Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2015

Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΑΝΥΣΙΑ Η ΕΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ (30 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ)



site analysis


«Η αγία έζησε επί της βασιλείας του Μαξιμιανού. Καταγόταν από τη Θεσσαλονίκη και οι γονείς της που ήταν ευσεβείς και πιστοί στον Χριστό, είχαν αρκετή περιουσία. Όταν αυτοί έφυγαν από τη ζωή, η αγία ζούσε μόνη της, ευαρεστώντας τον Θεό με τον βίο και τις πράξεις της. Κάποια φορά που πήγαινε στην Εκκλησία κατά τη συνήθειά της, την σταμάτησε ένας ειδωλολάτρης στρατιώτης, ο οποίος την τραβούσε με τη βία στους βωμούς των ειδώλων  και την προέτρεπε να προσφέρει θυσίες στους δαίμονες. Επειδή όμως η Ανυσία ομολογούσε την πίστη της στον Χριστό, τότε ο στρατιώτης εξοργίστηκε (διότι η αγία μάρτυς φύσηξε και έφτυσε στο πρόσωπό του) και με το ξίφος του διεπέρασε την πλευρά της. Έτσι η αξιοσέβαστη μάρτυς δέχτηκε το μακάριο τέλος».
Η πόλη  της Θεσσαλονίκης καυχάται όχι μόνον για τον πολιούχο της, μεγαλομάρτυρα και μυροβλήτη άγιο Δημήτριο, όχι μόνον για τον δεύτερο πολιούχο της μεγάλο Πατέρα και Οικουμενικό Διδάσκαλο άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, αλλά και για την αγία μάρτυρα Ανυσία, της οποίας το σεπτό λείψανο αναπαύεται στον ναό του αγίου Δημητρίου. Κατά τον άγιο Θεοφάνη μάλιστα τον υμνογράφο, η μεν Θεσσαλονίκη καυχάται για τα σπάργανα και τους άθλους της αγίας, η δε θριαμβεύουσα Εκκλησία έχει το πνεύμα της και χαίρεται γι’ αυτό, που σημαίνει ότι η αγία Ανυσία αποτελεί πηγή χαράς για ολόκληρη την Εκκλησία, και την επί γης και την εν ουρανοίς. «Θεσσαλονικέων η πόλις, σου τοις σπαργάνοις και τοις άθλοις, μάρτυς, εγκαυχάται Παρθένε η Εκκλησία των πρωτοτόκων δε, μετά δικαίων έχει σου πνεύμα το θείον ευφραινόμενον» (Η πόλη των Θεσσαλονικέων, μάρτυς παρθένε, καυχιέται για τα σπάργανά σου και τους άθλους σου. Η Εκκλησία δε των πρωτοτόκων κατέχει με χαρά το θεϊκό πνεύμα σου).
Αιτία βεβαίως για την καθολική αυτή χαρά της Εκκλησίας είναι το γεγονός ότι η αγία με το μαρτύριό της φανέρωσε «τον εγκάρδιον έρωτά» της προς τον Χριστό, τόσο που η έμπνευση του αγίου υμνογράφου την βάζει στη θέση της γυναίκας που προσήγγισε τον Χριστό λίγο πριν από το πάθος Του και εξέφρασε την αγάπη της προς Εκείνον  με το μύρο που έχυσε στα πόδια Του, σπογγίζοντάς Τα με τους πλοκάμους της κεφαλής της. Κι ενώ το γεγονός της Καινής Διαθήκης ενέπνευσε την αγία υμνογράφο Κασσιανή (με το γνωστό μεγαλοφυές άσμα της του όρθρου της Μεγάλης Τετάρτης, ψαλλόμενο το εσπέρας της Μεγάλης Τρίτης), το ίδιο γίνεται πρότυπο για ανάλογη έμπνευση του αγίου Θεοφάνη, αλλά σε σχέση με την αγία Ανυσία. «Τον εγκάρδιον έρωτα, υποφαίνουσα δάκρυσι, κατανύξει Ένδοξε, γην κατέβρεχες, και ταις θριξίν εναπέσμηχες, Χριστού υποπόδιον»(Φανερώνοντας τον έρωτα που είχες μέσα στην καρδιά σου, ένδοξε μάρτυς, κατάβρεχες από την κατάνυξή σου με δάκρυα τη γη και σκούπιζες με τις τρίχες της κεφαλής σου τα πόδια του Χριστού).
Η ένσταση βεβαίως εν προκειμένω είναι προφανής. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε ένα ιστορικό γεγονός: είναι η γυναίκα που προσήλθε στον Χριστό και προέβη στο ξέσπασμα της καρδιάς της. Στην περίπτωση όμως της αγίας Ανυσίας; Πώς αγκάλιαζε και σκούπιζε τα πόδια του Χριστού; Ο υμνογράφος μας δεν μας αφήνει μετέωρους. Η αγία Ανυσία μπόρεσε και άντεξε τα μαρτύριά της, βρήκε το κουράγιο να ομολογήσει την πίστη της, έστω και με απώλεια της ζωής της, γιατί η αγάπη της προς τον Χριστό την έκανε με νοερό τρόπο να Τον έχει παρόντα μπροστά της και με τη διάνοιά της να αγγίζει τα ίχνη των ποδών Του. «Εννοούσα – λέει - και Αυτόν ως παρόντα προβλέπουσα, ον εποθησας και ιχνών απτομένη διανοία, θεωρίαις θειοτάταις την σην ψυχήν κατελάμπρυνας» (Σπόγγιζες τα πόδια του Χριστού, εννοώντας Τον και βλέποντάς Τον σαν να ήταν παρών, Αυτός τον Οποίο πόθησες. Και αγγίζοντας τα ίχνη των ποδών Του με τη διάνοιά σου, λάμπρυνες την ψυχή σου με θειότατες θεωρίες). Με άλλα λόγια, η αγία την ώρα του μαρτυρίου της, με τη χάρη του Χριστού, βρισκόταν σε κατάσταση θεοπτίας. Ο Χριστός της έδινε τη δύναμη να Τον βλέπει και να Τον εναγκαλίζεται, όπως παρομοίως είχε δώσει τη χάρη και σε άλλους μάρτυρες, όπως μεταξύ άλλων και στην αγία Ερμιόνη. Η θεωρία του Χριστού την ώρα του μαρτυρίου ή της ετοιμασίας προς αυτό είναι κάτι που το διαπιστώνουμε συχνά στα συναξάρια των μαρτύρων της πίστεώς μας.
Και βεβαίως ο άγιος υμνογράφος «εκμεταλλεύεται», όπως όλοι οι υμνογράφοι, τον τρόπο που άφησε την τελευταία της πνοή: την διά ξίφους διαπέραση της πλευράς της. Αμέσως ο νους του αγίου Θεοφάνη πηγαίνει στη λογχευμένη πλευρά του Κυρίου, συνεπώς συσχετίζει το μαρτύριο της αγίας με το πάθος Του: «Ζωηφόροις σου τοις ίχνεσιν επομένη, λόγχη πλευράν τιτρώσκεται» (Ακολουθώντας τα ίχνη Σου που φέρουν τη ζωή, πληγώνεται με λόγχη την πλευρά της η αγία). Ο υμνογράφος δηλαδή σαν να μας λέει, ότι όποιος αγαπά τον Χριστό και θέλει να Τον ακολουθεί κατά πόδας – «επακολουθών τοις ίχνεσιν Αυτού» κατά τον απόστολο Πέτρο – δέχεται τη χάρη και να πάθει υπέρ Χριστού με τον ίδιο τρόπο που έπαθε Εκείνος. Τα πάθη του Χριστού γίνονται πάθη και του πιστού, δείγμα της πλημμύρας της χάρης του Χριστού στον πιστό. Ακολουθία του Χριστού και μαρτύριο υπέρ Αυτού τελικώς είναι έννοιες ταυτόσημες.
ΠΗΓΗ.ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ

Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2015

ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΘΕΝΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ



site analysis

ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 4!!

ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΘΕΝΟΥ

ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ

(Γερασίμου μοναχού Μικραγιαννανίτου.)

ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ

Μετά τον Προοιμιακόν, η α’  στάσις του Μακάριος ανήρ. Εις δε το Κύριε εκέκραξα, ιστώμεν στίχους στ’ , και ψάλλομεν Στιχηρά Προσόμοια.

Ήχος α’ . Των ουρανίων ταγμάτων.

Των Αθλητών την δυάδα ύμνοις τιμήσωμεν, τους σταθηρά καρδία, και ομόφρονι γνώμη, αθλήσαντας νομίμως υπέρ Χριστού, και τον όφιν αισχύναντας, συν Χριστοδούλω τω θείω και ευκλεεί, Χριστοδούλην την πανεύφημον.

