Κυριακή 29 Οκτωβρίου 2017

Η ΑΓΙΑ ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ Η ΡΩΜΑΙΑ



site analysis



«Η αγία Αναστασία έζησε όταν βασιλείς ήταν οι διώκτες της χριστιανικής πίστης  Δέκιος και  Ουαλλεριανός και ηγεμόνας ο Πρόβος. Ήταν Ρωμαία στην καταγωγή, νέα στην ηλικία και ζούσε σε κάποιο Μοναστήρι. Την συνέλαβαν για την πίστη της κι επειδή ομολόγησε την πίστη αυτή με παρρησία, την κτύπησαν στο πρόσωπο. Στη συνέχεια, την άπλωσαν πάνω σε πυρακτωμένους άνθρακες και τη μαστίγωσαν με ράβδους. Την κρέμασαν έπειτα πάνω σε ξύλο, την πίεσαν σε μέγκενη και την τρύπησαν με σιδερένιες ακίδες. Κρεμασμένη την έξυσαν σε όλο το σώμα, της έκοψαν τους μαστούς και της εκρίζωσαν τα νύχια. Της ακρωτηρίασαν τα χέρια και τα πόδια, της αφαίρεσαν τη γλώσσα και της εκρίζωσαν τα δόντια. Στο τέλος, της έκοψαν και το κεφάλι».
Με τα βασανιστήρια της αγίας το σώμα της στρεβλώθηκε σε σημείο τελικώς αφανισμού της. Πάνω σ’ αυτό ο εκκλησιαστικός ποιητής προβαίνει σε δύο παρατηρήσεις: Πρώτον, η στρέβλωση του σώματος της αγίας, χάριν του Χριστού, φανέρωνε την ψυχική της σταθερότητα, το όρθιο της προαίρεσής της. Όσο την κτυπούσαν και την «πετσόκοβαν», τόσο το φρόνημά της δυνάμωνε και παρέμενε όρθιο. «Στρεβλούμενον το σώμα αικισμοίς, εδήλου το όρθιον σης προαιρέσεως προς Θεόν, Αναστασία πανεύφημε». Η αγία δηλαδή επιβεβαίωνε έμπρακτα αυτό που είχε πει ο Κύριος: «μη φοβηθήτε από των αποκτεινόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων τι ποιήσαι». Η ψυχή είναι αυτό που μετράει στις δύσκολες στιγμές του βίου, κι αυτό έδειξε η αγία. Δεύτερον, μέσα σε όλα αυτά τα βάσανα, που θα έπρεπε η νεαρή κόρη να έχει αλλοιωμένα και τα χαρακτηριστικά του προσώπου της από τον πόνο και την οδύνη, εκείνη φαινόταν ακόμη περισσότερο ωραία στη μορφή: «Κάλλος το εγκάρδιον τη ορατή μορφή, ένδοξε, διαδοθέν, σε ωραιοτάτην τοις ορώσιν υπέφαινεν». Δηλαδή: Το κάλλος της καρδιάς σου, η εσωτερική ομορφιά σου, ένδοξε, μεταδόθηκε και στην ορατή, εξωτερική, μορφή σου, και σε έκανε να φαίνεσαι ωραιότατη σ’ αυτούς που σε έβλεπαν. Η αγία φανέρωνε, έστω και στα βάσανα, την υπάρχουσα σ’ αυτήν χάρη του Θεού, η οποία πράγματι κάνει τον άνθρωπο και εξωτερικά να λάμπει και να ομορφαίνει. «Καρδίας ευφραινομένης, πρόσωπον θάλλει» υπενθυμίζει ο λόγος του Θεού. Ο άγιος υμνογράφος με τον ύμνο του αυτό τονίζει ακριβώς τον χαρισματικό χαρακτήρα του μαρτυρίου της αγίας Αναστασίας. Ό,τι υπέστη, το υπέστη με τη δύναμη του Θεού. Αλλά για να λειτουργήσει αυτή η δύναμη, έπρεπε να συναντήσει την καλή προαίρεση της αγίας, για την ύπαρξη της οποίας εργάστηκε η ίδια ασκητικώς εκ νεότητός της.
ΠΗΓΗ.ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ

Σάββατο 28 Οκτωβρίου 2017

Η Ελληνίδα του ’40



site analysis

Η δόξα πού στεφάνωσε τήν Πατρίδα μας στο νεότερο έπος του Έλληνισμού είναι κατά ένα μεγάλο μέρος έργο και της Έλληνίδας. Έμβλημά της τό δίπτυχο: πίστη στό Θεό και στην προστασία της Μεγαλόχαρης – πάνω άπ’ όλα η Πατρίδα. 

Στις Πίνδου τις κορφές μάχονται υπέροχα μιά φούχτα γενναίοι. Στό πλάι τους γλιστρά άνάλαφρη σκιά Έλληνίδα. Είναι η ανδρειωμένη Ηπειρώτισσα, πού, όταν η 8η Μεραρχία διατάχθηκε νά προελάσει και νά καταλάβει – έστω και χωρίς έφοδιοπομπές – ορισμένες διαβάσεις, έφερε ώς τις κορυφές των βουνών τά πυροβόβα, τά πυρομαχικά, τις οβίδες εν ώρα μάχης. Είναι ή Βορειοηπειρώτισσα, που μεταφέρει στους ώμους της ή νοσηλεύει στό σπίτι της τους τραυματίες, πού ανοίγει τό παλιό σεντούκι γιά ν’ ανεμίσει τή Γαλανόλευκη.

