Τετάρτη 11 Ιουλίου 2012

Η αγία Μαρκέλλα της Χίου – 22 Ιουλίου



site analysis



agia markellaΣτο κεφαλοχώρι της Βολισσού σε γραφική ακρογιαλιά βρίσκεται το κτιριακό συγκρότημα του ιερού Προσκυνήματος της Χιοπολίτιδας Αγίας Μαρκέλλας. Εδώ είναι και ο τόπος που μαρτύρησε (περ. 1500 μ.Χ.).
Η Αγία που είχε καταγωγή από τη Βολισσό ορφάνεψε σε μικρή ηλία από μητέρα. Αργότερα οι σωματικές της καλλονές άναψαν αμαρτωλούς πόθους στο σαρκολάτρη πατέρα της, στις κτηνώδεις επιθυμίες του οποίου δεν ήθελε να υποκύψει και γι αυτό εγκατέλειψε το σπίτι και κατέφυγε στα βουνά. Ο παράφρων πατέρας της την ανακάλυψε. Έβαλε φωτιά στην πυκνή βάτο που κρυβόταν και στη συνέχεια την καταδίωξε και με το βέλος του την πλήγωσε. Εκείνη προσευχήθηκε και παρακάλεσε να σχισθεί η πέτρα που πατούσε για να τη σώσει. Η γη άνοιξε και την κατάπιε έως το στήθος. Ο σκληρός πατέρας της την πρόφτασε και της απέκοψε τους μαστούς και ύστερα το κεφάλι, το οποίο και έριξε στη θάλασσα. Το μέρος εκείνο που καθαγιάσθηκε από την αιμόφυρτη κεφαλή της Αγίας συχνά μετατρέπεται σε θαυματουργική πηγή με ιαματικό νερό. Και στον τόπο του κρησφύγετου της βάτου, η ευσέβεια των πιστών ύψωσε συμπαθητικό ναό αφιερωμένο στο όνομά της. Την ημέρα της εορτής της στις 22 Ιουλίου, παρουσία αρχών του νησιού και κοσμοσυρροής πιστών, γίνεται με κάθε επισημότητα, η λιτάνευση της Ιερής Εικόνας της και κάθε χρόνο η Αγία θαυματουργεί στη χάρη της. 
Μερικά από τα πολλά θαύματά της σε παλαιότερους χρόνους (17ο και 18ο αιώνα), όπως αναφέρονται στο Χιακό Λειμωνάριο είναι: η θεραπεία των δύο ασθενών παιδιών (δύο ιερέων από τη Βολισσό), η σωτηρία από βέβαιο θάνατο γυναίκας μισοπεθαμένης στον Άγιο Γιώργη στο Φλώρι του Βροντάδου, το φως που χάρισε σε τυφλό παιδί, η ίαση σε ασθενή κοπέλλα από τα Ψαρά που έπασχε από ανίατο νόσημα στο στόμα, η θαυματουργική επέμβασή της σε ανίκανο χρόνια πολλά να περπατήσει ασθενή, η θεραπεία παράλυτης γυναίκας και άλλα. Αλλά και τώρα τελευταία (Ιούλιος 1992) ο αυτόπτης μάρτυρας αιδεσιμότατος Νικόλαος Μακρής μας ιστορεί τα ακόλουθα πρόσφατα περιστατικά, που η Αγία έκαμε την θαυματουργική παρουσία της:
α) Ενώ ο ίδιος τελούσε μπροστά σε προσκυνητές την Παράκληση στο Αγίασμά της, την ώρα του Ευαγγελίου το νερό έβραζε κι έχασε την αλμυρή του γεύση.
β) Κατά τη Θεία Λειτουργία στο «Μετά φόβου Θεού…..» μια νεαρή Ελληνοαμερικανίδα, μπήκε ανάσταση στο ναό της Αγίας φωνάζοντας «Πάτερ να σας πω κάτι που μόλις προ ολίγου συνέβη». Και πριν την αφήγησή της, παρουσία των πιστών, το βλέμμα της έπεσε στην εικόνα του τέμπλου δεξιά, όπου εικονίζεται η κεφαλή της Αγίας Μαρκέλλας, αιμόφυρτη στο κύμα και αναφώνησε: «Να την αυτή την κοπέλλα είδα». Και αμέσως άρχισε την αφήγησή της: «Πηγαίναμε με τους γονείς μου στο Αγίασμα της Αγίας. Στο σημείο της διαδρομής, που υπάρχει ο σταυρός του μαρτυρίου της, είδα στην κορφή του να πλανάται η μορφή μιας μαυροφόρας που πουλούσε παιδικά παιχνίδια. Λέω στους γονείς μου: Νωρίς δεν ήρθε η κοπέλλα για το πανηγύρι; Εκείνοι δεν έβλεπαν τίποτε. Τους έδειξα την κοπέλλα κι αμέσως εξαφανίστηκε. Προχωρήσαμε, προσκυνήσαμε στο Αγίασμα και στην επιστροφή, στο ίδιο μέρος, αντίκρισα πάλι τη μαυροφόρα κόρη. Να την, φώναξα., εδώ είναι. Εκείνη σήκωσε το χέρι, με χαιρέτισε και χάθηκε». 
γ) Σ΄ έναν από τους ευκαλύπτους του περιβόλου του ναού αποκόπηκε ένα χονδρό κλαδί. Στο σημείο της κοπής σχηματίστηκε το πρόσωπο κοπέλας με μαλλιά κα φωτοστέφανο (εικάζεται ότι είναι η μορφή της Αγίας). Εκτός όμως από τις παραπάνω μαρτυρίες, ο ναός είναι γεμάτος από αναρίθμητα αφιερώματα πιστών, που θεραπεύτηκαν κατά καιρούς, αδιάψευστοι μάρτυρες των θαυμάτων της Αγίας.
Πλήθος κόσμου από όλα τα μέρη της Ελλάδας συρρέει στο Ιερό προσκύνημα της Αγίας Μαρκέλλας για να δεχθεί τις ευεργετικές τις δωρεές. Γύρω από το ναό υπάρχουν αρκετοί ξενώνες για προσκυνητές καθώς και άνετος χώρος για κατασκήνωση και παρκάρισμα οχημάτων.
Η διαδρομή 45 χλμ. Από την πόλη, γίνεται μέσα από γραφικό ασφαλτοστρωμένο δρόμο, που οδηγεί έως την είσοδο του προσκυνήματος.