Ομωνυμία αγία καλλωπιζόμενοι, και έργοις βεβαιούντες, την φερώνυμον κλήσιν, ηθλήσατε νομίμως ως του Χριστού, αληθώς δούλοι γνήσιοι, συν Χριστοδούλη Χριστόδουλε Αθλητά, δια τούτο εδοξάσθητε.

Υπέρ Χριστού της αγάπης στερρώς ηνέγκατε, πάσαν βασάνων πείραν, ακλινεί διανοία, και ξίφει εκτμηθέντες τας κεφαλάς, τον εχθρόν ετροπώσασθε, ω Χριστοδούλη παρθένε νύμφη Χριστού, και Χριστόδουλε μακάριε.

Έτερα. Ήχος δ’ . Ως γενναίον εν Μάρτυσιν.

Ως τη κλήσει συνώνυμοι, ομοφρόνως ηθλήσατε, του Χριστού τον θάνατον μιμησάμενοι, αθανασίας τον πρόξενον, θεόφρον Χριστόδουλε, Αθλοφόρων καλλονή, Χριστοδούλη τε πάνσεμνε, καθαρώτατον, και πολύτιμον σκεύος παρθενίας, δια τούτο της αλήκτου, ζωής ομού ηξιώθητε.

Τη σοφία τη άνωθεν, και ψυχής ανδρειότητι, του Χριστού την σάρκωσιν εκηρύξατε, επί απίστων μακάριοι, και τούτων την άνοιαν, διηλέγξατε στερρώς, Χριστοδούλη θεόληπτε, και Χριστόδουλε, και τω ξίφει τμηθέντες τους αυχένας, των Μαρτύρων ταις αγέλαις, περιφανώς ηριθμήθητε.

Ξυνωρίς η ομώνυμος, των Μαρτύρων και σύναθλος, του Χριστού τα σφάγια τα αμώμητα, της Εκκλησίας το στήριγμα, πιστών το κραταίωμα, και μεσίται προς Χριστόν, και προστάται θερμότατοι, ανυμνείσθωσαν, συν σεπτώ Χριστοδούλω, Χριστοδούλη, οι οικούντες συν Αγγέλοις, και τους πιστούς περιέποντες.

Δόξα. Ήχος δ’ .

Της ευσεβείας τοις σκάμμασι, σεαυτούς γυμνάσαντες, τη ομολογία του Χριστού, λαμπροτέραν την κλήσιν ειργάσασθε, Μάρτυρες ένδοξοι. Συνδεδεμένοι γαρ τη χάριτι, και εν πάσι καλώς ομονοούντες, ίσοι τοις άθλοις ώφθητε, και τοις στεφάνοις ισότιμοι, αλλ’ ω Χριστόδουλε και Χριστοδούλη, Χριστόν τον φιλάνθρωπον Θεόν, ικετεύσατε υπέρ των ψυχών ημών.

Και νυν. Θεοτοκίον Ήχος δ'

Ο δια σε Θεοπάτωρ προφήτης Δαυΐδ, μελωδικώς περί σου προανεφώνησε, τω μεγαλείά σοι ποιήσαντι. Παρέστη η Βασίλισσα εκ δεξιών σου. Σε γαρ μητέρα πρόξενον ζωής ανέδειξεν, ο απάτωρ εκ σου ενανθρωπήσαι ευδοκήσας Θεός, ίνα την εαυτού αναπλάση εικόνα, φθαρείσαν τοις πάθεσι, και το πλανηθέν ορειάλωτον ευρών, πρόβατον τοις ώμοις αναλαβών, τω Πατρί προσαγάγη, και τω ιδίω θελήματι, ταις ουρανίαις συνάψη Δυνάμεσι, και σώση Θεοτόκε τον κόσμον, Χριστός ο έχων, το μέγα και πλούσιον έλεος.

Είσοδος, το Φως ιλαρόν, το Προκείμενον της ημέρας, και τα Αναγνώσματα.

Προφητείας Ησαΐου το Ανάγνωσμα. (Κεφ. 43, 9-14)

Τάδε λέγει Κύριος· Πάντα τα έθνη συνήχθησαν άμα και συναχθήσονται άρχοντες εξ αυτών. Τις αναγγελεί ταύτα εν αυτοίς; η τα εξ αρχής, τις ακουστά ποιήσει ημίν; Αγαγέτωσαν τους Μάρτυρας αυτών, και δικαιωθήτωσαν. Και ειπάτωσαν αληθή. Γίνεσθέ μοι Μάρτυρες, και εγώ Μάρτυς Κύριος ο Θεός, και ο παις, ον εξελεξάμην, ίνα γνώτε και πιστεύσητε, και συνήτε, ότι εγώ ειμι. Έμπροσθέν μου ουκ εγένετο άλλος Θεός, και μετ εμέ ουκ έσται. Εγώ ειμι ο Θεός, και ουκ έστι πάρεξ εμού ο σώζων. Εγώ ανήγγειλα και έσωσα, ωνείδισα, και ουκ ην εν ημίν αλλότριος. Υμείς εμοί Μάρτυρες, και εγώ Κύριος ο Θεός, ότι απ' αρχής εγώ ειμι, και ουκ έστιν ο εκ των χειρών μου εξαιρούμενος. Ποιήσω, και τις αποστρέψει αυτό; Ούτω λέγει Κύριος ο Θεός, ο λυτρούμενος ημάς, ο Άγιος Ισραήλ.

Σοφίας Σολομώντος το Ανάγνωσμα. (Κεφ. 3, 1-9)

Δικαίων ψυχαί εν χειρί Θεού, και ου μη άψηται αυτών βάσανος. Έδοξαν εν οφθαλμοίς αφρόνων τεθνάναι. Και ελογίσθη κάκωσις η έξοδος αυτών, και η αφ’ ημών πορεία σύντριμμα, οι δε εισιν εν ειρήνη. Και γαρ εν όψει ανθρώπων εάν κολασθώσιν, η ελπίς αυτών αθανασίας πλήρης. Και ολίγα παιδευθέντες, μεγάλα ευεργετηθήσονται, ότι ο Θεός επείρασεν αυτούς, και εύρεν αυτούς αξίους εαυτού. Ως χρυσόν εν χωνευτηρίω εδοκίμασεν αυτούς, και ως ολοκάρπωμα θυσίας προσεδέξατο αυτούς. Και εν καιρώ επισκοπής αυτών αναλάμψουσι, και ως σπινθήρες εν καλάμη διαδραμούνται. Κρινούσιν έθνη, και κρατήσουσι λαών και βασιλεύσει αυτών Κύριος εις τους αιώνας, οι πεποιθότες επ' αυτόν, συνήσουσιν αλήθειαν, και οι πιστοί εν αγάπη προσμενούσιν αυτώ, ότι χάρις και έλεος εν τοις οσίοις αυτού, και επισκοπή εν τοις εκλεκτοίς αυτού.

Σοφίας Σολομώντος το Ανάγνωσμα. (Κεφ. ζ′.7)

Δίκαιος, εάν φθάση τελευτήσαι, εν αναπαύσει έσται. Γήρας γαρ τίμιον ου το πολυχρόνιον, ουδέ αριθμώ ετών μεμέτρηται. Πολιά δε εστι φρόνησις ανθρώποις, και
ηλικία γήρως βίος ακηλίδωτος. Ευάρεστος Θεώ γενόμενος, ηγαπήθη· και ζων μεταξύ αμαρτωλών, μετετέθη. Ηρπάγη, μη κακία αλλάξη σύνεσιν αυτού, η δόλος απατήση
ψυχήν αυτού· βασκανία γαρ φαυλότητος αμαυροί τα καλά, και ρεμβασμός επιθυμίας μεταλλεύει νουν άκακον. Τελειωθείς εν ολίγω, επλήρωσε χρόνους μακρούς· αρεστή
γαρ ην Κυρίω η ψυχή αυτού· δια τούτο έσπευσεν εκ μέσου πονηρίας. Οι δε λαοί ιδόντες και μη νοήσαντες, μηδέ θέντες επί διανοία το τοιούτον, ότι χάρις και έλεος εν τοις οσίοις αυτού, και επισκοπή εν τοις εκλεκτοίς αυτού.

Απόστιχα. Ήχος πλ. Δ’ . Ω του παραδόξου θαύματος.
Μάρτυρες, Χριστού καλλίνικοι, της θεϊκής καλλονής, εκ ψυχής αγαπήσαντες, την υπέρ κατάληψιν, αληθώς ωραιότητα, τα εν τω κόσμω, κάλλη ελίπετε, και ομοψύχως,
πίστει ηθλήσατε, όθεν εδόξασεν, Αθλητά Χριστόδουλε συν τη σεμνή, Χριστοδούλη Κύριος, υμών την άθλησιν.