Στη γέφυρα του Κοκόρου επειδή τό Μηχανικό δέν προβάβαινε νά τήν όλοκληρώσει, μπήκαν στό νερό ώς τό στήθος οι γυναίκες και τήν τελείωσαν αυθημερόν. Στίς διαβάσεις επίσης των ποταμών Καλαμά και Δρίνου, όπου τό ρεύμα εμπόδιζε τους σκαπανείς, μπήκαν οι χωρικές μέσα στά νερά και πιασμένες σφιχτά άπ’ τούς ώμους σχημάτισαν πρόχωμα πού διευκόλυνε τους γεφυροποιούς.

Πάλλευκη ηρωίδα η αδελφή νοσοκόμος υπηρετεί στά ορεινά χειρουργεία και στους ενδιάμεσους σταθμούς και στά νοσοκομεία των επαρχιών μέ τήν έθελόντρια δίπλα της. Κι όταν στο Μεσολόγγι ό Γερμανός έπιτεβής οργισμένος – γιατί η Προϊσταμένη αρνείται νά εκκενώσει τό νοσοκομείο από τους “Ελληνες τραυματίες, γιά νά βάλει τους δικούς του – τήν ρωτά τό όνομά της, εκείνη άπαντα: «Έλληνίς»!

Τό φρόνημα τής Ελληνίδας των μετόπισθεν εκφράζει ή ποιήτρια της εποχής στό «Γράμμα στό μέτωπο» προς τόν στρατιώτη σύζυγο: 

Δέν είμαι μιά γυναίκα πιά της προσμονής, που τρέμει μή διάβαση μέ γράμματα ψιλά μέσα άπό Θριαμβευτικά «ανακοινωθέντα» τό μήνυμα πώς τελείωσε γιά κείνη και πόλεμος και νίκη. 

Γιά τή μεγάλη τούτη τήν ύπόθεση,
πού κλείνει πλέρια τή χαρά του άνθρώπου, γιά της αυγής τό φως, που ξαγοράζεται γιά μας άπό τά σκότη, δέν λογαριάζονται γυναίκες, σπιτικά, και τ’ όνειρο του ενός – τι Θάμα – σέ μιαν εξαίσια διαστολή χωράει νά κλείση στό μικρό του κόρφο
όνειρο του κόσμου.
 

Μέ διπλή καρδιά νά πολεμάς,
γιά μένα δίχως έγνοια πού σήμερα στρατεύομαι μαζί σου και ροβολώ μέ τό ρυθμό της ιστορίας. 

(Σ. Παπαδάκη)

Ή άγνωστη αγρότισσα άρπαξε τό άροτρο και όργωσε και έσπειρε και θέρισε και κυβέρνησε τό σπίτι της και κράτησε ψηλά τήν τιμή της. Οι γυναίκες στις πόλεις στά νυχτέρια της συσκότισης επλεξαν ασταμάτητα τις φανελλες του στρατιώτη

«και οι βελόνες γίνονταν σπαθιά
που βγαίνουνε άπ’ τή χρυσή τους θήκη
ν αγωνιστούνε μέ τόν νιό πολεμιστή
κι είναι άσωστη κι άτέλειωτη ή κλωστή
όσο κι ή Νίκη”.

Οι Έλληνίδες της Κύπρου έστειλαν τότε μέσα σέ άσπρογάλαζα σακκουλάκια τά γαμήλια δαχτυλίδια γιά χάρη της κοινής Πατρίδας. Και οι Έλληνίδες του εξωτερικού τά χρόνια του πολέμου δέν έπαυσαν νά στέλνουν τά δέματα «της έλληνικής πολεμικής περιθάλψεως» γιά τις ανάγκες και τήν έγκαρδίωση των συμπατριωτών.

Κι όταν μετά τις νίκες και τους θριάμβους έρχεται ή μαύρη κατοχή μέ τήν τρομοκρατία και τήν πείνα, ή Ιδια Έλληνίδα, όταν τό εθνικό χρέος τό έπέβαλλε, θυσίασε και τήν Ιδια τή ζωή της αψηφώντας τις ανακρίσεις, τά κρατητήρια και τό έκτελεστικό απόσπασμα, ηρωίδα άπαράμιλλη της εθνικής Αντιστάσεως: Λέβα Καραγιάννη, Ήρώ Κωνσταντοπούλου, Βασιλική Παπαθανασίου και τόσες άλλες, πού προσφέρονταν ολοκαύτωμα στό βωμό της πατρίδας, προετοιμάζοντας τήν πτώση και τόν έξευτελισμό του κατακτητή.

Και μπόρεσαν και στάθηκαν όρθιες οι Έλληνίδες των Καλαβρύτων και των Διατομών, οι μάρτυρες της απάνθρωπης σφαγής των αθώων, και έσκαψαν μέ τά νύχια τους τους τάφους γιά τους αγαπημένους τους και ανάθρεψαν μαυρομαντηλούσες άδάκρυτες στά καμένα και ρημαγμένα σπίτια τους, κάτω άπό τους τσίγκους, τά παιδιά τους. Τά παιδιά του έθνους.

