνας του, ζει πολύ στενοχωρημένο, όντας ανακατωμένο μέσα στη λάσπη της μήτρας, ωσάν τυφλό.
Όταν όμως έλθει η ώρα του και γεννηθεί, λευτερώνεται από την στενοχώριαν εκείνη, όπου ήτανε κλειδωμένο, και χωρίς να το καταλάβει έρχεται σε ένα καινούριο κόσμο γεμάτον φως, ευρυχωρία και απόλαυση.
Ένα τέτοιο πράμα γίνεται και με την ψυχή του ανθρώπου. Στενοχωριέται μέσα στην κοιλιά τουτουνού του ψεύτικου κόσμου, έως ότου έβγει απ’ αυτόν και πάει στην άλλη ζωή την αιώνιο, όπου, αντί ήλιος βλέπει ν’ αστράφτει η όψη του Χριστού, αντί αέρα αναπνέει το Άγιο Πνεύμα και αντί θροφή γεύεται την Δόξα του Θεού. Η πρώτη γέννα μας έχει και πείνα. Η δεύτερη γέννα είναι Ανάστασις και Χόρτασις.
«Χορτασθήσομαι εν τω οφθήναι μοι την δόξαν Σου».
Ρόδος, Αρχιμ. Χρυσόστομος Μουστάκας
Περιοδικό Κιβωτός
Απρίλιος 1953
ΑΦ 16

Πέμπτη 4 Ιανουαρίου 2018

Οσία Ευλογία· μήτηρ Οσίου Θεοδοσίου του Κοινοβιάρχου



site analysis








Απολυτίκιον

Ήχος πλ. α., Τον συνάναρχον Λόγον



Την ιθύνασαν τόκον αυτής προς θέωσιν

και υπ’ αυτού προς επάλξεις

οδηγηθείσαν σοφώς

σωτηρίους, Ευλογίαν, αναμέλψωμεν

Θεοδοσίου του σεπτού

την μητέρα και τροφόν

ασκήσεως εκμαγείον αναδειχθείσαν βοώντες·

Ημίν αρίστην δείξον δίοδον.

Τετάρτη 3 Ιανουαρίου 2018

.Η αγία Γενεβιέβη(Γενοβέφα) των Παρισίων.Μια σχετικά άγνωστη αγία.