Στ.: Θαυμαστός ο Θεός, εν τοις Αγίοις Αυτού.

Χαίροις, ξυνωρίς ομώνυμε, των Αθλητών του Χριστού, Χριστοδούλη θεόνυμφε, και σοφέ Χριστόδουλε, οι Χριστόν αγαπήσαντες, υμείς γαρ γνώμη μια αθλήσαντες, ίσοις
επάθλοις, εμεγαλύνθητε, ω της λαμπρότητος! ης κατηξιώθητε εν ουρανοίς, Ασωμάτων τάξεσι, συναυλιζόμενοι.

Στ.: Τοις αγίοις τοις εν τη γη Αυτού, εθαυμάστωσεν ο Κύριος.

Μάρτυς, αληθής του Ιησού, καθαροτάτων νοΐ, Χριστοδούλη πανεύφημε, βίου καθαρότητι, και αθλήσεως αίμασι, λαμπρώς εδείχθης, και προσεχώρησας, εις τον νυμφώνα, τον επουράνιον, ένθα ικέτευε, υπέρ πάντων πάνσεμνε συν τω κλεινώ, Χριστοδούλω πάντοτε, των ευφημούντων σε.

Δόξα. Ήχος πλ. Β’ .

Αθλητικήν επιδειξάμενοι ένστασιν, τυραννικήν κατεπατήσατε οφρύν Μάρτυρες πανένδοξοι, όθεν Χριστός ο Κύριος, ως μύρον ευωδίας, το αίμα υμών δεξάμενος, παθών δυσωδίας, και νοσημάτων λύμης δι’ υμών λυτρούται, τους τιμώντας υμών την άθλησιν, αλλ’ ω Χριστόδουλε και Χριστοδούλη, μη παύσησθε ιλεούμενοι ημίν, τον μόνον ευδιάλλακτον.

Και νυν. Θεοτοκίον.

Θεοτόκε, συ ει η άμπελος η αληθινή, η βλαστήσασα τον καρπόν της ζωής, σε ικετεύομεν, πρέσβευε Δέσποινα, μετά των Αποστόλων, και πάντων των Αθλοφόρων, ελεηθήναι τας ψυχάς ημών.
 Νυν απολύεις. Τρισάγιον.

Απολυτίκιον. Ήχος δ’ . Ταχύ προκατάλαβε.
Δυάδα την σύναθλον των Αθλητών του Χριστού, Χριστόδουλον μέλψωμεν, και Χριστοδούλην ομού, τα άνθη της πίστεως, ούτοι γαρ τη αγάπη, πτερωθέντες τη θεία,
ήθλησαν ομοφρόνως, και τον όφιν καθείλον, και νυν καθικετεύουσιν, υπέρ των ψυχών ημών.

Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.

Το απ’ αιώνος απόκρυφον, και Αγγέλοις άγνωστον μυστήριον· δια σου Θεοτόκε τοις επί γης πεφανέρωται, Θεός εν ασυγχύτω ενώσει σαρκούμενος, και Σταυρόν εκουσίως
υπέρ ημών καταδεξάμενος, δι' ου αναστήσας τον πρωτόπλαστον, έσωσεν εκ θανάτου τας ψυχάς ημών.
 Απόλυσις.

ΟΡΘΡΟΣ

Μετά την α’  στιχολογίαν, κάθισμα. Ήχος α’ . Τον τάφον Σου Σωτήρ.

Ως άστρα νοητά, του Ηλίου της δόξης, Χριστόδουλε σοφέ, και Χριστοδούλη, εκλάμπετε τοις πέρασι, ταις αυγαίς της αθλήσεως, και διώκετε, της αθυμίας τον ζόφον, όθεν σήμερον, την φωταυγή υμών μνήμην, συμφώνως γεραίρομεν.

Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.

Φωτός Τριαδικού, πανυπέρφωτος οίκος, Παρθένε Μαριάμ, παντευλόγητε Κόρη, τον νουν μου καταφώτισον, σκοτισθέντα τοις πάθεσι, και συνέτισον, τον ασταθή λογισμόν μου, πράττειν πάντοτε, το του Υιού Σου και Κτίστου, πανάγιον θέλημα.

Μετά την β’  στιχολογίαν, κάθισμα. Ήχος α’ . Χορός Αγγελικός.

Αθλήσαντες ομού, ομοψύχω καρδία, ησχύνατε εχθρόν, τον δεινόν αποστάτην, Χριστόδουλε ένδοξε, Χριστοδούλη τε πάνσεμνε, όθεν χαίροντες, άμφω της δόξης της
άνω, ηξιώθητε, υπέρ ημών δυσωπούντες, Χριστόν τον φιλάνθρωπον.

Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.
Σαρκί τη καθ’ ημάς, ενωθείς υπέρ λόγον, ο Λόγος του Θεού, εξ αγνών Σου αιμάτων, Θεός άμα και άνθρωπος, εκ γαστρός Σου γεγέννηται, και εθέωσε, την των ανθρώπων
ουσίαν, ως φιλάνθρωπος, ευλογημένη Μαρία, ημών καταφύγιον.
 Ο Ν  ψαλμός.
Είτα οι Κανόνες· της Θεοτόκου· και των Αγίων.

Ωδή α’ . Ήχος πλ. Β’ . Ως εν ηπείρω πεζεύσας.

Ταις φαϊνωτάταις ακτίσι, της τριλαμπούς Αθλοφόροι Μάρτυρες, ελαμπόμενοι αυγής φωτισμόν, αιτήσασθαι ημίν, την πανέορτον υμών μνήμην γεραίροντες.

Ηλιακάς απαστράπτει μαρμαρυγάς, η σεπτή και εύσημος των Μαρτύρων εορτή, και της γης τα πέρατα αεί καταυγάζει, μυστικώς σθένει του Πνεύματος.

Νέω εν σώματι Μάρτυς τον παλαιόν, της κακίας άρχοντα κατεπάλαισας στερρώς, υπομείνας βάσανα και πυρ και δεινών επιφοράς, μάκαρ Χριστόδουλε.

Θεοτοκίον.

Λελυτρωμένοι Παρθένε προγονικής, καταδίκης Άχραντε τη γεννήσει Σου σαφώς, εν φωναίς ασμάτων σε αεί, μακαρίζομεν πιστοί, ω Θεομήτορα.

Ωδή γ’ . Ουκ έστιν  Άγιος.

Αγώνας ήνυσας στερρώς, υπομείνας βασάνους και πικράς τιμωρίας των μελλόντων αγαθών, τηρούμενος προφανώς ταις ελπίσιν, ένδοξε Χριστόδουλε.

Μαρτύρων εύκλειαν φαιδρά, περικείμενος Μάρτυς, καθορώσά σε όλων τοις βασάνοις, εαυτήν εκδέδωκε η σεμνή, Χριστοδούλη αδελφή φρονούσά σοι.

Ποθήσας Μάρτυς τον Χριστόν, τα ορώμενα πάντα εις ουδέν ηγήσω των τυραννούντων ορμάς, Χριστόδουλε Αθλητά, ολεθρίους πίστει τροπωσάμενος.

Θεοτοκίον.
Ρυσθήναι πάσης πονηράς, εναντίων εξόδου, και παθών ψυχοφθόρων, και κινδύνων χαλεπών, τους Σε τιμώντας αεί, Θεοτόκε πάναγνε ικέτευε.

Κάθισμα. Ήχος πλ. Δ’ . Την Σοφίαν και Λόγον.

Των βασάνων τα νέφη τα χαλεπά, Αθληταί παριδόντες καρτερικώς, ως ήλιος χάριτι, του Σωτήρος ελάμψετε, αδελφική στοργή δε, ενθέως συνδούμενοι, ομοίοις πόνοις
λαμπρώς εδοξάσθητε, όθεν μετά τέλος, ατελεύτητον χάριν, εξ ύψους εδέξασθε, θεραπεύειν νοσήματα, Αθλοφόροι αυτάδελφοι, πρεσβεύσατε Χριστώ τω Θεώ, των πταισμάτων άφεσιν δωρήσασθαι, τοις εορτάζουσι πόθω την αγίαν μνήμην υμών.

Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.

Την ψυχήν μου Παρθένε, την ταπεινήν, την εν ζάλη του βίου, των πειρασμών, νυν ως ακυβέρνητον, ποντουμένην Πανάμωμε, αμαρτιών τε φόρτω, φανείσαν υπέραντλον, και εις πυθμένα άδου, πεσείν κινδυνεύουσαν, φθάσον Θεοτόκε, τη θερμή σου πρεσβεία, και σώσον παρέχουσα, τον λιμένα τον εύδιον, ίνα πίστει κραυγάζω σοι· Πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, των πταισμάτων δούναί μοι την άφεσιν· σε γαρ έχω ελπίδα ο δούλός σου.