Οι Ελληνίδες του έπους του 1940 βρήκαν τό σθένος νά υψωθούν πάνω άπό τις ευαισθησίες και τους σπαραγμούς τους και άνοιξαν, μέ τήν πίστη και τις θυσίες τους, στό λαό μας τό δρόμο γιά τήν τελική νίκη, πνευματική και πατριωτική.
Και αυτό δέν πρέπει νά τό λησμονούν οι Ελληνίδες των ήμερων μας, πού είναι τόσο κρίσιμες γιά τήν εθνική επιβίωση μας και άπαιτούν γι αυτό «άρετήν και τόλμην».

Λ. 
από το περιοδικό: η Δράση μας, τεύχος Οκτωβρίου 2015

για την αντιγραφή: ιστολόγιο: ”Αντέχουμε…

Ερμιόνη Μπρίγκου Η «Κυρά της Χειμάρρας» και τα νεκρά παλικάρια του 1940



site analysis

Την αποκαλούν «Κυρά της Χειμάρρας» και όχι άδικα - Η 85χρονη σήμερα, Ερμιόνη Μπρίγκου, είναι από μόνη της ζωντανή ιστορία

Μικρό παιδί το 1940, βοήθησε τον πατέρα της να θάψει στον κήπο του σπιτιού τους –στην άκρη της Χειμάρρας- έξι Έλληνες στρατιώτες που σκοτώθηκαν στις επιχειρήσεις κατά των Ιταλών.


Από τότε και έως σήμερα, ακόμη και τις δύσκολες εποχές του καθεστώτος Χότζα, φροντίζει τον αυτοσχέδιο ομαδικό τάφο,  λέγοντας –ενίοτε- νοερά  στα νεκρά παλικάρια: «Βρε παιδιά εγώ έζησα, έγινα μεγάλη και γιαγιά κι εσείς παιδιά μου δεν γυρίσατε ποτέ στην πατρίδα».

Ήταν μόλις οκτώ χρονών,  στη δίνη του ελληνοϊταλικού πολέμου, όταν η κυρία Mρίγκου, βοήθησε τον πατέρα και την μητέρα της να θάψουν τα σώματα έξι Ελλήνων στρατιωτών, που έχασαν τη ζωή τους από εχθρικό όλμο, στον Σκουταρά της Χειμάρρας. «Στο σπίτι μας έμεναν Έλληνες αξιωματικοί και στρατιώτες, ενώ στο διπλανό κτήμα μας, υπήρχαν ελληνικά χαρακώματα. Μια χούφτα Έλληνες κρατούσαν άμυνα, έχοντας απέναντι τους 500 και πλέον Ιταλούς


Ο πατέρας μου βοηθούσε και μάλιστα ήταν και οδηγός του Ελληνικού Στρατού. Και οι Ιταλοί είχαν πολλούς νεκρούς. Σε μια επίθεση με εχθρικό όλμο, σκοτώθηκαν έξι στρατιώτες που ήταν μέσα στο χαράκωμα. Τα ξέραμε τα παλικάρια αυτά.  Ο Ανδρέας Προβατάς ζούσε ακόμη. Μέσα στα αίματα έδωσε το πορτοφόλι στον πατέρα μου, για να το παραδώσουμε στους δικούς του. Μετά ξεψύχησε. Τους μαζέψαμε και τους θάψαμε σε δύο τάφους που ανοίξαμε βιαστικά. Από τότε έως σήμερα, μας συντροφεύουν» λέει στο protothema.gr η κυρία Μπρίγκου, που έως το 1990 και τη πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος του Ενβερ Χόζτα, κρατούσε «επτασφράγιστο» το μεγάλο μυστικό που έκρυβε στο κτήμα της, κάτω από τις ελιές.



«Ακολουθήσαμε τον Ελληνικό Στρατό κατά την υποχώρηση του, μετά την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα το 1941. Αργότερα επιστρέψαμε στην Χειμάρρα και οι Ιταλοί συνέλαβαν τον πατέρα μου και τον έβαλαν φυλακή για ένα χρόνο σχεδόν στα Τίρανα. Μετά οι Αλβανοί του Χότζα μας εξόρισαν για 4,5 χρόνια και το σπίτι μας επιτάχθηκε. Όταν επιστρέψαμε το βρήκαμε κατεστραμμένο. Οι Αλβανοί όμως δεν είχαν εντοπίσει τους τάφους των έξι Ελλήνων στρατιωτών και αυτό ήταν βάλσαμο για εμάς. Παρά τα βάσανα μας» λέει. .

Τα ονόματα των παλικαριών που βρίσκονται θαμμένα στο κτήμα της γιαγιάς Ερμιόνης είναι : Δημήτριος Σελάς (καταγωγή Αρχαίες Κλεωνές Κορινθίας), Νικόλαος  Βουρλούμης (Κουμάνι Ηλείας),  Σταύρος Καντάς Σταύρος (Μελλίκια Λευκίμης Κέρκυρας), Παναγιώτης Αλογογιάννης (Καμάρι Κορινθίας), Ανδρέας Προβατάς  (Αγραφούς Κέρκυρας) και  Ματθαίο Λαγό Ματθαίος (Πόρο Τροιζηνίας).