site analysis

Η Αγία Γενοβέφα (Ζενεβιέβα) γεννήθηκε περί το 420 μ.Χ. στην πόλη Ναντέρ κοντά στο Παρίσι. Οι γονείς της ήταν πλούσιοι και ευσεβείς. Όταν η Γενοβέφα ήταν ακόμα μικρή, την συνάντησε ο Άγιος Γερμανός της Ωξέρρης. Πέρασε δίπλα από το σπίτι της πηγαίνοντας στην Αγγλία μαζί με τον Άγιο Λούππο Επίσκοπο Τρουά. Ο Άγιος Γερμανός είδε το ευλογημένο κορίτσι και προφήτεψε στους γονείς της ότι είναι «μεγάλη ενώπιον του Κυρίου» και πολλοί θα βρουν σωτηρία διά μέσου αυτής. Ο Άγιος Γερμανός ευλόγησε την Γενοβέφα και της έδωσε ένα νομισματάκι, το οποίο είχε επάνω του το σημείο του Σταυρού. Από τότε η Γενοβέφα όλο και περισσότερο έδινε προσοχή στις ευσεβείς πράξεις.
Μια φορά η μητέρα της την χαστούκισε, διότι δεν της άρεσε που η κόρη της πάει πολύ συχνά στην εκκλησία, και... αμέσως τυφλώθηκε! Ανέβλεψε μόνο μετά από 2 χρόνια όταν ένιψε τα μάτια της με το ύδωρ, το οποίο η κόρη της ανακάτεψε μαζί με τα δάκρυά της και το σταύρωσε. Η Γενοβέφα μετά απ’αυτό το συμβάν δεν είχε πια εμπόδια από τους γονείς της. Πήγε σε έναν Επίσκοπο για να λάβει τη μοναχική κούρα. Η Αγία συνέχιζε να ασκητεύει παραμένοντας στο πατρικό της σπίτι, διότι εκείνη την εποχή στη Γαλλία δεν υπήρχαν ακόμα γυναικεία μοναστήρια.
Μετά την κοίμηση των γονέων της εγκαταστάθηκε στο σπίτι της αναδόχου της στο Παρίσι. Εκεί ασθένησε βαριά, αλλά πέρασε αυτήν την αρρώστια γενναία. Μετά την ανάρρωση η ασκήτρια ζούσε με τα εντελώς απαραίτητα, εφάρμοσε σκληρή ασκητική ζωή: προσευχόταν συνεχώς, έβγαινε από το σπίτι μόνο για να βοηθήσει στους φτωχούς, έτρωγε δύο φορές την εβδομάδα ολίγον άρτο και κουκιά. Έτσι η Γενοβέφα δάμασε την σάρκα της και απέκτησε πλουσίως τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος.
Άντεχε με ανεκτικότητα τις συκοφαντίες και τα κουτσουμπολιά, με τα οποία την «βράβευαν»πλουσίως οι φθονεροί της. Οι εχθροί της την κατέκριναν τόσο πολύ που χρειάστηκε τη βοήθεια του Αγίου Γερμανού της Ωξέρρης που παρέβηκε για να πείσει τους φθονερούς να σέβονται την θεράπων του Θεού. Σιγά-σιγά οι Παριζιάνοι δέχτηκαν την αγιότητά της και γύρω της συγκεντρώθηκαν νέες κοπέλες για να ακολουθήσουν τον ευλαβικό βίο.
Αρχές του 451 μ.Χ. στο Παρίσι πλησίασε ο Αττίλας με τις βάρβαρες ορδές του, ληστεύοντας και ρημάζοντας όλα στο δρόμο τους. Οι κάτοικοι της πόλεως κατελήφθησαν από πανικό και ετοιμάστηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη και μόνο η Γενοβέφα τηρούσε ψυχραιμία. Μάζεψε τις γυναίκες και μαζί τις προσευχόταν, προσπαθώντας να εκλιπαρήσει τη βοήθεια του Θεού, να τους λυτρώσει, με δάκρυα, νηστεία και προσευχή. Βρέθηκαν όμως κάποιοι που δεν δέχτηκαν τη συμβουλή της Αγίας, ήταν μάλιστα έτοιμοι να την σκοτώσουν. Τότε παρέβηκε ο Αρχιδιάκονος της Ωξέρρης και θύμισε την προφητεία του Αγίου Γερμανού, ότι η Γενοβέφα είναι από τον Κύριο επιλεγμένη πολιούχος των Παρισίων. Σε λίγο ο Αττίλας άλλαξε την κατεύθυνσή του, έστριψε προς την άλλη πλευρά και στη συνέχεια υπέστη συντριπτική ήττα από το ρωμαϊκό στρατό.