Ωδή δ’ . Χριστός μου δύναμις.

Αγρίων χάσματα, θηρών εφιμώσεις, επικλήσεσι θείες, αγγελική δόξη καλλυνόμενος, και μαρτυρίου ιεραίς φωταυγίες λαμπρυνόμενος.

Ναόν σε έμψυχον, ναόν Πανάγιον, η του Πνεύματος χάρις, Μάρτυς σοφέ, εύρατο Χριστόδουλε, ω κραταιούμενος ναούς, των ειδώλων κατηδάφισας.

Υπήρξας άσειστος, ακαταπτόητος, απερίτρεπτος, πάσαις επιβουλαίς χαλεπών κολάσεων, κραταιούμενη εν Χριστώ, Χριστοδούλη παναοίδιμε.

Μαρτύρων αίμασι, καλλωπιζόμενοι, και ομονοία, πίστει αδελφική, σώζοντες μακάριοι, των διωκτών τας ζοφεράς επινοίας διεκρούσασθε.

Θεοτοκίον.
Νοήσας πόρρωθεν, εμφαντικώτατα Αββακούμ, Σε εκάλει όρος Αγνή, αρεταίς κατάσκιον, εξ Ου επέφανεν ημίν, ο φωτίζων τας ψυχάς ημών.

Ωδή ε’ . Τω θείω φέγγει Σου Αγαθέ.

Ως όρθρος έλαμψας ευπρεπής, ως ημερινός όντως αστήρ, ως φαεινότατος άθλων, και σημείων μαρμαρυγαίς, τους πιστούς ενθέως καταυγάζων, Μάρτυς δούλε.

Μεγίστοις πόνοις, εγκαρτερών, και τας ανενδότους των δεινών επιφοράς λογιζόμενος Μάρτυς, ως ηδύστας τρυφάς Χριστόδουλε, τας θείας αντιδόσεις χαίρων κεκλήρωσαι.

Αιμάτων ρείθρα, Μάρτυς σεμνή, χέουσα εκτήσω της τρυφής, συ τον χείμαρρον πανεύφημε, και την δι’ αιώνος, δόξαν αμάραντον, και την εν Παραδείσω τερπνήν απόλαυσιν.

Θεοτοκίον.

Ρομφαίαι πάσαι του δυσμενούς, άχραντε πανάμωμε αγνή, όντως εις τέλος εξέλιπον, Συ γαρ των απάντων, Θεόν εκύησας, τω Σταυρώ καθελόντα τούτου το φρύαγμα.

Ωδή στ’ . Του βίου την θάλασσαν.

Του βίου την θάλασσαν, υψουμένην καθορών, και τοις θηρσί ριπτόμενοι, μεληδόν κοπτόμενοι, και πυρί εν όλω φλεγόμενοι, την αμώμητον πίστιν, ουκ ηρνήσασθε.

Υψούμενα κύματα των κολάσεων, σφοδρώς δικαστικαίς προστάγμασι, το σταθερόν της γνώμης των Αθλητών, βυθίσαι ουκ ίσχυσε, τη γαρ θεία παλάμη εκρατύνοντο.

Ροαίς απεωνίζατε, Φαραώ τον δυσμενή, του εκχυθέντος αίματος, την δε Χριστού ηρδεύσατε ευσεβώς, αήττητοι Μάρτυρες, Εκκλησίαν την πίστει αναθάλλουσαν.

Θεοτοκίον.
Ως όμβρος κεκένωται, εν τη μήτρα Σου, Θεός δι’ ευσπλαγχνίαν άφατον και τον χειμάρρουν άπαντες της τρυφής, επότισε Δέσποινα, και την κτίσιν φθαρείσαν εκαινούργησεν.
Κοντάκιον. Ήχος γ’ . Η Παρθένος σήμερον.

Τους γενναίους Μάρτυρας, και αδελφούς κατά σάρκα, τον σοφόν Χριστόδουλον, και Χριστοδούλην τιμώμεν, ούτοι γαρ, των τυραννούντων μηχανουργίας, ήσχυναν, τη
δυναστεία του σταυρωθέντος, ανεδείχθησαν διόπερ, Μαρτύρων δόξα, ομού και καύχημα.

Ο Οίκος.

Την δυάδα πιστοί των Αθλοφόρων σήμερον, εν ωδαίς ιεραίς και ύμνοις ευφημήσωμεν, ότι των ειδώλων καθείλον την πλάνην, πολυθεΐας το πυρ κατασβέσαντες και δαίμονες ήσχυναν, των δε τυράννων τον θυμόν ουκ έπτυξαν, ξίφη τε και πυρ δειλιάσαντες, ούτε θηρίων αγρίων ορμάς, αγωνισάμενοι, καλών Χριστόδουλος ευκλεής, συν τη σεπτή Χριστοδούλη, αδελφοί σύναθλοι, δειχθέντες Μαρτύρων, ομού και καύχημα.

Συναξάριον

Τη Δ' του αυτού μηνός, οι Άγιοι Μάρτυρες Χριστόδουλος και Χριστοδούλη ξίφει τελειούνται.
 Συνωνυμών σοι, παρθένε Χριστοδούλη,


Ωδή ζ’ . Δροσοβόλον μεν την κάμινον.

Νεανίαις τρεις εν χάριτι μιμούμενοι, το πυρ κατεπατήσατε, δροσιζόμενοι τω αΰλω Πνεύματι πυρί, και ψάλλοντες Μάρτυρες Χριστώ· Ευλογητός ει ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.

Ζεομένης της σαρκός, η προς τον κτίσαντα αγάπη εκρατύνετο, οι γαρ Άγιοι ολοτρόπω νεύσει προς τον Θεόν θεούμενοι, έμελπον πιστώς· Ευλογητός ει ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.

Υπεριδών σου καρδίας τα κινήματα, ταις θείαις αναβάσεσιν εν ασαλεύτω Αθλοφόρε, πέτρα της ζωής, ακλόνητος ίστασο βοών· Ευλογητός ει ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.

Θεοτοκίον.

Νεανίαις τρεις η κάμινος ουκ έφλεξεν, γέννησιν προτυπούσα την Σην, το γαρ θείον πυρ μη φλέξας ώκησεν εν Σοι, και πάντας εφώτισε βοάν· Ευλογητός ει ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.

Ωδή η’ . Εκ φλογός.

Ωραιότατος ώφθης ψυχή και σώματι, των βασάνων νιφάσι καταχωννύμενος, Μάρτυς Αθλητά, ουδαμώς δε ηττώμενος, μέλπεις τω Δεσπότη Χριστώ, εις τους αιώνας.

Ρητορεύοντες άμα λόγον τον ένθεον, εξεφαύλισαν πόθω δόγμα το άθεον, οι αδελφική αγχιστεία συνδούμενοι, Μάρτυρες του πάντων Θεού και Βασιλέως.

Ιερεία και θεία ολοκαυτώματα, εθελόφυτοι άρμες, άμωμα σφάγια, κάρπωμα δεκτώ τω Θεώ προσηνέχθητε, εν επουρανίω τραπέζη Αθλοφόροι.

Διαυγή σε αστέρα, φωτοειδέστατον ίαμα, κτίσιν καταλαμπρύνοντα, πάντων τας ψυχάς Αθλοφόρε Χριστόδουλε, πίστει εγνωκότες, υμνούμεν εις αιώνας.

Θεοτοκίον.

Απειρόγαμε Κόρη, χαίρε Πανάμωμε, ο λιμήν των εν ζάλη, χαίρε Θεόνυμφε, των αμαρτωλών χαίρε το ιλαστήριον, χαίρε η τεκούσα Θεόν σεσαρκωμένον.

Ωδή θ’ . Θεόν ανθρώποις.

Ιδείν την δόξαν του Παντοκράτορος, επιποθών και κάλλος Αυτού το αμήχανον, αδοξίαν του βίου παρέδραμες, άτιμον υπομείνας θάνατον ένδοξε, δόξα προξενούντά
σοι, αεί Μάρτυς Χριστόδουλε.

Ως φως, ως λύχνον αειλαμπέστατος, τοις εν νυκτί του βίου καθωράθης Χριστόδουλε, αγνωσίας το σκότος εδίωξας, έλυσας παθημάτων την αμαυρότητα, φέγγεις ιαμάτων
Αθλητά θεομακάριστε.