Μερικά θαύματα του λειψάνου της αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής στην Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας (Άγιον Όρος).



site analysis



Η Αγ. Μαρία η Μαγδαληνή. Λεπτομέρεια χαλκογραφίας του 1870 με τη Μονή Σιμωνόπετρας. Από το βιβλίο του Παταπίου Μοναχού Αγιορείτου, "Αγία Μαρία η Μαγδαληνή: Αυτή που αγάπησε πολύ", εκδ. Τέρτιος, 2005.
Η Αγ. Μαρία η Μαγδαληνή. Λεπτομέρεια χαλκογραφίας του 1870 με τη Μονή Σιμωνόπετρας. Από το βιβλίο του Παταπίου Μοναχού Αγιορείτου, "Αγία Μαρία η Μαγδαληνή: Αυτή που αγάπησε πολύ", εκδ. Τέρτιος, 2005.
Εξαιρετική θέσι ανάμεσα στα Άγια Λείψανα, που βρίσκονται στην Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας, κατέχει το αριστερό χέρι της Αγ. Μυροφόρου και Ισαποστόλου Μαρίας της Μαγδαληνής. Αυτό το χέρι της Αγίας είναι άφθαρτο, με το δέρμα και τους τένοντες και έχει ευωδία ουράνια. Ακόμη όσοι το ασπάζονται με ευλάβεια και πίστι διαπιστώνουν ότι είναι θερμό.
Στην Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας του Αγίου Όρους, από τα πολλά θαύματα που κάνει μέχρι σήμερα η Αγία Μαρία, θεωρείται και τιμάται από τους αδελφούς σαν δεύτερη Κτιτόρισσα της Ιεράς Μονής. Ας δούμε όμως μερικά από αυτά:
Το 1945, ξέσπασε μεγάλη πυρακαϊά στα δάση της Ιεράς Μονής των Ιβήρων. Ο άνεμος έπνεε δυνατός και η φωτιά μέσα σε λίγες ώρες έφθασε στην κορυφογραμμή που συνορεύουν τα μοναστήρια Ιβήρων, Φιλοθέου και Ξηροποτάμου με το δικό μας δάσος.
Όλοι πιστεύανε ότι τα δάση θα καταστραφούν. Οι αδελφοί του μοναστηριού μας ειδοποιήθηκαν έγκαιρα και τρέξανε στον τόπο της πυρκαϊάς. Τότε οι αδελφοί Ιερομόναχοι Νεόφυτος και Παντελεήμων, κινούμενοι από τη μεγάλη ευλάβεια, που είχαν στο λείψανο της Αγίας Μαρίας, το πήρανε μαζί τους. Κανένας δεν μπορούσε να πλησιάση στην πυρκαϊά, γιατί ήταν φόβος να περικυκλωθή από τη μανιασμένη φωτιά. Παρ’ όλα αυτά, ώ των θαυμάτων Σου Χριστέ Βασιλεύ! Μόλις πλησιάσανε οι αδελφοί με τα άγια λείψανα μπροστά από τη φωτιά, αμέσως η φωτιά έκοψε το δρόμο και μέχρις ότου οι Ιερείς τελειώσουν τον αγιασμό και τον Παρακλητικό κανόνα της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής, η πυρκαϊά είχε τελείως σβήσει, σε μεγάλη έκπληξη των πατέρων που είχαν συγκεντρωθή εκεί.
Παρόμοιο θαύμα έγινε στο δάσος του ίδιου μοναστηριού από το Άγιο τούτο Λείψανο το 1947.
Στην περιοχή Γαλάτιστα της Θεσσαλονίκης το 1911 είχε εμφανιστεί σκουλήκι που κατέστρεψε τα φυτά. Οι κάτοικοι καλέσανε το λείψανο της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής και κάνανε Αγιασμό. Αμέσως το καταστρεπτικό σκουλήκι εξαφανίστηκε.
Επίσης το 1912 στην περιοχή Επανωμής της Θεσσαλονίκης, είχε εμφανιστή πλήθος ακρίδων. Οι κάτοικοι παρακαλέσανε να τους σταλή το Άγιο Λείψανο. Όταν έγινε Παράκλησι και Αγιασμός, εξαφανίστηκαν τελείως οι ακρίδες. Οι Επανωμίτες ευγνωμονούν πολύ την Αγία Μαρία τη Μαγδαληνή.
Και άλλα πολλά θαύματα ετέλεσε και τελεί η Αγία καθημερινά σ’ αυτούς που την επικαλούνται με πίστι.
Πηγή: + Αρχιμ. Χαραλάμπους Βασιλόπουλου, Η Αγία Μαρία η Μαγδαληνή, εκδ. Ορθόδοξου Τύπου, Κάνιγγος 10,  Αθήναι 1984 (σελ. 42-45)

Η Αγία Παρασκευή (26 Ιουλίου)