«Η συχωρεμένη μάνα μου, κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα άναβε κρυφά κεριά στους τάφους και κάθε Εθνική Εορτή της Ελλάδας μοιρολογούσε τα παλικάρια που δεν γύρισαν ποτέ στα σπίτια τους. Όλα αυτά μυστικά, γιατί αλίμονο μας εάν οι Αλβανοί του Χότζα μας ανακάλυπταν. Μετά τον πόλεμο ήρθαν αρκετές φορές στο σπίτι, ρώτησαν έψαξαν αλλά έφευγαν άπρακτοι» συμπληρώνει, φέρνοντας στο νου τα δύσκολα «πέτρινα»  χρόνια,  για τους Έλληνες της Χειμάρρας, που το 1945 αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στο δημοψήφισμα του Χότζα, με αποτέλεσμα να τους αφαιρεθούν όλα τα μειονοτικά δικαιώματα, τα οποία έως σήμερα συνεχίζει να καταπατεί η Αλβανία.

Μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος, η οικογένεια Μπρίγκου αρχίζει να αναζητεί συγγενείς των νεκρών στρατιωτών, ενώ με πρωτοβουλία της Νεολαίας της «Ομόνοιας», του κόμματος της ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία, αναγέρθηκε στο κτήμα της κυρίας Μπρίγκου, δίπλα στους τάφους ένα λιτό μνημείο για τους έξι ήρωες, πάνω στο οποίο χαράχτηκαν τα ονόματα τους. «Το μνημείο αυτό, ήταν επιθυμία του πατέρα μου πριν κλείσει τα μάτια του. Το ελάχιστο που μπορούσαμε να   κάνουμε για αυτά τα παιδιά που έμειναν για πάντα στην αυλή του σπιτιού μας. Φυτέψαμε και  μια μυρτιά δίπλα από τους τάφους, για να έχουν σκιά τα καλοκαίρια οι ήρωες μας».

Για την εθνική της προσφορά, η Κυρά της Χειμάρρας τιμήθηκε το 2014 από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κ. Κάρολο Παπούλια. Παραλαμβάνοντας το Τιμητικό Δίπλωμα τότε, η ίδια είχε δηλώσει με σεβασμό και  σεμνότητα: «Ήταν όλοι τους παλικάρια.  Θυμάμαι τον αγώνα τους και τη δύναμή τους στον πόλεμο, που δεν φοβηθήκανε. Ήταν άξια παλικάρια και έπεσαν σαν παλικάρια, αφού πρώτα πολέμησαν σαν τα λιοντάρια. Η μάνα μου τους μαγείρευε και εγώ το πρωί σηκωνόμουν και τους πήγαινα το τσάι, το νερό, τους φώναζα "ελάτε παιδιά να φάτε".  Δεν με υποχρέωνε κανείς να το κάνω, το έκανα από την ψυχή μου. Θα τους θυμάμαι για πάντα, γιατί έχασαν τη ζωή τους, τα νιάτα τους, για να απελευθερώσουν εμάς από τους Ιταλούς.  Αυτά ήταν τα παλικάρια της Ελλάδος» δήλωσε.
πηγή

Τρίτη 24 Οκτωβρίου 2017

Η Αγία Σεβαστιανή (24 Οκτωβρίου)



site analysis





Αγία Σεβαστιανή καταγόταν από την πόλη Σεβαστή της Φρυγίας και διδάχτηκε τη χριστιανική πίστη από τον απόστολο Παύλο, και πήρε τη θερμότητα και την ανδρεία του διδασκάλου της.
Η Αγία Σεβαστιανή έζησε τον 1ο αιώνα μ.Χ. και χρησιμοποιούσε τη ζωή της κάθε μέρα για την αλήθεια του Ευαγγελίου (στη Μαρκιανούπολη της Θράκης). Πήγαινε σε σπίτια ειδωλολατρών και είλκυε πολλές γυναίκες απ’ αυτούς στους κόλπους της Εκκλησίας. Συνελήφθη γι’ αυτό επί αυτοκράτορας Δομετιανού και ηγεμόνος Σεργίου, κακοποιήθηκε και εξεδιώχθη από τον τόπο της.

Έφθασε στην Ηράκλεια της Θράκης όπου πάλι συνελήφθη, από τον ηγεμόνα Πομπηιανό, και φυλακίστηκε. Αλλά η γυναικεία της φύση, ντρόπιασε τους βασανιστές της. Οι υποσχέσεις δεν τη δελέασαν, οι απειλές δεν την έκαμψαν, και κάτω από βαριά μαρτύρια στάθηκε όρθια με όλη της τη γενναιοψυχία. Οι σάρκες της αγίας Σεβαστιανής σχίζονταν, αλλά τα χείλη, όπως και η καρδιά της, εξακολουθούσαν να υμνούν τον Χριστό. Τελικά, η μεγάλη αυτή αθλήτρια της Εκκλησίας μας, παρέδωσε τη ζωή της με τον δια αποκεφαλισμού θάνατο και ετάφη στη Ραιδεστό.
Πηγή: Optiko.Net

Κυριακή 22 Οκτωβρίου 2017

Αικατερίνη Χατζηγεωργίου: Η δασκάλα του Μακεδονικού Αγώνα που έκαψαν ζωντανή οι κομιτατζήδες…



site analysis


ΕΛΑΧΙΣΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΣΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΘΥΣΙΑ ΤΗΣ…