Στολαίς βαφείσας υμών εξ αίματος, μαρτυρικού, ωραίους εαυτούς περιστείλαντες, στεφηφόροι Κυρίω παρίστασθε, μέλποντες συν Αγγέλοις· Άγιος, Άγιος, Άγιος,
Τριας η παντουργός, και παντοδύναμος.

Ημών τη πίστει την αεισέβαστον, και ιεράν, και πλήρη φωτισμού και λαμπρότητος, Αθλοφόροι Μάρτυρες, τελούντων υμών την μνήμην, και προσκυνούμεν πίστει τα λείψανα, μέμνησθε παντοίων πειρασμών, πάντας λυτρούμενοι.

Θεοτοκίον.

Φωτός δοχείον, του αναλάμψαντος θεοπρεπώς, εκ Σου της καθαράς παναμώμητε, ψυχής μου τα όμματα φώτισον, σκότος της αγνωσίας αποδιώκουσα, και της αμαρτίας
την αχλύν εξαφανίζουσαν.

Εξαποστειλάριον. Γυναίκες ακουτίσθητε.

Των Αθλητών τιμήσωμεν, δυάδα την συνώνυμον, της Παναγίας Τριάδος, τους ευκλεείς αριστέας, και πρεσβευτάς προς Κύριον, ημών και αντιλήπτορας, Χριστόδουλον τον ένδοξον, και την σεμνήν Χριστοδούλην, της παρθενίας το ρόδον.

Θεοτοκίον.

Ασπόρως σωματώσασα, αφθόρως Κόρη τέτοκας, τον Βασιλέα της δόξης, και Κύριον των απάντων, Ον οι γενναίοι Μάρτυρες, λαμπρώς καθομολόγησαν, και δι’ Αυτόν τον
θάνατον, υπέμειναν γηθοσύνως, Θεογεννήτορ Παρθένε.

Αίνοι. Ήχος δ’ . Έδωκας σημείωσιν.

Μίαν κλήσιν φέροντες, οι Αθλοφόροι οι ένδοξοι, μίαν γνώμην εκτήσαντο, θανείν προθυμότατα, υπέρ του των όλων, Θεού και Δεσπότου, όθεν ζωής της παρ’ Αυτώ, και αϊδίου δόξης επέτυχον, Χριστόδουλος ο ένθεος, και Χριστοδούλη η πάντιμος, ους συμφώνως γεραίροντες, τον Χριστόν μεγαλύνομεν.

Ήθλησαν στερρότατα, τη παντευχία της πίστεως, και εχθρόν κατεπάτησαν, οι Άγιοι Μάρτυρες, και βραβεία νίκης, παρά του Σωτήρος, εδέξαντο θεουργικώς, μεγαλυνθέντες θείοις χαρίσμασι, Χριστόδουλος ο ένδοξος, και Χριστοδούλη η πάνσεμνος, ων την μνήμην γεραίροντες, τον Χριστόν μεγαλύνομεν.

Νύμφη πανακήρατος, οία παρθένος αμόλυντος, Χριστοδούλη θεόληπτε, Χριστού αναδέδειξαι, υπέρ Ου προθύμως, το αίμά σου Μάρτυς, εξέχεας μαρτυρικώς, και συναθλούντά σοι έσχες πάνσεμνε, Χριστόδουλον τον ένδοξον, μεθ’ ου απαύστως ικέτευε, τον Σωτήρα δωρήσασθαι, ιλασμόν ταις ψυχαίς ημών.

Μάρτυρες συνώνυμοι, και Αθλοφόροι αήττητοι, Χριστοδούλη θεόνυμφε, και θείε Χριστόδουλε, Χριστόν τον Σωτήρα, αεί δυσωπείτε, ως παρρησίαν προς Αυτόν, πολλήν πλουτήσαντες παμμακάριστοι, δοθήναι ημίν άπασιν, απαλλαγήν πάσης θλίψεως, και πταισμάτων συγχώρησιν, τοις υμάς μακαρίζουσι.

Δόξα. Ήχος πλ. Α’ .

Το πυρ της θείας αγάπης, εν τη καρδία φέροντες, ξένην ανδρείαν επεδείξασθε, εν τω σταδίω της αθλήσεως, αγαλλομένη γαρ ψυχή, τω ξίφει τον αυχένα κλίναντες, τους εχθρούς εξεπλήξατε, του δε Χριστού τον θάνατον, αληθώς εδοξάσατε, αλλ’ ως αθανάτου δόξης κοινωνοί, Χριστόδουλε και Χριστοδούλη, θανάτου αμαρτίας ημάς ρύσασθε, αιτούμενοι ημίν το μέγα έλεος.

Και νυν. Θεοτοκίον.

Μακαρίζομέν σε Θεοτόκε Παρθένε, και δοξάζομέν σε οι πιστοί κατά χρέος, την πόλιν την άσειστον, το τείχος, το άρρηκτον, την αρραγή προστασίαν, και καταφυγήν των ψυχών ημών.

Δοξολογία Μεγάλη και Απόλυσις.

Μεγαλυνάριον.

Χαίροις των Μαρτύρων η ξυνωρίς, Χριστόδουλε μάκαρ, Αθλοφόρων ο κοινωνός, χαίροις Χριστοδούλη, Χριστού ωραία νύμφη, σεμνή Παρθενομάρτυς, αξιοθαύμαστε.

Η/Υ ΠΗΓΗ:
Voutsinasilias.blogspot.gr
http://voutsinasilias.blogspot.gr/2012/11/4.html


Τη Δ' του αυτού μηνός, οι Άγιοι Μάρτυρες Χριστόδουλος και Χριστοδούλη ξίφει τελειούνται.(Aπο το Συναξάριο)