site analysis



paraskevi agia
Η αγιωσύνη είναι μαρτυρία Ιησού Χριοτού. Οι άγιοι δηλαδή, με το βίο τους και με το θάνατο τους, μιμούνται, μαρτυρούν και επιβεβαιώνουν το θείο πρόσωπο και το απολυτρωτικό έργο του Ιησού Χριστού, που είναι η διδασκαλία του, τα θαύματά του, το Πάθος και η Ανάστασή του. Αύτη η μαρτυρία, καθώς γράφει ο Απόστολος, γίνεται «είτε διά ζωής είτε διά θανάτου». Το ίδιο δηλαδή μάρτυρες είναι και εκείνοι που «ξίφει τελειούνται» και εκείνοι που «εν ειρήνη τελειούνται». Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός την μαρτυρία των οσίων ασκητών την ονομάζει «χρονιώτερον και επιπονώτερον μαρτύρων». Αυτό, παράλληλα προς το μαρτύριο του αίματος, είναι το μαρτύριο της συνειδήσεως.
Aλλά στη χορεία των Αγίων της Εκκλησίας είναι πολλοί όχι μόνο όσιοι ασκητές, αλλά και καλλίνικοι μάρτυρες. Αυτοί είναι και λέγονται οσιομάρτυρες. Και τέτοια είναι η αγία οσιομάρτυς Παρασκευή, της όποιας σήμερα η Εκκλησία εορτάζει και τιμά την ιερή μνήμη. Η αγία Παρασκευή ήταν από τα περίχωρα της Ρώμης, στα χρόνια του αυτοκράτορα Αντωνίνου, δηλαδή στα 138 έως 161. Ο πατέρας της λεγότανε Αγάθων και η μητέρα της Πολιτεία, ήσαν δε και οι δύο ευσεβείς χριστιανοί. Αλλά δεν είχαν παιδιά, γι’ αυτό και προσεύχονταν και παρακαλούσαν το Θεό να τους δώσει ένα παιδί. Ο Θεός άκουσε την προσευχή των ευσεβών γονέων και γέννησαν ένα κορίτσι. Ήμερα Παρασκευή γεννήθηκε το παιδί και Παρασκευή το είπαν.
Με την προσευχή των γονέων της γεννήθηκε η Παρασκευή και με την προσευχή και τη θεοσέβεια τους ανατράφηκε. Όταν ήλθε σε ηλικία, η Παρασκευή ήταν μια ωραιότατη νέα, πίστευε όμως πως η αληθινή ομορφιά της χριστιανής γυναίκας είναι «ο κρυπτός της καρδίας άνθρωπος», όπως διάβαζε στην πρώτη επιστολή του αποστόλου Πέτρου. Όταν πέθαναν οι γονείς της, η Παρασκευή μοίρασε την περιουσία της και αφιέρωσε τον εαυτό της στο έργο της ιεραποστολής. Οι Εβραίοι τότε την κατηγόρησαν ότι κηρύττει το Χριστό και ότι προσελκύει πολλούς στην Εκκλησία. Οι Εβραίοι πάντα στάθηκαν και μέχρι σήμερα είναι οι πρώτοι εχθροί της Εκκλησίας· δεν μπόρεσαν ακόμα να καταλάβουν ότι πλανήθηκαν στο πρόσωπο του Μεσσία.
Ο ίδιος ο αυτοκράτορας θέλησε να ανακρίνει την αγία Παρασκευή. Βλέποντας την ωραιότητά της και τη σύνεση, της είπε· «Αν θυσιάσεις στους θεούς, θα κερδίσεις πολλά· αλλιώς θα βασανισθεις». Εκείνη σεμνά και σταθερά του απάντησε- «Δεν θα αρνηθώ ποτέ το Χριστό. Οι θεοί σας είναι είδωλα. Ένας είναι ο αληθινός Θεός, εκείνος που δημιούργησε τον ουρανό και τη γη». Όταν οι ισχυροί βλέπουν την αδυναμία τους να μεταπείσουν τους ομολογητές, τότε χρησιμοποιούν τη βία κι αρχίζουν τα βασανιστήρια. Φόρεσαν λοιπόν στην κεφαλή της Αγίας πυρωμένη σιδερένια περικεφαλαία, αλλά δεν έπαθε τίποτε. Την έρριξαν σε βρασμένη πίσσα, αλλά και πάλι δεν έπαθε κακό. Κάποιες σταγόνες πίσσας έπεσαν στα μάτια του βασιλιά και τον τύφλωσαν, αλλά η αγία Παρασκευή τον θεράπευσε.
Ο Αντωνίνος ή Μάρκος Αυρήλιος, καθώς μαρτυρεί και η ιστορία, ήταν κατά τα άλλα αγαθός άνθρωπος, γι’ αυτό, όταν είδε το θαύμα, αφήκεν ελεύθερη την Αγία. Έφυγε λοιπόν η Παρασκευή σε άλλη πόλη κι εκεί συνέχισε το ιεραποστολικό της έργο. Αλλά την συνέλαβαν κι εκεί και την οδήγησαν στο Διοικητή. Όταν εκείνος της πρότεινε να αρνηθεί την πίστη της, εκείνη έκαμε το σταυρό της και με θάρρος ομολόγησε το Χριστό. Έξω από την πόλη σε μια σπηλιά κρυβότανε ανήμερο θηρίο. Εκεί λοιπόν έρριξαν την αγία Παρασκευή, αλλ’ όταν το θηρίο πήγε φυσομανώντας να πέσει επάνω της, εκείνη φύσηξε επάνω του και το θηρίο έμεινε νεκρό. Βλέποντας το θαύμα, ο Διοικητής και οι δήμιοι πίστεψαν, κι αφήκαν πάλι ελεύθερη την αγία Παρασκευή.
Ο Ιησούς Χριστός δεν παρέλειψε να πει για τους Αγίους, που στέλνει να κηρύξουν το Ευαγγέλιο και οι άνθρωποι τους διώκουν «από πόλεως εις πόλιν». Αυτό πραγματοποιήθηκε και στην αγία Παρασκευή. Σε άλλη πόλη που έφυγε κι εκεί την έπιασαν και πάλι την ανέκριναν και πάλι εκείνη με παρρησία ομολόγησε το Χριστό. Όταν είδαν πως δεν την έπειθαν για να αρνηθεί το Χριστό, την βασάνισαν πάλι και στο τέλος την αποκεφάλισαν. Στην ορθόδοξη εικονογραφία η αγία Παρασκευή, όπως και ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, εικονίζεται να κρατάει σ’ ένα πιάτο τη σφαγμένη κεφαλή της. Και σε μια του ομιλία ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει πως οι άγιοι Μάρτυρες έτσι πρεσβεύουν για μας στο Χριστό, κρατώντας στις παλάμες των τις σφαγμένες κεφαλές των. Αμήν.
(+ Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης Διονυσίου, Εικόνες έμψυχοι, Εκδ. Αποστ. Διακονίας, σ. 421-423).