Μιά μόλις μέρα μετά την δολοφονία του Παύλου Μελά, στις 14 Οκτωβρίου του 1904… και η ελληνική παράδοση καταγράφει με το παράκάτω δημώδες και γλαφυρό ποιήμα την θυσία της:
Παιδιά μου, γιατί χύνεται δάκρυα με τόση λαύρα
κι όλα φοράτε μαύρα στο έρμο αυτό σχολειό ;
– Έκαψαν τη δασκάλα μας Βούλγαροι δολοφόνοι
κι έχουμε μείνει μόνοι , χωρίς μανούλα πλειό .
Γιατί από μάνα πιο πολύ μας αγαπούσε εκείνη ,
η δόλια Αικατερίνη από τη Γευγελή .
Της είπαν να παραδοθεί τα τέρατα εκείνα.
Μ’ αυτή σαν Μπουμπουλίνα, ενώ πυροβολεί, τους λέει
” Δεν παραδίνεται ποτέ της μια Ελληνίδα “.
Κι ως λύκαινα ηρωίδα τρεις ώρες τους κρατεί.
Μα τέλος την εκάψανε κι επέταξε στα ουράνια
κι εμάς σε μαύρη ορφάνια μας άφησε στη γη.
Η Αικατερίνη Χατζηγεωργίου υπήρξε ένα κορίτσι, το οποίο άφησε τον μάταιο ετούτο κόσμο μόλις στα είκοσι της χρόνια μιας και είχε μπεί στο μάτι του βουλγαρικού κομιτάτου, το οποίο την είχε “προγράψει” για την αγάπη που έτρεφε στην Ελλάδα και για το οτι κρατούσε την φλόγα της ελπίδας για λευτεριά ζωντανή στα σκλαβωμένα εδάφη της Μακεδονίας των αρχών του 20ου αιώνα. Πριν όμως καεί ζωντανή, πήρε μαζί τις στον τάφο αρκετές  ψυχές Βουλγάρων κομιτατζήδων δια μέσου του πιστολιού της, αν και εγκλωβισμένη στο σπίτι στο οποίο έβαλαν τελικά φωτιά  καίγοντας την μαζί με όσους βρίσκονταν μαζί της εκείνο το κρύο βράδυ του 1904.
Στις 14 Οκτωβρίου 1904 στην Μακεδονία βασιλεύει ο τρόμος, διότι μια μέρα πριν οι τούρκοι στρατιώτες σε συνεργασία με τους βούλγαρους κομιτατζήδες δολοφόνησαν τον Παύλο Μελά (Μίκη Ζέζα) στο χωριό Στάτιστα (το οποίο σήμερα ονομάζεται Παύλος Μελάς προς τιμήν του ήρωα). Η Μακεδονία θρηνεί έναν από τους μεγάλους υπερασπιστές της. Όλοι είναι λυπημένοι μα και αισιόδοξοι συνάμα, γιατί ξέρουν πως με το αίμα ενός τέτοιου παλληκαριού θα ποτιστεί το δέντρο της ελευθερίας και θα καρπίσει.
Κάπου πιο μακριά σ’ ένα χωριό της σκλάβας Μακεδονίας, στην Γρίτσιστα (Ελληνικό) της περιοχής Γευγελής (νότια Σκόπια), ζει μια κοπέλα, η Αικατερίνη Χατζηγεωργίου. Είναι η μόλις 21 ετών δασκάλα του χωριού, η οποία, αν και μικρή στην ηλικία είναι μεγάλη στην ψυχή. Η Κατερίνα διδάσκει με ζέση τους μαθητές της σαν να πρόκειται για δικά της παιδιά. Διδάσκει την ιστορία αυτής της χιλιοβασανισμένης, μα πάντα Ελληνικής γης, που τόσοι και τόσοι βάρβαροι προσπάθησαν να αφελληνίσουν αλλά δεν τα κατάφεραν.
Όλοι στο χωριό την γνωρίζουν σαν το καλόκαρδο κορίτσι που βοηθάει πάντα τους Μακεδονομάχους αγωνιστές με όποιον τρόπο μπορεί. Οι βούλγαροι κομιτατζήδες την έχουν βάλει στο μάτι γιατί κρατάει άσβεστη την φλόγα της Ελληνικότητας στα μικρά παιδιά και στο χωριό. Την παρενοχλούν συνεχώς, την βρίζουν, την απειλούν, της περιγράφουν τι θα της κάνουν όταν θα πέσει στα χέρια τους. Την Κατερίνα όμως, δεν την νοιάζει η ζωή της παρά μόνο να μην χάσει η Μακεδονία την ελληνικότητά της. Οι βούλγαροι μετά τον θάνατο του Παύλου Μελά έχουν αποθρασυνθεί και θέλουν να τελειώνουν με κάθε εστία Ελληνικής αντίστασης.
Όταν οι κομιτατζήδες καταφτάνουν στο χωριό, τα παράθυρα και οι πόρτες των σπιτιών κλείνουν. Οι χωριανοί κρυφοκοιτάζουν ανάμεσα από τις γρίλιες τους κομιτατζήδες να κατευθύνονται στο σπίτι της δασκάλας. Φτάνοντας έξω από την πόρτα του σπιτιού της, της φωνάζουν να βγει έξω. Η Κατερίνα τους ακούει από μέσα και αποκρίνεται πως «δεν παραδίδεται ποτέ της μια Ελληνίδα». Η ατρόμητη ψυχή της δεν τους φοβάται. Μαζί της βρίσκονται ακόμη έξι Μακεδονομάχοι έτοιμοι να δώσουν την ζωή τους για την πατρίδα. Η περήφανη Ελληνίδα λέει πως δεν παραδίδεται και με το όπλο της ρίχνει μια βολή εναντίον των αιμοβόρων κομιτατζήδων και η μάχη ξεκινάει.
Οι σφαίρες των βουλγάρων χτυπάνε τους τοίχους του σπιτιού γεμίζοντάς το τρύπες. Μετά από τρεις ώρες αναποτελεσματικών πυροβολισμών κι ενώ φαίνεται ότι το σπίτι της δασκάλας είναι άπαρτο κάστρο, ένας κομιτατζής δίνει την ιδέα να το κάψουν. Όλοι συμφωνούν, μιας και δεν υπάρχει άλλος τρόπος να καταβάλουν τους Έλληνες αγωνιστές. Ένας κομιτατζής τρέχει με αναμμένο πυρσό, σπάει το παράθυρο και τον ρίχνει μέσα. Το εσωτερικό του σπιτιού είναι ξύλινο και λαμπαδιάζει αμέσως. Οι αγωνιστές όμως δεν βγαίνουν έξω. Προτιμούν να καούν ζωντανοί παρά να πέσουν στα χέρια των βουλγάρων. Οι φλόγες λαμπαδιάζουν το σπίτι, δημιουργώντας μια κόλαση πυρός. Η Κατερίνα όπως και οι άλλοι αγωνιστές συνεχίζουν να πυροβολούν μέχρι να σωθούν οι σφαίρες τους και να τους καταπιούν οι φλόγες.
Οι βούλγαροι πανηγυρίζουν για το φοβερό «κατόρθωμά» τους, καθώς από το σπίτι έχουν πια μείνει μόνο στάχτη και καπνισμένα ντουβάρια. Ένα ακόμη ολοκαύτωμα, πήρε την θέση του δίπλα στο Κούγκι, στο Σούλι, στα Σάλωνα, στο Αρκάδι της Κρήτης και σε όλα τα ολοκαυτώματα του Ελληνισμού για την ελευθερία της πατρίδας από τον βάρβαρο ζυγό.
Το 1939 βρέθηκε στο νεκροταφείο της Γευγελής ο τάφος της ηρωικής Ελληνίδας δασκάλας. Ο σταυρός, έγραφε:
  «Υπέρ της εις τον Θεόν των Ελλήνων πίστεως αγωνιζομένη, πυρί υπό των Βουλγάρων παραδοθείσα, ενθάδε κείμαι, Αικατερίνη Χατζηγεωργίου διδάσκαλος, 14 Οκτωβρίου 1904».

ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΟΥ


ΑΙΩΝΙΑ Η ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ!
επιμέλεια Alexia-momyof6

Επετειακή Ομιλία εις Μνήμην Λέλας Καραγιάννη


site analysis 



Η ιστορία της Λέλας Καραγιάννη, μοιάζει να βγαίνει από παραμύθι αλλά είναι πέρα ως πέρα αληθινή, υπερβατική και κυρίως ξεχειλίζει Ελλάδα. Η στιγμή δεν επιτρέπει λεπτομερή αναφορά στο έργο και την δράση της. Είναι αρκετό να θυμηθούμε ότι επί κατοχής, η Λέλα Καραγιάννη οργάνωσε δίκτυο για την απόκρυψη, περίθαλψη και φυγάδευση Άγγλων στρατιωτικών. Τον Οκτώβριο του 1941 συνελήφθη με προδοσία και κλείσθηκε στις φυλακές Αβέρωφ με την κατηγορία της κατασκοπείας αλλά το Ιταλικό Στρατοδικείο την αθώωσε ελλείψει στοιχείων.

Αργότερα συγκρότησε την οργάνωση «Μπουμπουλίνα», με την συμμετοχή του συζύγου και των επτά τέκνων της. Η οργάνωση, έχοντας στρατολογήσει πολλά και δυναμικά στελέχη ορισμένα μάλιστα εργαζόμενα σε υπηρεσίες των κατακτητών (Έλληνες και ξένους), παρείχε πληροφορίες στο Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής. Με την δράση της βυθίστηκαν αρκετά πλοία του εχθρού και ανατινάχτηκαν αποθέματα βενζίνης και πυρομαχικών στο αεροδρόμιο Τατοϊου, ενώ επιπλέον συνέδραμε αντάρτικες ομάδες της υπαίθρου και προκάλεσε δολιοφθορές σε κατοχικούς στόχους. Όταν στελέχη της οργανώσεώς της συλλαμβάνονται και οι συνεργάτες της  συνιστούν να κρυφτεί η ίδια αρνείται να το πράξη θεωρώντας λιποταξία την εγκατάλειψη των συνεργατών της.
Στις 11 Ιουλίου 1944 και ενώ νοσηλευόταν στο νοσοκομείο του Ερυθρού Σταυρού, συνελήφθη από την Γκεστάπο, μαζί με τα πέντε μεγαλύτερα παιδιά της, μετά από πληροφορίες που απέσπασε από λιπόψυχο συνεργάτη της. Την βασανίζουν για να ομολογήσει την δράση της και να δώσει στοιχεία για την οργάνωσή της. Την εκβιάζουν μάλιστα απειλώντας  με την εκτέλεση των τέκνων της. Αυτή ακλόνητη ως σύγχρονη Σπαρτιάτισσα απαντά: «Ζητάτε από μια Ελληνίδα μάνα να προδώσει τους συνεργάτες και την Πατρίδα της με την απειλή του τουφεκισμού των παιδιών της. Έ, λοιπόν, όχι. Μάθετε ότι τα παιδιά μου ανήκουν στην Ελλάδα και το αίμα τους θα πνίξει τους Ούνους και όλη τη Γερμανία σας !….»
Τελικά οδηγείται μαζί με άλλους πατριώτες στο Δαφνί, όπου εκτελείται την 8η Σεπτεμβρίου του 1944, ένα μήνα πριν την απελευθέρωση ψάλλοντας τον Εθνικό Ύμνο.
Η
 Λέλα Καραγιάννη δεν είναι όψιμη αντιστασιακή. Αντιδρά στον κατακτητή από την πρώτη στιγμή, από το 1941, μία περίοδο κατά την οποία η γερμανική πολεμική μηχανή έμοιαζε ανίκητη, ενώ την κατάσταση στο εσωτερικό της χώρας χαρακτήριζε η σκλαβιά των κατοχικών στρατευμάτων, η πείνα, η τρομοκρατία και  οι εκτελέσεις. Το αναμενόμενο θα ήταν να αφοσιωθεί αποκλειστικά στην επιβίωση και την φροντίδα των επτά τέκνων της. Όμως το ελληνικό της φρόνημα της μιλούσε ξεκάθαρα, ώστε να μην έχει αμφιβολίες ως προς τις προτεραιότητές της.  «Υπεράνω όλων η Πατρίς» και σε δεύτερη μοίρα η οικογένεια. Για την Καραγιάννη η προτεραιότητα αυτή δεν αποτελεί υπέρβαση αλλά απλό καθήκον.