site analysis
Συναξάριον

Τη Δ' του αυτού μηνός, οι Άγιοι Μάρτυρες Χριστόδουλος και Χριστοδούλη ξίφει τελειούνται.
 Συνωνυμών σοι, παρθένε Χριστοδούλη,
 Ο Χριστόδουλος, και συναθλεί σοι ξίφει.
 Τη αυτή ημέρα, η Άθλησις της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Βαρβάρας.
 Ξίφει πατήρ θύσας σε, Μάρτυς Βαρβάρα,
 Υπήρξεν άλλος Αβραάμ διαβόλου.
 Αύτη υπήρχεν επί Μαξιμιανού του βασιλέως, των αφ’ ηλίου ανατολών, θυγάτηρ Διοσκόρου τινός Έλληνος, εν υψηλώ πύργω παρά του πατρός φυλαττομένη, δια την
επανθούσαν αυτή σωματικήν ωραιότητα. Παρθένος δε ούσα, και τον Χριστόν σεβομένη, ου διέλαθε τον πατέρα. Γνους γαρ τα κατ’ αυτήν, εξ ων εκείνος μεν, επί
τω οικοδομουμένω λουτρώ παρ’ αυτού, δύο θυρίδας είπε γενέσθαι, η δε προσέταξε τρεις, και την αιτίαν ερωτηθείσαν· Επ’ ονόματι, έφη, του Πατρός, και του Υιού, και του Αγίου Πνεύματος. Ταύτα ακούσας εκείνος, ευθύς ώρμησε τω ιδίω ξίφει ανελείν αυτήν. Εκφυγούσης δε αυτής, και εις διαιρεθείσαν πέτραν υπεισελθούσης, επεί καταδίωκων αυτήν ο πατήρ εύρε, των τριχών αψάμενος αυτής, παρέδωκεν αυτήν τω της χώρας ηγεμόνι. Ου κατ’ ενώπιον ομολογήσασα τον Χριστόν, και τα είδωλα καθυβρίσασα, τύπτεται δεινώς, τας σάρκας ξέεται, τας πλευράς κατακαίεται, και σφαίραις κατά κεφαλής παίεται. Είτα, την πόλιν γυμνή περιάγεται, και τύπτεται, και την δια ξίφους δέχεται τελευτήν, αυτού του ιδίου πατρός ταις οικείαις χερσίν, ανελόντος, ος και λέγεται, μετά την ταύτης σφαγήν, εκ του όρους κατερχόμενος, κεραυνώ βληθήναι, και την ψυχήν απορρήξαι.
 Τη αυτή ημέρα, Μνήμη του Οσίου Ιωάννου του Δαμασκηνού.  Πλήσας μελών γην ηδέων Ιωάννης, Καν ουρανοίς άνεισι συνθείναι μέλη.
Ούτος ην επί της βασιλείας Λέοντος του Ισαύρου, και Κωνσταντίνου του υιού αυτού, εκ Δαμασκού της πόλεως, εκ γένους περιφανούς, και τη ορθοδόξω διαπρέποντος πίστει. Τυχών δε και φιλαρέτου πατρός, επαιδεύθη πάσαν την ελληνικήν παίδευσιν, και τον βυθόν της θεοπνεύστου Γραφής καλώς εξηρεύνησε. Τον μονήρη δε βίον μετά Κοσμά του μακαριωτάτου, του συνανατραφέντος αυτώ, γεγονότος δε ύστερον Επισκόπου Μαϊουμά, υπήλθεν. Ούτοι ουν άμφω παρ’ ενός διδασκάλου εξεπαίδευθησαν, Κοσμά κακείνου τούνομα, και Ασηκρίτης επιλεγομένου, εξωνηθέντος παρά του πατρός αυτού μετά και ετέρων αιχμαλώτων. Εις άκρον δε σοφίας εληλακότες, τοιούτου διδασκάλου τυχόντες, είτα γενόμενοι Μοναχοί, εσχόλαζον αμφότεροι Θεώ.
 Ο δε Ιωάννης, τω προεστώτι της Μονής του Αγίου Σάββα ιδίως παραδοθείς, την μακαρίαν υπακοήν υπ’ αυτού εδιδάσκετο, ω και εμφανισθήναι κατ’ όναρ την Υπεραγίαν Θεοτόκον λέγεται, και ειπείν (εν όσω εισέτι ο Ιωάννης συνήν τω διδασκάλω), η μάλλον εντείλασθαι αυτώ, επιτρέψαι τω αυτού μαθητή Ιωάννη ύμνους συνθείναι, εις δόξαν του εξ αυτής τεχθέντος ασπόρως, και καύχημα των εκ μέσης καρδίας οφειλόντων ταύτην γεραίρειν, ο δη και πεποίηκε, την υπόθεσιν ταύτην λογογραφία θέμενος.
Επίσης ουν την άσκησιν μετελθόντες, ο μεν μακάριος Κοσμάς, πολλά συγγράμματα τη Εκκλησία καταλελοιπώς, εν ειρήνη ανεπαύσατο. Ο δε αοίδιμος Ιωάννης, και αυτός τα όμοια και πλείστα διαπραξάμενος, και τη των λόγων αυτού δυνάμει, και των Γραφών σοφαίς αποδείξεσι, πλείστα στηλιτεύσας την δυσσεβή των Εικονομάχων αίρεσιν, και πολλά συγγράμματα τη Εκκλησία του Θεού καταλελοιπώς, δι’ ων σχεδόν παντός του ζητουμένου γνώσις εναργής ευρίσκεται, εν γήρα πίονι καταλύει τον βίον, ζήσας έτη εκατόν προς τοις τέσσαρσι.
 Τη αυτή ημέρα, Μνήμη του Οσίου Ιωάννου, Επισκόπου Πολυβότου, του θαυματουργού.  Επισκοπήν γης εκλιπών Ιωάννης, Επισκοπούντος πάντα τέρπεται θέα,  Ούτος νέος ων ήδη, τρυφάς εμίσει και ηδονάς, νηστεία δε μάλλον και σωφροσύνη τον εαυτού κατεκόσμει βίον. Όθεν και Επίσκοπος Πολυβότου χειροτονείται, πρότερον τους εκκλησιαστικούς βαθμούς, διελθών. Ήδη δε προστασίαν λαού εμπιστευθείς, αγώνας αγώσι προστέθεικε, κόποις τε κόπους. Επεί δε Λέων ο Ίσαυρος, αναξίως των σκήπτρων της βασιλείας εδράξατο, και κατά των Αγίων Εικόνων βλασφημείν επεχείρησεν, ούτος ο ιερός ανήρ ισχυρώς ήλεγξεν αυτού την ασέβειαν, είτα προς το ποίμνιον αυτού, την πίστιν εξηκριβώσατο, τους δε Αγαρηνούς, τους το Αμόριον κατοικούντας, θεηλάτως πλήξας, τους Χριστιανούς, ους είχον αιχμαλώτους, αποχαρίσασθαι αυτώ παρεσκεύασε. Και το σώμα το ίδιον εισέτι και νυν άφθαρτον διετήρησε. Και κατά την της Πεντηκοστής ημέραν ανίστωσιν αυτόν, και την αρχιερατικήν στολήν ενδύουσι, και τη θεία τραπέζη προσερείδουσι, και ούτως ίσταται όρθιος, και εν τω συνθρόνω αναβιβάζουσι, και υπό δύο στηριζόμενος, δια πάσης άπτωτος της ιεράς μυσταγωγίας ίσταται. Τα δ’ άλλα, όσους δαιμονώντας θεραπεύει, και νόσους ετέρας, αδύνατόν εστιν ημίν γραφή παραδούναι.

Τη αυτή ημέρα, η Αγία Μάρτυς Ιουλιανή ξίφει τελειούται.  Ιουλιανήν ως περιστεράν δέχου, Ειμή τάχει τέμνοιτο, τρίζουσαν Λόγε.
  
Τη αυτή ημέρα, Μνήμη των Αγίων Δώδεκα Προφητών, εν τη των Ιεροσολύμων Αγία Εκκλησία.

Τη αυτή ημέρα, Μνήμη του Οσίου Κασσιανού, του εν Κύπρω.

Τη αυτή ημέρα, ο Άγιος Νέος Ιερομάρτυς Σεραφείμ, ο Φαναρίου επίσκοπος, ο μαρτυρήσας εν έτει 1601, σούβλη διαπαρείς τελειούται.  Ο γης Σεραφείμ Θετταλών φυς ως κλάδος, Θεώ Λόγω πρόσεισι ρείθροις αιμάτων.
Ούτος, ήκμασε περί τα τέλη του δεκάτου έκτου και εν αρχή του δεκάτου εβδόμου αιώνος. Ώρμητο εκ χώρας Αγράφων, της δευτέρας Θετταλίας, γεννηθείς εν τινι χωρίω, ω η κλήσις Μπεζήλα, εκ γονέων ευσεβών, παρ’ ων καλώς ανήχθη εν φόβω Θεού, και ήθεσι σεμνοίς. Θείω δε τρωθείς πόθω, εκ νεαράς ηλικίας ηκολούθησε Χριστώ, γενόμενος μοναχός, εν τη εκείσε Μονή, τη καλουμένη της Κορώνης, εν η οσίως διαπρέψας και ευδοκιμήσας, τη κατά Χριστόν ζωή, θείω ψήφω εγένετο αρχιερεύς και ποιμήν κατέστη της εν Φαναρίω και Νεοχωρίω Εκκλησίας του Θεού. Και ην θεοφιλώς ποιμαίνων και διάγων την λαχούσαν αυτώ ποίμνην, ότε, φθόνω του τοις
καλοίς βασκαίνοντος εχθρού, συλληφθείς υπό των κρατούντων Αγαρηνών, ως στασιάζων τάχα κατ’ αυτών, ποικίλαις υπεβλήθη τιμωρίαις και ποιναίς, ίνα την προς
Χριστόν πίστιν αρνήσηται, επαγωγήν γαρ επαλλήλως σκληρών ήνεγκε ραβδισμών και μαστιγώσεων, τομήν ρινός, ειρκτής κάθειρξιν, επίθεσιν επί της γαστρός λίθου βαρυτάτου, και εν πάσιν άτρεπτος, εν απτοήτω φρονήματι φανείς, και την της ευσεβείας καλήν ομολογίαν διατόρων ομολογών και κηρύττων, τέλος υπέστη, τυραννική απηνεία και ωμότητι, τον δι’ ανασκολοπισμού πολυώδυνον θάνατον, και συνηριθμήθη τοις απ’ αιώνος Αγίοις Ιεράρχαις και Μάρτυσιν, ως ευκλεής Ιερομάρτυς, μέγας θαυματουργός, προς Χριστού αναδειχθείς.
Η γαρ σεπτή αυτού Κάρα, Αγίω Πνεύματι χαριτωθείσα, αενάως βλυστάνει τα ιάματα τοις ευλαβώς προσιούσιν, ασθενείας παύουσα δεινάς, και πάσαν αρρωστίαν, και εξαιρέτως την πανώλεθρον και βροτολοιγόν πανώλην, ην πάραυτα εκποδών ποιείται, άμα τη εμφανίσει αυτής. Ταύτην δε την τρισόλβιον Κάραν, θησαυρίζει η της Κορώνης ευαγής Μονή. Ούτω γαρ δοξάζει Χριστός, τους Αυτόν δοξάζοντας. Εγένετο δε η μαρτυρία αυτού, εν έτει σωτηρίω 1601, τη Δ  Δεκεμβρίου μηνός.

Τη αυτή ημέρα, Μνήμη του Αγίου Δαμάσου του Α , Πάπα Ρώμης, του Πορτογάλου.