Η Αγία Ειρήνη η ηγουμένη της Μονής Χρυσοβαλάντου – 28 Ιουλίου



site analysis



Η θαυματουργική εικόνα της Αγίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου στην Αστόρια της Νέας Υόρκης.
Η θαυματουργική εικόνα της Αγίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου στην Αστόρια της Νέας Υόρκης.
Γέννηση και καταγωγή
Στα μέσα του 9ου αιώνα μ.Χ., όταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου ήταν ο εικονομάχος Θεόφιλος και σύζυγός του η εικονολάτρισσα Θεοδώρα, όταν η περίοδος της Εικονομαχίας, που για περισσότερο από 100 χρόνια ταλάνισε την αυτοκρατορία, βρισκόταν στην τελευταία φάση της, στην Καππαδοκία της Μικράς Ασίας, γεννήθηκε και έζησε την πρώτη της νεότητα η οσία Ειρήνη η Χρυσοβαλάντου. Πατέρας της οσίας ήταν ο πατρίκιος Φιλάρετος ο Καππαδόκης. Ήταν από την Καισαρεία της Καππαδοκίας, ευνοούμενος του αυτοκράτορα Θεόφιλου και έμπιστος της συζύγου του Θεοδώρας. Ήταν ο στρατιωτικός διοικητής του εξαιρετικής σημασίας θέματος της Καππαδοκίας. Μητέρα της η πατρικία Ζωή, γυναίκα όμορφη και σεβαστή σε όλη την Καισαρεία για τον ενάρετο βίο της. Το ανδρόγυνο είχε αποκτήσει δυο κόρες, την Καλλινίκη και την Ειρήνη. Η Καλλινίκη γεννήθηκε το 825 μ.Χ. Οφείλει το όμορφο όνομά της στις θριαμβευτικές νίκες που πέτυχε ο πατέρας της εναντίον των Σαρακηνών τη χρονιά που γεννήθηκε. Τρία χρόνια αργότερα, το 828, γεννήθηκε η Ειρήνη. Ο Φιλάρετος όμως έχασε τη γυναίκα του, όταν εκείνη ήταν ακόμη πολύ νέα. Έτσι, η ανατροφή των δύο κορών τους ανατέθηκε στην πατρικία Σοφία, τη μεγαλύτερη αδερφή του στρατηγού.
Η Ειρήνη υποψήφια σύζυγος του αυτοκράτορα
Την άνοιξη του 839 μ.Χ., ο Φιλάρετος φιλοξένησε στο ανάκτορό του το νεαρό καίσαρα Βάρδα, αδερφό της Αυγούστας Θεοδώρας, ο οποίος είχε μεταβεί στην Καισαρεία για κρατική υπόθεση, απεσταλμένος του αυτοκράτορα Θεόφιλου. Εκεί γνώρισε τη δεκατετράχρονη Καλλινίκη, γοητεύτηκε από την καλλονή της και τη ζήτησε σε γάμο. Λίγους μήνες αργότερα, ολόκληρη η Καππαδοκία παρέστη στους υπέρλαμπρους γάμους της Καλλινίκης και του Βάρδα, όπου ο ίδιος ο αυτοκράτορας Θεόφιλος συμμετείχε ως παραγαμπρός του γυναικαδερφού του.
Το χειμώνα του 843, η αυτοκράτειρα Θεοδώρα, χήρα πια και επίτροπος του γιου της Μιχαήλ Γ΄, κάλεσε τον πατρίκιο Φιλάρετο στην Κωνσταντινούπολη. Είχε αποφασίσει να θέσει οριστικό τέλος στην Εικονομαχία και γι’αυτό το εγχείρημα χρειαζόταν τη βοήθεια και του στρατού και των ιερέων. Εμπιστεύτηκε λοιπόν το Φιλάρετο και τον Ομολογητή Μάξιμο (μετέπειτα Πατριάρχη). Όταν επιτεύχθηκε ο σκοπός της και οι ιερές εικόνες αναστηλώθηκαν (19 Φεβρουαρίου 843 μ.Χ.), ζήτησε από το Φιλάρετο να φέρει στην Κωνσταντινούπολη την όμορφη θυγατέρα του, προκειμένου να την παντρέψει με το γιο της Μιχαήλ. Έψαχνε κατάλληλη νύφη, η οποία θα συνέτιζε το νεαρό αυτοκράτορα από τα ξέφρενα γλέντια και θεωρούσε ότι η φημισμένη για την ενάρετη ζωή της καλλονή θα εξυπηρετούσε το σκοπό της. Ο Φιλάρετος μήνυσε αμέσως στην αδερφή του να στείλει την Ειρήνη, που τότε ήταν 15 χρονών, στη Βασιλεύουσα με τη συνοδεία του πατρικίου στρατηγού Νικηφόρου, αδερφού της μακαρίτισσας συζύγου του. Τα νέα ότι η Ειρήνη θα παντρευόταν τον αυτοκράτορα και θα φορούσε το στέμμα της αυτοκρατορίας διαδόθηκαν σαν αστραπή σε όλη την Καππαδοκία.
Η μόνη που έμεινε παγερά αδιάφορη σε όλη αυτήν την αναστάτωση ήταν και η άμεσα ενδιαφερόμενη: η Ειρήνη. Από πολύ νωρίς είχε ποθήσει το μοναχικό βίο και οι λόγοι που δέχτηκε με χαρά αυτό το ταξίδι προς τη Βασιλεύουσα απείχαν πολύ από αυτό που όλοι νόμιζαν: Ταξίδευε στην Πόλη για να αποχαιρετήσει την πολυαγαπημένη της αδερφή, την οποία δεν είχε ξαναδεί από την ημέρα των λαμπρών γάμων της (είχαν περάσει τέσσερα χρόνια από τότε) και για να αποσπάσει την ευχή του πατέρα της, ώστε να αποσυρθεί στη μονή που τόσο διακαώς ποθούσε.
Η Ειρήνη και οι συνοδοί της έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη ένα ανοιξιάτικο πρωινό, για να πληροφορηθούν εκεί ότι μόλις πριν λίγες μέρες είχαν τελεστεί οι γάμοι του αυτοκράτορα με την Ευδοκία τη Δεκαπολίτισσα. Ο πατέρας της, η αδερφή της, ο θείος της με δυσκολία έκρυβαν την απογοήτευσή τους. Η Ειρήνη αντίθετα αισθανόταν αγαλλίαση για την τροπή των γεγονότων και περίμενε την κατάλληλη ευκαιρία να μιλήσει του πατέρα της και να πάρει την ευχή του, καθώς δεν ήθελε να τον λυπήσει με κρυφή της αναχώρηση.