Τα τέκνα της διηγούνται με υπερηφάνεια πολλά χρόνια μετά, ότι γαλουχήθηκαν με την φιλοπατρία και τις εθνικές παραδόσεις και ιδανικά. Με την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου τα μεγαλύτερα αδέλφια έσπευσαν να καταταγούν στο Ερυθρό Σταυρό, ενώ αργότερα συνέδραμαν την μητέρα τους στο αντιστασιακό της έργο, ενώ στο τέλος, από την φυλακή, παρακολούθησαν την επιβίβαση της μητέρας τους στο καμιόνι για το τελευταίο της ταξίδι προς τον θάνατο και την δόξα.
Το κράτος την έχει τιμήσει κατά τον τυπικό τρόπο αν και το σύμβολο Λέλας Καραγιάννη δεν έχει ανάγκη από τιμές.  Το μέγεθος εν τούτοις της άυλης αξίας της θυσίας της, είναι ανεκτίμητο και στον τομέα της αξιοποιήσεως του ηθικού  αυτού κεφαλαίου, είναι πρόδηλο ότι το κράτος έχει αποτύχει παταγωδώς. Δεν είναι αρκετό να φιλοτεχνείται προτομή της και να δίδεται το όνομά της σε δρόμο. Η ουσία της θυσίας της είναι η προβολή προτύπων και η μεταλαμπάδευση της φιλοπατρίας στις επόμενες γενεές δια της ιστορικής συλλογικής μνήμης.
Αλήθεια πόσες κινηματογραφικές ταινίες έχουν γυρισθεί με κρατική μέριμνα για την Λέλα Καραγιάννη; Σε πόσα σχολικά αναγνωστικά ξεδιπλώνεται η δράση της; Πως αξιοποιήθηκε η ιστορική συνέχεια του έθνους μας αφού με την προθυμία θυσίας των τέκνων της για την πατρίδα η Καραγιάννη ουσιαστικά παραπέμπει στις αντιλήψεις των αρχαίων Ελλήνων; Πως έχει προβληθεί το γεγονός μίας μητέρας που αναπτύσσει πρωτοφανή δράση σε καιρό ξένης κατοχής; Πόσο έχει προβληθεί σε έναν λαό που αργοσβύνει, λόγω υπογεννητικότητος, ως πρότυπο πολύτεκνης μητέρας;
Τα αποτελέσματα της κρατικής αναλγησίας και ανικανότητος μας κατακλύζουν και μας οδηγούν σε καταστροφικούς δρόμους μη αναστρέψιμους. Οι Ελληνίδες δεν γεννούν πλέον τέκνα και κάποιες από αυτές όταν γεννούν δεν τα γαλουχούν βάζοντας στις καρδιές τους την Ελλάδα. Το σχολείο παρέχει γνώσεις αλλά δεν αποδίδει ενσυνείδητους Έλληνες πολίτες. Η έλλειψη παραδείγματος και προσανατολισμού οδηγεί κάποια από τα παιδιά αυτά σε κόσμους εκτός πραγματικότητος, με αποτέλεσμα όταν βανδαλίζουν προτομές σαν της Καραγιάννη να θεωρούν τον εαυτό τους επαναστάτη. Δεν γίνεσαι όμως επαναστάτης εκ του ασφαλούς, όταν καταστρέφεις το βράδυ μνημεία και περιουσίες συμπολιτών σου, όταν κρυπτόμενος πίσω από το υποτιθέμενο «άσυλο» των Πανεπιστημίων εξαπολύεις βόμβες «μολότωφ» κατά αστυνομικών που έχουν εντολές να παραμείνουν αδρανείς. Όταν συλλαμβάνεσαι γνωρίζοντας καλά ότι σε λίγες ώρες θα είσαι ελεύθερος. Και ούτε γίνεσαι επαναστάτης όταν καταλαμβάνεις ξένες ιδιοκτησίες, υπό τα όμματα του παράλυτου κράτους.
Το κράτος λοιπόν με τις λανθασμένες επιλογές και παραλείψεις του δεν τιμά στην ουσία την μνήμη ηρώων σαν την Λέλα Καραγιάννη. Το καλύτερο μνημόσυνο γι αυτήν θα ήταν η πολιτική ωρίμανση των Ελλήνων προκειμένου να επιλέξουν κατάλληλες πολιτικές ηγεσίες, ικανές να κτίσουν την Ελλάδα που όλοι θα θέλαμε. Την Ελλάδα της Λέλας Καραγιάννη. 
Αιωνία της η μνήμη.
                                                  21 – Οκτωβρίου – 2017
                                        Αντιναύαρχος ε.α. Β. Μαρτζούκος ΠΝ
                                              Επίτιμος Διοικητής της ΣΝΔ
                                                     Πρόεδρος ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ.
ΠΗΓΗ.ΙΝΦΟΓΝΩΜΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΑ

Δευτέρα 16 Οκτωβρίου 2017

Αγίες Αγάπη, Ειρήνη και Χιονία



site analysis



 Εορτάζουν στις 16 Απριλίου εκάστου έτους.
Eις την Aγάπην και Xιονίαν.
Χιὼν το πυρ ην τη Χιονίᾳ τάχα,
Ου συμμετασχείν ηγάπησεν Αγάπη.
Eις την Eιρήνην.
Βέλος σε πέμπει προς τον ειρήνης τόπον,
Αφ’ αιμάτων σων ἐκμεθυσθὲν Ειρήνη.
Χιονίην τ’ Αγάπην εκκαιδεκάτῃ κατέκαυσαν.
Βιογραφία
Ήταν και οι τρεις αδελφές και πνευματικά βλαστάρια της Εκκλησίας της Θεσσαλονίκης.
Οι ψυχές και των τριών παρθένων ήταν στολισμένες με πολλά χριστιανικά χαρίσματα.
Όταν έγινε ο διωγμός κατά των χριστιανών επί Μαξιμιανού, οι τρεις αδελφές κατέφυγαν σε κάποιο ψηλό βουνό. Η κρυψώνα τους, όμως, ανακαλύφθηκε.
Το έτος 304 μ.Χ. συνελήφθήσαν και τις έφεραν μπροστά στον άρχοντα Δουλσήτιο. Αυτός με κάθε τρόπο προσπάθησε να τις κάνει να αρνηθούν το Χριστό. Αυτές, με όπλα τις αρετές που είχαν, ομολογούσαν Χριστόν Εσταυρωμένον. Τότε, η Αγάπη και η Χιονία πέθαναν, αφού τις έριξαν στη φωτιά. Η Αγία Ειρήνη αφού κλείσθηκε σε πορνείο (κανένας δεν τόλμησε όμως να την ενοχλήσει), βρήκε μαρτυρικό τέλος, από το βέλος που της έριξε ένας στρατιώτης.

Τα ιερά λείψανα που απέμειναν από την πυρά συνελέγησαν από ευλαβείς Χριστιανούς και ενταφιάσθηκαν δυτικά της πόλεως, σε μικρή απόσταση από τα τείχη. Εκεί ανεγέρθηκε ένας ναΐσκος στην αρχή, που αργότερα έγινε μεγαλύτερος.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’.
Τά θαύματα τῶν ἁγίων σου Μαρτύρων, τεῖχος ἀκαταμάχητον ῆμῖν δωρησάμενος, Χριστέ ὁ Θεός, ταῖς αὐτῶν ἱκεσίαις, βουλάς ἐθνῶν διασκέδασον, τῆς βασιλείας τά σκῆπτρα κραταίωσον, ὡς μόνος ἀγαθός καὶ φιλάνθρωπος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὡς αὐτάδελφοι Κόραι καὶ οὐρανόφρονες, πρὸς εὐσέβειας ἀγῶνας ὁμονοούσαι καλῶς, τὸν ἀρχέκακον ἐχθρὸν κατεπαλαίσατε, Χιονὶα ἡ σεμνή, σὺν Ἀγάπη τὴ κλυτή, Εἰρήνη ἡ πανολβία. Καὶ νῦν Χριστὸν δυσωπεῖτε, ἐλεηθήναι τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Παρθενίας έσοπτρα, φωτοειδή πεφυκυίαι, νοερώς ηστράψατε, αθλητικάς λαμπηδόνας, πάσαν μέν, την Εκκλησίαν αγλαϊζούσας, νύκτα δέ, των νοσημάτων απελαυνούσας, Χιονία και Αγάπη, συν τη Ειρήνη, Χριστού κειμήλια.

Οπτικοακουστικό Υλικό