Ταις αυτών αγίαις πρεσβείαις, ο Θεός, ελέησον, και σώσον ημάς. Αμήν.

Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2015

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΕΟΡΤΑΖΟΥΣΑ ΑΓΙΑ ΒΑΡΒΑΡΑ.



site analysis


Η Αγία Βαρβάρα, γνωστή ως Μεγαλομάρτυς, ήταν Χριστιανή αγία και μάρτυς, που έζησε κατά τον3ο αιώνα μΧ.
Στο βίο της αναφέρεται ότι η Αγία Βαρβάρα ήταν ένα όμορφο κορίτσι που έζησε στην πόλη τηςΝικομήδειας στη Μικρά Ασία, (σημερινή Izmit) επί Ρωμαίου Αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού . Ο Διόσκορος ή Διόσορος, ο φανατικός εθνικός "ειδωλολάτρης" πατέρας της, την είχε κλεισμένη σε ένα πύργο προκειμένου να τη διαφυλάξει από μνηστήρες. Ωστόσο μυστικά προσηλυτίστηκε στο Χριστιανισμό. Ο πατέρας της όταν διέταξε να χτιστεί για αυτή ένα λουτρό, ούτως ώστε να μην χρειάζεται να χρησιμοποιεί τα δημόσια λουτρά, και ενώ το σχέδιο για το λουτρό προέβλεπε αρχικά 2 παράθυρα, η Βαρβάρα εγκατέστησε άλλο ένα για να τιμήσει την Αγία Τριάδα εκμυστηρεύοντας τον λόγο στον πατέρα της. Τότε ο πατέρας της , βλέποντας αυτή την αλλαγή, εξεμάνει και διέταξε να την παραδώσουν στον Ρωμαίο Έπαρχο κατά τους διωγμούς των Χριστιανών. Ο Έπαρχος θαυμάζοντας την ομορφιά της προσπάθησε στην αρχή να την μεταπείσει, βλέποντας όμως ότι εκείνη ήταν ανένδοτη την υπέβαλε σε μαρτύρια, περισσότερο για να την σώσει από την οργή του πατέρα της που ήθελε να φονευθεί. Τελικά ο Έπαρχος διέταξε τον αποκεφαλισμό της, και όρισε την ποινή να εκτελέσει ο ίδιος ο πατέρας της που ήταν και επιθυμία του. Σύμφωνα με τον βιογράφο αυτής Συμεών ο ίδιος ο πατέρας της την αποκεφάλισε ως "πατρικαίς χερσί τω πατρικώ ξίφει την τελείωσιν δέχεται". Την στιγμή όμως που είχε αποτελειώσει το έγκλημά του, έπεσε νεκρός χτυπημένος από κεραυνό κατά θεία δίκη. Η Ιουλιανή της Νικομηδείας μαρτύρησε μαζί με τη Βαρβάρα και τιμάται επίσης ως Αγία.
Ο τόπος αλλά και ο χρόνος του μαρτυρίου της Αγίας Βαρβάρας δεν είναι γνωστός. Έτσι κατ΄ άλλους φέρεται πως μαρτύρησε στη Νικομήδεια (σημερινή Izmit) της Βιθυνίας το 210, κατ΄ άλλους στην Ηλιούπολη (σημερινή Baalbek) της Αιγύπτου το 360 και κατ΄ άλλους (εκδοχή καθολικών) σε κάποια πόλη της Τοσκάνης

Η ΜΝΉΜΗ ΤΗΣ

Η σύνδεση της Αγίας με κεραυνό προκάλεσε την επίκλησή της έναντι κεραυνού και φωτιάς από συσχετισμό. Ανακηρύχθηκε επίσης ως προστάτις Αγία του πυροβολικού και των ορυχείων. Η ιερή μνήμη της εορτάζεται στις 4 Δεκεμβρίου. Επίσης είναι προστάτιδα των σταφιδεργατών στο Ηράκλειο Κρήτη

ΙΕΡΆ ΛΕΊΨΑΝΑ

Κατά τον 9ο αιώνα έγινε ανακομοιδή των λειψάνων της και η μεταφορά τους από την Βιθυνία στηνΚωνσταντινούπολη. Κατά δε το 991 ο Αυτοκράτορας Βασίλειος Β΄ δώρησε μέρος αυτών στους Βενετούς οι οποίοι και τα απόθεσαν στον Ναό του Αγίου Μάρκου.
Κατά το 12ο αιώνα, μέρος υπολοίπων λειψάνων της Αγίας μεταφέρθηκαν από τηνΚωνσταντινούπολη στο Μοναστήρι του Αγίου Μιχαήλ με τους Χρυσούς Τρούλους στο Κίεβο, όπου παρέμειναν ως το 1930, όταν μεταφέρθηκαν εκ νέου στον Καθεδρικό Ναό του Αγ. Βλαδίμηρου στην ίδια πόλη.
Ο εορτασμός της, στην Ορθόδοξη εκκλησία, λαμβάνει εξαιρετικό πανηγυρικό χαρακτήρα.Η ΕΥΡΕΣΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΕΙΚΟΝΟΣ 
Πότε και πώς βρέθηκε η εικόνα της Αγίας Βαρβάρας; Ο τρόπος είναι θαυμαστός. Πρίν 100 περίπου χρόνια κάποιος βοσκός χρησιμοποιούσε τον μικρό Ναό σαν στάβλο προβάτων. Μια νύχτα είδε στον ύπνο του μια νέα πού του είπε: «Ο τόπος αυτός πού σταυλίζεις τα πρόβατά σου είναι δικός μου και να σταματήσεις να τον βεβηλώνεις». Ο βοσκός δεν έδωσε καμιά σημασία και αδιαφόρησε παντελώς. Αφού πέρασαν λίγες μέρες, άρχισε να χάνει από ένα πρόβατο κάθε μέρα. Η νέα παρουσιάζεται και πάλι στο βοσκό, στον ύπνο του, και του λέει: «Αύριο, δυό άτομα πού θα έλθουν στον τόπο αυτό, και τα συναντήσεις, να τα καλέσεις για να σκάψουν στο δεξιό μέρος προς την είσοδο». Πράγματι την επόμενη μέρα δυό γυναίκες από τον Πειραιά, η Μαριγώ Κούλα και η Αγγελική Κ. Τσαμπάτζη , ξεκίνησαν να πάνε στον τόπο εκείνο για να μαζέψουν χόρτα. Σ' αυτές τις γυναίκες ήταν φυλαγμένη η μεγάλη ευλογία να βρούν την σημερινή περίφημη, παλαιότατη και θαυματουργή εικόνα της Αγίας Βαρβάρας, διαστάσεων 37Χ26 εκατ., πού μέχρι σήμερα φυλλάσσεται στο Προσκύνημα και αποτελεί ιερό κειμήλιο και καύχημα των χριστιανών.
Το γεγονός αυτό διαδόθηκε στο πανελλήνιο και από τότε μέχρι σήμερα καθημερινά σπεύδουν στη χάρη της Αγίας οι πιστοί για να προσευχηθούν και να ζητήσουν τις πρεσβείες και την μεσιτεία της.
Δεν θα έφθανε η συγγραφή ενός πολυσέλιδου τόμου, για να καταγραφούν τα θαύματα και τα σημεία, όσα η λαϊκή εύσέβεια διέσωσε, που έχουν γίνει στα 200 τόσα χρόνια του ιερού Προσκυνήματος, αλλά και το πλήθος των αφιερωμάτων και αναθημάτων, που καθημερινά προσφέρονται με πίστη, ευλάβεια και ευχαριστιακή διάθεση από τους πιστούς.
Σήμερα στο ιερό Προσκύνημα, με την άδεια των Τεχνικών Υπηρεσιών της Εκκλησίας της Ελλάδος, την επίβλεψη της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και την άριστη συνεργασίας της Εκκλησίας μας με τους αρχαιολόγους, έχουν αρχίσει οι εργασίες στερέωσης και ανακαίνισης του ιερού Ναού, το καθάρισμα και η συντήρηση των εξαιρετικής τέχνης ξυλόγλυπτων προσκυνηταρίων και τοιχογραφιών, πολλές από τις οποίες έχουν ιστορηθεί από τον μεγάλο αγιογράφο Φώτη Κόντογλου , ως και η διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου. Το κόστος των εργασιών προϋπολογίζεται να φθάσει τά 350.000.000 δρχ. και την δαπάνη έχει αναλάβει η Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος. Το έργο προχωρά με τη βοήθεια του Θεού, τη χάρη της Αγίας και την αγάπη των χριστιανών μας.