Η ευκαιρία δεν άργησε να παρουσιαστεί. Ο Φιλάρετος γνώρισε σε μια αποστολή του στην Αδριανούπολη το γιο του Έπαρχου της πόλης Νικήτα, πατρίκιο Φωτεινό. Ο Φιλάρετος θεώρησε ότι ήταν ο πιο κατάλληλος για να ευτυχίσει στο πλευρό του η Ειρήνη και αμέσως μίλησε στον πατέρα του νέου. Οι δύο πατεράδες έδωσαν λόγο να αρραβωνιάσουν τα παιδιά τους. Η Ειρήνη όμως, όταν ο πατέρας της ανακοίνωσε τους προαποφασισμένους αρραβώνες της, τον πληροφόρησε για την αμετάκλητη απόφασή της να λάβει το μοναχικό σχήμα. Ακολούθησε έντονη συναισθηματική σύγκρουση πατέρα και κόρης, έπειτα από την οποία η ευαίσθητη Ειρήνη ασθένησε σοβαρά και κινδύνεψε ακόμη και η ζωή της. Όταν η υγεία της αποκαταστάθηκε, ο πατρίκιος Φιλάρετος, συνειδητοποιώντας ότι η Ειρήνη είχε λάβει μια απόφαση ζωής, την οδήγησε ο ίδιος στη γυναικεία κοινοβιακή μονή των Παμμεγίστων Ταξιαρχών Μιχαήλ & Γαβριήλ του Χρυσοβαλάντου, η οποία βρισκόταν στα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης.
Μοναχή και Ηγουμένη της μονής Χρυσοβαλάντου
Στη μονή αυτή, σε ηλικία περίπου 15 ετών, η Ειρήνη εκάρη μοναχή και έξι χρόνια αργότερα Ηγουμένη της μονής Χρυσοβαλάντου. Οι συναξαριστές αναφέρουν πολλά θαύματα τα οποία επιτέλεσε η Ειρήνη ως Ηγουμένη, τρία όμως από αυτά θεωρήθηκαν ιδιαίτερα σημαντικά, ώστε επηρέασαν άμεσα την ορθόδοξη αγιογραφία.
Ο άγγελος-οδηγός
Η Ειρήνη έδινε πολλή μεγάλη σημασία στην εξομολόγηση. Κάθε πρωί προσκαλούσε τις αδελφές στον ιερό ναό των Αρχαγγέλων και τις εξομολογούσε, ενώ πολλές φορές πήγαιναν και λαϊκοί να την επισκεφθούν και να ζητήσουν την καθοδήγησή της. Η Ειρήνη ζήτησε στην προσευχή της το διορατικό χάρισμα, για να γνωρίζει τι κρύβει ο εξομολογούμενος στην καρδιά του.
Ένα πρωί λοιπόν, όταν η Ειρήνη έμπαινε στο ναό για να προσκυνήσει και να αρχίσει το ποιμαντικό έργο της, βλέπει μπροστά της έναν άγγελο και τον ακούει να της απευθύνει τον εξής χαιρετισμό: «Χαίρε δούλη του Υψίστου, Ειρήνη. Εκείνος μ’ έστειλε να σε διακονώ χάρις εκείνων που μέλλουν δια μέσου εσού να σωθούν. Έχω διαταγή, σύμφωνα με την αίτησή σου, να βρίσκομαι πάντα πλησίον σου και να σου αποκαλύπτω τα μυστικά που κρύβουν οι ανθρώπινες καρδιές».
Από εκείνη τη στιγμή ο άγγελος ήταν πάντα πλάι της και της φανέρωνε μύχιες σκέψεις των ανθρώπων που κατέφευγαν στη συμβουλή της. Μάλιστα, με τόση λεπτότητα διόρθωνε τα σφάλματα και συμβούλευε, που όλοι, μοναχές και λαϊκοί, από όλες τις κοινωνικές τάξεις της Πόλης, την αποζητούσαν συνεχώς, ώστε να διδαχθούν και να διορθωθούν. Για τον Άγγελο τούτο που την καθοδηγούσε (σύμφωνα με μαρτυρίες του τότε, και τους βιογράφους της), λέγεται ότι είναι ο ‘Αρχων Φιλάρετος ένας Αρχάγγελος από τις τάξεις των Σεραφείμ.
Τα λυγισμένα κυπαρίσσια και η αιώρηση της αγίας
Το δεύτερο θαύμα, η συναξαριστική παράδοση μας το μεταφέρει ως εξής: Τις έναστρες νύχτες, η οσία Ειρήνη στεκόταν έξω από το κελί της και προσευχόταν. Μία από τις βραδιές αυτές, κάποια αδελφή αγρυπνούσε έξω από το κελί της και είδε το εξής παράδοξο: Τα δύο πανύψηλα κυπαρίσσια, τα οποία ορθώνονταν αριστερά και δεξιά στην είσοδο του Καθολικού, λύγιζαν μπροστά στην προσευχόμενη αγία σαν να την προσκυνούσαν και η ίδια η Ειρήνη δεν πάταγε στη γη αλλά αιωρούνταν περίπου ένα μέτρο πάνω από το έδαφος. Όταν η οσία ολοκλήρωσε την προσευχή της, σταύρωσε τα δυο κυπαρίσσια και εκείνα επανήλθαν στη φυσιολογική τους θέση. Η μοναχή κατάπληκτη, με ανάμειχτα συναισθήματα φόβου και θαυμασμού, συγκρατήθηκε και δεν είπε τίποτα στην υπόλοιπη αδελφότητα. Το επόμενο βράδυ παραφύλαξε πάλι έξω από το κελί της και το ίδιο παράδοξο γεγονός επαναλήφθηκε και ξανά το ίδιο, το τρίτο κατά σειρά βράδυ. Την επόμενη νύχτα, η μοναχή, χωρίς να την αντιληφθεί η Ηγουμένη της, έτρεξε στα λυγισμένα κυπαρίσσια, έδεσε από ένα λευκό μαντήλι στις κορυφές τους και επέστρεψε στο κελί της.
Το επόμενο πρωί, η ήρεμη ατμόσφαιρα του κοινοβίου αναστατώθηκε, όταν οι μοναχές είδαν τα δεμένα μαντήλια και κατάπληκτες ρωτούσαν η μια την άλλη ποιος ήταν αυτός που έδεσε τόσο ψηλά δέντρα, για ποιο λόγο το έπραξε και προπάντων με ποιο τρόπο. Η αδελφή που υπήρξε μάρτυρας στα θαυμάσια αυτά περιστατικά αποκάλυψε όλη την αλήθεια και τότε όλες έκλαιγαν από χαρά και συγκίνηση και παραπονιόντουσαν γιατί δεν τις ξύπνησε να δουν και εκείνες το θαύμα της Ηγουμένης τους. Πάνω στην ώρα κατέφθασε και η Ειρήνη. Όταν κατάλαβε τι συνέβη και πώς μαθεύτηκε ένα μυστικό που εκείνη κρατούσε επτασφράγιστο για χρόνια ολόκληρα, επέπληξε αυστηρά την αδελφή που το μαρτύρησε με τα παρακάτω λόγια: «Αν με έβλεπες να αμαρτάνω σαν άνθρωπος, θα εφανέρωνες την αμαρτία μου»; Έθεσε λοιπόν βαρύ επιτίμιο για όποια τολμούσε να φανερώσει οτιδήποτε παράδοξο έβλεπε, όσο ήταν η ίδια εν ζωή. Έτσι, πολλά από τα θαύματα της αγίας εξαφανίστηκαν στη σιωπή της συνοδείας της.
Τα θεόσταλτα μήλα
Κάποια χρονιά, ξημερώνοντας η γιορτή του μεγάλου Βασιλείου και μετά την τέλεση του εσπερινού, η αγία ξαγρυπνούσε προσευχόμενη. Πλησίαζε η ώρα του όρθρου και τότε η Ειρήνη ακούει κάποια φωνή να της λέει: «Υποδέξου το ναυτικό που σου φέρνει τα εσπεριδοειδή και φάε να ευφρανθεί η ψυχή σου». Μετά το πέρας της θείας λειτουργίας, η αγία λέει στην πορτάρισσα να ανοίξει την πόρτα της μονής και να οδηγήσει τον άνθρωπο που περιμένει εκεί στον ξενώνα, όπου θα πήγαινε και η ίδια να τον συναντήσει.