Η ασκήτρια εκτιμούσε ιδιαίτερα τους Αγίους, οι οποίοι έκαναν πολλά για την ίδρυση της Γαλλικής Εκκλησίας. Ήταν πρωτεργάτρια για να χτιστεί μια εκκλησία επί του τάφου του Αγίου Διονυσίου των Παρισίων. Επίσης η Αγία μετέδωσε στους Παριζιάνους το ευλαβή έθιμο να μεταβαίνουν εκεί για προσκύνημα και προσευχή, ακόμα και σε κακοκαιρία. Μια μέρα η Γενοβέφα πήγε στην εκκλησία ενώ είχε ξεσπάσει σφοδρή καταιγίδα. Η Αγία κρατούσε στο χέρι της το αναμμένο κερί και... η φλόγα δεν έσβησε! Εκτός απ’αυτό η Αγία Γενοβέφα έκανε πολλά προσκυνήματα στον τάφο του Αγίου Μαρτίνου στην πόλη Τουρ. Κατά τα ταξίδια της η Αγία Γενοβέφα θεράπευε τους πάσχοντες και εξεδίωκε δαιμόνια.
Εκείνη την εποχή τους Φράγκους κυβερνούσε ο βασιλεύς Χιλδερίκος. Ήταν ειδωλολάτρης, αλλά σεβόταν την εκκλησία και δέχτηκε να ακυρώσει μια καταδίκη σε θάνατο, την οποία εξέδωσε, διότι τον παρακαλούσε η Αγία Γενοβέφα. Όταν οι Φράγκοι πολιόρκισαν το Παρίσι, τα προάστια ερημώθηκαν και οι κάτοικοι κινδύνευαν από την πείνα. Ο λαός και πάλι έχασε την πίστη του στο Θεό. Τότε η Γενοβέφα βρήκε 11 πλοία, βρήκε και τους ναυτικούς και πήγαν στο Σηκουάνα με τα πλοία αυτά για να βρουν σιταρέμπορους. Η Αγία έφερε αρκετό άρτο και το μοίρασε σε όλους τους Παριζιάνους, πρώτα απ’ όλα όμως στους πιο φτωχούς.
Το 481 μ.Χ. βασιλεύς των Φράγκων έγινε ο Χλωδοβίκος. Σεβόταν πολύ την Αγία Γενοβέφα, διότι ήταν επηρεασμένος από τη γυναίκα του την Αγία Χροδεχίλδη. Ο βασιλεύ ακολουθούσε τις συμβουλές της Γενοβέφας και ελευθέρωνε τους φυλακισμένους, υπέρ τους οποίους συνηγορούσε η Αγία. Ενώ ο Χλωδοβίκος τελείωνε την κατάκτηση της Γαλλίας, η Χροδεχίλδη ήταν μαζί με τη Γενοβέφα στο Παρίσι και ο Άγιος Ρεμίγιος τις επισκεπτόταν που και που για να ομιλήσουν τα θεϊκά θέματα. Όλοι αυτοί οι άγιοι έζησαν την εποχή της γέννησης του κράτους της Γαλλίας.
Η φήμη για την Αγία Γενοβέφα είχε μεταβεί έως την Ανατολή. Κατά την παράδοση, οι Σύριοι έμποροι διηγήθηκαν στον Άγιο Συμεών τον Στυλίτη για τις αρετές της παρθένας από το Παρίσι. Μετά τη διήγηση αυτή ο Άγιος δοξολόγησε την Γενοβέφα και ανάθεσε στους εμπόρους να ζητήσουν τις προσευχές της.
Η Αγία Γενοβέφα κοιμήθηκε εν Κυρίω στα 80 της. Είχε την αγάπη και την αναγνώριση του λαού της. Όπως και εν ζωή, έτσι και στους επόμενους αιώνες η Αγία Γενοβέφα δεν σταμάτησε να προστατεύει το Παρίσι και τους κατοίκους του Παρισιού. Επί του τάφου της Αγίας χτίστηκε μια εκκλησία προς τιμήν της, αργότερα το Μοναστήρι της Αγίας Γενοβέφας (Sainte-Geneviѐve), στο οποίο γινόταν αναρίθμητες ιάσεις. Κατά τη διάρκεια των σοβαρών συμφορών: των πολέμων, πολιορκών, επιδημιών, πείνας, πλημμυρών και πυρκαγιών, πλήθος κόσμου σύρρευε στην Αγία ζητώντας βοήθεια. Γινόταν μεγάλες λιτανείες. Οι άντρες κρατούσαν στους ώμους τους τη Λάρνακα με τα ιερά λείψανα και ο Θεός έδειχνε αμέσως τη Χάρη Του μέσω των θαυμάτων που προκαλούνταν λόγω των προσευχών προς την Αγία Γενοβέφα των πιστών της.
Τα λείψανα της Αγίας Γενοβέφας αποτεφρώθηκαν σχεδόν ολότελα και πετάχτηκαν στο Σηκουάνα από τους επαναστάτες το 1793, αλλά η Αγία συνεχίζει να είναι ζωντανή για όλους, όσοι απευθύνονται σ’αυτήν με την πίστη.
ΑΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Η ΕΛΛΗΝΙΔΑ ΜΟΝΑΧΗ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ ΠΟΥ ΣΩΖΕΙ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