Ιστορικές πληροφορίες για το ιερό λείψανο της Αγ. Βαρβάρας 

Το ιερό λείψανο έφθασε στη Βενετία την περίοδο εξουσίας του Δόγη Πέτρου Β´ Orseol ο (991 -1009). Το μετέφερε στη Βενετία η Μαρία Αργυροπούλα -θεωρούμενη απ' τον Ιωάννη Διάκονο και τον Ανδρέα Δανδολο- κόρη της αδελφής η ακόμη και η ίδια αδελφή των αυτοκρατόρων Βασιλείου Β´ και Κωνσταντίνου Η´, αλλά κυρίως, όπως συμπεραίνεται απ' το επίθετο, μια απ' τις αδελφές του μελλοντικού αυτοκράτορα Ρωμανού Γ, που είχε παντρευτεί το γιο του Δόγη, Ιωάννη. Ο γάμος τελέσθηκε στην Κωνσταντινούπολη " in capela imperiali " απ' τον Πατριάρχη και οι ίδιοι οι αυτοκράτορες υπήρξαν παράνυμφοι (κουμπάροι), κρατώντας τις νυφικές κορώνες.
Ο Ιωάννης -που συνοδευόταν απ' τον αδελφό Όθωνα- έλαβε τον τίτλο του Πατρικίου και η σύζυγός του κατάφερε να λάβει απ' τον ηγεμόνα το προνόμιο να μεταφέρει μαζί της το ιερό λείψανο της μεγαλομάρτυρος Βαρβάρας. Στη Βενετία τοποθετήθηκε " in capela ducalin (δηλ. στον ’γιο Μάρκο). Η παραμονή του Ιωάννη Orseolo στο Βόσπορο ήταν για αρκετό χρόνο και εκεί το συζυγικό ζεύγος απέκτησε το μοναδικό παιδί του μεταξύ των ετών 1002 και 1004.
Ο Ιωάννης πέθανε από πανώλη το 1007. Στη συνέχεια το 1009, την περίοδο εξουσίας του Δόγη Όθωνα Orseolo , δύο άλλα παιδιά του Πέτρου Orseolo , ο Orso , επίσκοπος του Torcello και η Felicita , ηγουμένη της μονής του Αγίου Ιωάννου του Ευαγγελιστού στο Torcello , κατάφεραν να μετακομισθεί το ιερό λείψανο της Μεγαλομάρτυρος στο ναό αυτής της μονής, όπου ακόμη μαρτυρείται, το 18ο αι., από τον Corner . Την εποχή των Ναπολεοντείων καταστροφών το ιερό λείψανο μετεκομίσθη στο ναο του Αγίου Μαρτίνου στη νήσο του Murano , όπου φυλάσσεται μέχρι σήμερα.  
Η μεταφορά του ιερού λειψάνου της Αγ. Βαρβάρας 
Την Κυριακή 1 Ιουνίου 2003 αντιπροσωπεία της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος μετέβη, με στρατιωτικό αεροπλάνο που διέθεσε η Ελληνική Κυβέρνηση, στην πόλη Βενετία της Ιταλίας, και παρέλαβε τμήμα εκ του ιερού λειψάνου της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Βαρβάρας που φυλάσσεται εκεί, μετά την ευγενή ανταπόκριση του Ρωμαιοκαθολικού Επισκόπου της Βενετίας κ. Angelo Scola στο ευλαβές αίτημα της Εκκλησίας μας. Επικεφαλής της αντιπροσωπείας, ως εκπρόσωπος του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Χριστοδούλου, ήταν ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Φαναρίου κ. Αγαθάγγελος, Γενικός Διευθυντής της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Η αντιπροσωπεία, στην οποία συμμετείχαν Κληρικοί, εργαζόμενοι στην Αποστολική Διακονία, και εκ μέρους του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Αμύνης ο Αιδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος και Διευθυντής της Θρησκευτικής Υπηρεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων της Χώρας μας π. Γεώργιος Αποστολακίδης, επισκέφθηκε τον Σεβ. Μητροπολίτη Ιταλίας κ. Γεννάδιο, στον Καθεδρικό Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων, και τον Ρωμαιοκαθολικό Επίσκοπο Βενετίας κ. Angelo Scola .
Η τελετή παραλαβής του ιερού λειψάνου έγινε το απόγευμα, ώρα 16.30 μ.μ., στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Μάρκου Βενετίας. Το ιερό λείψανο παρέδωσε στον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Φαναρίου κ. Αγαθάγγελο ο Πατριαρχικός εκπρόσωπος του Επισκόπου Βενετίας κ. Don Orlando Barbaro , ο οποίος ωμίλησε για τη συνεργασία των Χριστιανών και τη σημασία της ορθοδόξου πνευματικότητος της κατ' Ανατολάς Εκκλησίας. Στην αντιφώνησή του ο Θεοφ. Επίσκοπος Φαναρίου κ. Αγαθάγγελος ετόνισε, μεταξύ άλλων, τα εξής:
Ήλθομεν σήμερον εδώ ως προσκυνηταί, δια να κλίνωμεν μετά δέους τα γόνατα ημών ενώπιον των ιερών και χαριτοβρύτων λειψάνων ενδόξων και μεγάλων Αγίων, τα οποία διαφυλάσσονται εις την ιστορικήν πόλιν της Βενε-τίας, το άλλο Βυζάντιον, και εκ των οποίων πολλά μετεκομίσθησαν ενταύθα εκ της Κωνσταντινουπόλεως εις διαφόρους ιστορικάς περιόδους..., οίτινες δια των πνευματικών επιγείων αυτών ασκητικών αγώνων και του μαρτυρικού αυτών θανάτου, έδωκαν την καλήν μαρτυρίαν της ζώσης πίστεως και ελπίδος. Ήλθομεν, δια να λάβωμεν την ευλογίαν εκείνων και ενισχυθώμεν εις την ζωην και την διακονίαν ημών.
Ατενίζοντες τα πρόσωπα των ευλαβών πιστών, οι οποίοι σήμερον συνοδεύουν ημάς και ίστανται συμπροσευχόμενοι μεθ' ημών εν τω ιστορικώ τούτω Ναώ του Αγίου Μαρκου, αισθανόμεθα την δύναμιν της πίστεως και αβιάστως διαπιστούμεν εις αυτά τα πρόσωπα το άκτιστον φως, την ευπρεπεστάτην αλλοίωσιν των Αγίων, εικόνα των μαρτυρικών συνάξεων της αρχαίας Εκκλησίας, των Πράξεων των Αποστόλων, των Μαρτύρων και των Κατακομβών.
Εις εποχήν, κατά την οποίαν το κακόν επερίσσευσε, ημείς οι Χριστιανοι, απηλλαγμένοι αισθημάτων ταραχής, απελπισίας και φόβου καλούμεθα, ίνα αντιστρατευθώμεν προς τα όργανα της αδικίας και καταδικάσωμεν τας πονηρίας, δια πίστεως, αγάπης και ελπίδος, καλλιεργούντες την μεταξύ ημών συνεργασίαν και εργαζόμενοι δια το αγαθόν, την εξασφάλισιν της ειρήνης εν τω κόσμω, τον σεβασμόν του ανθρωπίνου προσώπου, την θεραπείαν των υλικων και πνευματικών αναγκών αυτού, την κατίσχυσιν της κοινωνικής δικαιοσύνης και την επικράτησιν των ευαγγελικών αξιών..."..
Κατά την τελετή απέδωσε εκκλησιαστικούς ύμνους η Βυζαντινή Χορωδία των Φοιτητών του Θεολογικού Οικοτροφείου της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος και παρέστησαν ο Σεβ. Μητροπολίτης Ιταλίας κ. Γεννάδιος και ο Εντιμ. Πρόξενος της Ελλάδος στη Βενετία κ. Γεώργιος Στυλιανόπουλος.
Κατά την αναχώρηση από τον αερολιμένα της Βενετίας άνδρες της Ιταλικής Αστυνομίας και της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Υπηρεσίας απέδωσαν με μεγαλοπρέπεια και λαμπρότητα υψηλές τιμές προς την Αγία, η οποία στην Ιταλία θεωρείται προστάτιδά τους.
Το ιερό λείψανο της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Βαρβάρας θα εναποτεθεί μόνιμα στο Προσκύνημα της Αγίας Βαρβάρας, που ανήκει στην Αποστολική Διακονία και ευρίσκεται στον ομώνυμο Δήμο της Αττικής, από τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Χριστόδουλο κατά την τελετή των θυρανοιξίων του Ναού που θα γίνει μετά την ολοκλήρωση των εργασιών της εκ βάθρων ανακαινίσεως αυτού κατά μήνα Οκτώβριο.