Πράγματι, η οσία Ειρήνη του Χρυσοβαλάντου συνάντησε τον άνθρωπο και τον ακούει να της εξιστορεί την εξής θαυμάσια ιστορία: Ήταν ναυτικός, πλοιοκτήτης ενός καραβιού, από την Πάτμο. Απέπλευσε με το πλοίο του από το βόρειο τμήμα του νησιού για την Πόλη και βρισκόταν λίγα μέτρα από τη στεριά, όταν βλέπει εκείνος και οι ναύτες κάποιον σεβάσμιο γέροντα να τους φωνάζει να σταματήσουν. Αυτό όμως ήταν αδύνατο, καθώς ο ισχυρός άνεμος έσπρωχνε το πλοίο στο ανοιχτό πέλαγος. Τότε ο γέροντας φωνάζει με όλη τη δύναμή του και προστάζει το πλοίο να σταματήσει. Το καράβι ακινητοποιείται και ο ίδιος αρχίζει να βαδίζει πάνω στα ύδατα. Μπροστά στους κατάπληκτους ναύτες, επιβιβάζεται στο πλοίο και δίνει στον καπετάνιο τρία μήλα και του λέει: «Όταν πας στη Βασιλεύουσα, δώσε τα στον Πατριάρχη και πες του πως του τα στέλνει ο Πανάγαθος Θεός με τον δούλο Του Ιωάννη, από τον Παράδεισο». Έπειτα δίνει στο ναύκληρο άλλα τρία μήλα προσθέτοντας: «Αυτά να τα πας της Ειρήνης, της Ηγουμένης του Χρυσοβαλάντου και να της πεις: φάγε από τους καρπούς του Παραδείσου που η αγνή ψυχή σου επεθύμησε». Λέγοντας αυτά, ο γέροντας ευλόγησε το πλήρωμα και το πλοίο ξεκίνησε και πάλι το ταξίδι του, ενώ ο ίδιος εξαφανίστηκε.
Ολοκληρώνοντας τη διήγησή του, ο ναυτικός προσκύνησε την Ειρήνη και της πρόσφερε τα μήλα. Η αγία τα δέχτηκε με δάκρυα ευλάβειας και ευγνωμοσύνης ευχαριστώντας τον άγιο ευαγγελιστή και απόστολο Ιωάννη. Στο κελί της γονάτισε και ευχαρίστησε τον Χριστό για αυτό το δείγμα της εύνοιάς Του προς τη δούλη Του.
Η αγία Ειρήνη, με την έμφυτη ευφυΐα της και τη χάρη του αγίου Πνεύματος, εννόησε ότι το θείο αυτό δώρο ήταν ουράνια πρόσκληση. Όταν έφτασε η μεγάλη Τεσσαρακοστή, έκοψε το ένα μήλο σε λεπτά κομματάκια και έτρωγε ένα κομμάτι κάθε μέρα, απέχοντας από οποιαδήποτε άλλη τροφή, ακόμη και από το νερό. Τη Μεγάλη Πέμπτη, ύστερα από τη θεία λειτουργία και αφού όλες οι μοναχές κοινώνησαν των Αχράντων Μυστηρίων, η Ειρήνη έκοψε και το δεύτερο μήλο και έδωσε σε κάθε αδελφή από ένα κομμάτι. Τότε τους αποκάλυψε και την ιστορία του θείου δώρου. Το τρίτο μήλο η Ειρήνη το φύλαξε για τις τελευταίες μέρες της επίγειας ζωής της.
Τη Μεγάλη Παρασκευή, οι αδελφές έψαλαν τα άγια Πάθη και η Ειρήνη, μόνη της μέσα στο ιερό βήμα, γονατισμένη, είχε παραδοθεί σε προσευχή. Δίπλα της βρισκόταν μόνο ο άγγελος-οδηγός της, που τόσες φορές την είχε διακονήσει: «Γίνου έτοιμη» της είπε απλά και εκείνη κατάλαβε ότι πλησίαζε η ώρα να εγκαταλείψει τα επίγεια.
Η οσιακή της κοίμηση
Το σύντομο διάστημα από το ουράνιο αυτό μήνυμα μέχρι και την οσιακή της κοίμηση, η αγία προετοίμαζε την ακολουθία της για το μεγάλο γεγονός. Στον ιερό ναό τον Αρχαγγέλων τις δίδασκε για το μυστήριο του θανάτου, τη μελλοντική κρίση και την αιωνιότητα. Ο θάνατος είναι δύσκολο για κάθε ανθρώπινο πλάσμα και όσο πλησίαζε η ώρα, τόσο η ψυχή της αγίας ένιωθε την επιθανάτια αγωνία.
Τακτοποίησε τις υποθέσεις του μοναστηριού και υπέδειξε την άξια διάδοχό της. Μια εβδομάδα πριν τη μεγάλη ημέρα, νήστεψε τρώγοντας μόνο από το παραδεισένιο μήλο και καθημερινά κοινωνούσε των Αχράντων Μυστηρίων. Ξημέρωσε τέλος η Κυριακή, όπου για τελευταία φορά η Ειρήνη παρακολούθησε τη θεία λειτουργία, απάγγειλε το σύμβολο της πίστης (το πιστεύω), κοινώνησε, αγκάλιασε τις αδελφές και τους ζήτησε συγγνώμη και τέλος γονάτισε μπροστά στην Ωραία Πύλη, ύψωσε τα χέρια της και προσευχήθηκε για τελευταία φορά με αυτά τα λόγια: «Δέσποτα, Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού του Ζώντος. Συ ο Ποιμήν ο Καλός που με το Πανάγιο και Πολύτιμο Αίμα Σου μας ελύτρωσες από τα δεσμά της αμαρτίας, άκουσε την τελυταία δέησι της ταπεινής Σου δούλης. Στην κραταιά Σου χείρα παραδίδω σήμερα το μικρό τούτο ποίμνιο. Σκέπασε το με τη θεία σκέπη Σου και διαφύλαξέ το από τις επιθέσεις του αοράτου εχθρού. Διότι Σύ είσαι ο αγιασμός μας και η απολύτρωσις και Σέ θα δοξάζουμε αιωνίως. Αμήν».
Στη συνέχεια, σιωπηλά και ήρεμα, αποσύρθηκε στο κελί της και πλάγιασε στην ασκητική της κλίνη. Οι μοναχές της, με ευλαβική σιωπή, την περικύκλωσαν και την έβλεπαν να χαμογελά. Με αυτό το ουράνιο χαμόγελο, το οποίο αποδείκνυε την απόλυτη μακαριότητα και γαλήνη της ψυχής της, παρέδωσε το πνεύμα της η οσία Ειρήνη, Ηγουμένη της μονής Χρυσοβαλάντου, σε ηλικία 104 χρόνων.
Η οσιακή της κοίμηση διαδώθηκε σε όλη τη Βασιλεύουσα αστραπιαία και χιλιάδες κόσμου συνέρευσαν στο μοναστήρι, για να προλάβουν να προσκυνήσουν το ιερό σκήνωμα της πνευματικής τους μητέρας. Επικεφαλής ήταν ο πατριάρχης, ο οποίος με το πλήθος του λαού από όλες τις κοινωνικές τάξεις και των αρχιερέων και λοιπών κληρικών συνόδευσαν τη μακαριστή Ηγουμένη στην τελευταία της κατοικία, στο παρεκκλήσι του μεγαλομάρτυρος αγίου Θεοδώρου.
Πηγή: Βικιπαίδεια

Η αγία Ελισάβετ Φεοντόροβνα – 18 Ιουλίου.



site analysis



Η αγία νεομάρτυς Ελισάβετ. Εικόνα του αγιογραφείου της Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου.
Η αγία πριγκήπισσα νεομάρτυς Ελισάβετ. Εικόνα του αγιογραφείου της Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου.
Η πριγκίπισσα Ελισάβετ Φεοντόροβνα γεννήθηκε το 1864. Γονείς της ηταν ο μέγας Δούκας Λουδοβίκος Δ΄ της Έσσης και η πριγκίπισσα Αλίκη, κόρη της βασίλισσας της Αγγλίας Βικτωρίας. Αδελφή της η Ρωσίδα αυτοκράτειρα Αλεξάνδρα Φεοντόροβνα. Από τα παιδικά της χρόνια διακρινόταν για τη βαθιά πίστη της και τη φιλάνθρωπη διάθεση της. Η «ευγενική» καταγωγή, της δεν στάθηκε εμπόδιο για να ζήσει σύμφωνα με το Ευαγγέλιο. Συμπεριφερόταν με καλοσύνη και απλότητα στους απλούς ανθρώπους και από παιδί είχε μια διακαή επιθυμία: να βοηθήσει όσους είχαν ανάγκη.
Το 1884 η Ελισάβετ παντρεύτηκε τον μέγα πρίγκιπα Σέργιο Αλεξάνδροβιτς, αδελφό του τσάρου Αλεξάνδρου Γ΄. Παρότι αλλόδοξη, δεν της ζητηθηκε να αλλάξει την πίστη της. Όμως η ορθόδοξη πίστη της κέντρισε εξ αρχής το ενδιαφέρον. Από την πρώτη ημέρα πού ηλθε στη Ρωσία μελετούσε με επιμέλεια τη ρωσική γλώσσα και παρακολουθούσε τη ζωή των απλών Ρώσων, πού ηταν ζυμωμένη με την όρθύδοξη πίστη και ζωή. Μαζί με το σύζυγό της ταξίδεψε και στους Αγίους Τόπους, όταν το 1888 έγιναν τα εγκαίνια τοϋ ρωσικού ναού της Αγίας Μαρίας Μαγδαληνής στον κήπο της Γεθσημανή. Το προσκύνημα στην Αγία Γη, όπου έζησε ο Θεάνθρωπος, προκάλεσε βαθιά εντύπωση στην Ελισάβετ. Η καρδιά της, «γη αγαθή», ήταν έτοιμη να δεχτεί το σπόρο της ορθόδοξης πίστης. Αφού κατηχηθηκε, προσχώρησε στην Ορθόδοξη Εκκλησία το 1891. Την ίδια χρονιά ο σύζυγος της διορίστηκε γενικός κυβερνητης της Μόσχας.
Από τη μέρα εκείνη η Ελισάβετ αφιερώθηκε σε φιλανθρωπικές δραστηριότητες. Προσπαθούσε με κάθε τρόπο να βοηθησει τους φτωχούς και τους πάσχοντες. Το 1904 η Ρωσία μπήκε στην περιπέτεια του Ρωσο-Ιαπωνικού πολέμου. Η Ελισάβετ οργάνωσε τα στρατιωτικά νοσοκομεία. Επισκεπτόταν τους τραυματίες, έκανε εράνους για τους στρατιώτες κ.λπ. Όμως ο πόλεμος προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις και τη λαϊκή δυσαρέσκεια. Δεν έλειψαν οι εξεγέρσεις και οι πολιτικές δολοφονίες. Έτσι, στις 4 Φεβρουαρίου 1905, ο σύζυγος της Ελισάβετ, Σέργιος Αλεξάνδροβιτς σκοτώθηκε από βόμβα, πού πέταξε ο Ιβάν Καλιάεβ, μέλος του σοσιαλιστικού επαναστατικού κόμματος. Ο δολοφόνος συνελήφθη και οδηγήθηκε στις φυλακές Ταγκάνκα. Κι εδώ φάνηκε το μεγαλείο της ψυχής της Ελισάβετ. Επισκέφθηκε η ίδια τον Καλιάεβ στη φυλακη. Του μίλησε με πολύ καλοσύνη, καλώντας τον να αφήσει τις αναρχικές ιδέες. Όμως δεν έμεινε εκεί. Ζητησε από τον τσάρο Νικόλαο Β΄ να μην εκτελέσει τον Καλιάεβ. Ο τελευταίος εκτίμησε τη χριστιανικη στάση της Ελισάβετ, αλλά δεν ηταν διατεθειμένος να απορρίψει τις ιδέες του.
Το 1907 η Ελισάβετ αγόρασε μέσα στη Μόσχα ένα οικόπεδο με τέσσερα σπίτια και μεγάλο κηπο. Δημιούργησε την «Αδελφότητα της Αγίας Μάρθας και Μαρίας» με σκοπό τη διακονία των φτωχών και πασχόντων ανθρώπων. Χτίστηκαν σύντομα και άλλα κτίρια καθώς και δύο ναοί αφιερωμένοι στη Θεοτόκο και στις αγίες Μάρθα και Μαρία. Σύντομα η κοινότητα απέκτησε ξενώνα, ορφανοτροφείο, νοσοκομείο, σχολείο, βιβλιοθήκη κ.λ.π. Η αδελφότητα λειτούργησε ως μοναστήρι, συνδυάζοντας τη φιλανθρωπικη δραστηριότητα. Το έργο πού επιτελούσε ηταν τεράστιο. Πλήθη φτωχών και αρρώστων ανθρώπων έβρισκαν περίθαλψη και ανακούφιση. Τα ορφανά παιδιά έβρισκαν προστασία. Τα φτωχά και άπορα παιδιά μπορούσαν να μάθουν γράμματα και κάποια τέχνη.
Η αδελφότητα ξεκίνησε με έξι μοναχές. Τον πρώτο χρόνο είχαν γίνει δεκατρείς και το 1914 έφτασαν τις εκατό. Όλες οι αδελφές εργάζονταν με αυταπάρνηση, διακονώντας τους «ελάχιστους αδελφούς του Ιησού». Κατά τη διάρκεια του Α΄ παγκοσμίου πολέμου, στην αδελφότητα βρήκαν καταφύγιο πολλά ορφανά, πού ήλθαν από τις εμπόλεμες περιοχές και είχαν ζήσει τη φρίκη και τις αγριότητες του πολέμου. Ένα μέρος των κτιρίων μετετράπη σε στρατιωτικό νοσοκομείο για τους τραυματίες του πολέμου.
Η εργασία της αδελφότητος εκτιμήθηκε πολύ και βοηθήθηκε από τον τότε Μητροπολίτη Μόσχας και μετέπειτα ιερομάρτυρα άγιο Βλαδίμηρο και αργότερα από τους μητροπολίτες Τρύφωνα και Μητροφάνη. Την πνευματικη καθοδήγηση των αδελφών είχε ο π. Σέργιος Μετσώφ, ο όποιος πέρασε πολλά χρόνια στις φυλακές και εξορίες και βρηκε μαρτυρικό θάνατο το 1941.
Το τεράστιο φιλανθρωπικό έργο της αδελφότητας έμελλε να διακοπεί με την επανάσταση. Το 1918, κατά την εβδομάδα της Πεντηκοστής, η Ελισάβετ συνελήφθη και μεταφέρθηκε στην πόλη Αλαπαέβσκ στην ευρύτερη περιοχη του Αικατερίνμπουργκ. Στις 17 Ιουλίου, τη νύχτα πού δολοφονήθηκαν τα μέλη της τσαρικής οικογένειας Ρομανώφ, βρήκε μαρτυρικό θάνατο στο Αλαπαέβσκ και η Ελισάβετ μαζί με τη μοναχή Βαρβάρα Γιαγκόβλεβα. Τα λείψανά τους μεταφέρθηκαν το 1920 στο μοναστηρι της Αγίας Μαρίας Μαγδαληνής στην Ιερουσαλήμ. Το 1992 οι μοναχές Ελισάβετ και Βαρβάρα ανακηρύχθηκαν αγίες από τη Ρωσική Εκκλησία.
Η αδελφότητα διαλύθηκε βίαια και οι ναοί έκλεισαν το 1926. Τα τελευταία χρόνια η αδελφότητα ανασυστήθηκε, για να συνεχίσει Αυγούστου 1990 στον κήπο, μπροστά από την εκκλησία της Παναγίας, τοποθετήθηκε μνημείο προς τιμήν της αγίας και εγκαινιάστηκε από τον Πατριάρχη Αλέξιο.
Πηγή: Αρχιμανδρίτης Νεκτάριος Αντωνόπουλος, Ρώσοι Νεομάρτυρες και Ομολογητές, 1917- 1922, Μέρος Γ΄: «Νέφος Μαρτύρων». Εκδόσεις Ακρίτας, Έκδοση δεύτερη, Δεκέμβριος 2001, ISBN 960-328-136-0.

Η Αγία Όλγα (11 Ιουλίου)



site analysis



Καταγόμενη από οικογένεια ευγενών της χώρας του Πσκωφ, με πρωτοβουλία της οποίας οι Βάραγγοι είχαν έλθει στη Ρωσία, η πριγκίπισσα Όλγα είχε λάβει από τον Θεό σπάνια ομορφιά και ευφυία. Μία ήμερα, ενώ περνούσε το μεγάλο ποταμό, το κάλλος της είλκυσε το νεαρό πρίγκιπα Ίγκορ και έτσι σε λίγο καιρό η Όλγα κατέβαινε στην ηγεμονία του Κίεβου για να τον νυμφευτεί (903). Το 945, όμως, ο μέγας ηγεμών Ίγκορ δολοφονήθηκε από τους Σλάβους της Βολυνίας και η αντιβασιλεία της ηγεμονίας του Κιέβου περιήλθε στην Όλγα μέχρι την ενηλικίωση του γιου της Σβιατοσλάβ (945-960). Κυβερνώντας με σοφία και ευσπλαγχνία και επιδεικνύοντας συνάμα έναν ενεργητικό χαρακτήρα, η πριγκίπισσα κατόρθωσε να συγκεντρώσει την μέχρι τότε διάχυτη εξουσία και μπόρεσε να βάλει τέλος στις φονικές εισβολές των σλαβικών φύλων. Οργάνωσε το εμπόριο και ευνόησε τις ανταλλαγές με το Βυζάντιο με σκοπό να προσφέρει στο λαό της τα σπέρματα του πολιτισμού. Το 957 ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη όπου έγινε δεκτή με τιμές από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ζ΄ τον Πορφυρογέννητο, ο οποίος την τοποθέτησε μεταξύ των ανώτερων κυριών της αυλής του, όπου και φαίνεται πως έλαβε το Βάπτισμα από τον πατριάρχη Πολύευκτο με το όνομα Ελένη.
Επιστρέφοντας στη Ρωσία περιέτρεξε τη χώρα κηρύσσοντας τον Χριστό και ίδρυσε την πόλη Πσκωφ, μετά από τήν εμφάνιση μιας τριπλής ακτίνας φωτός που κατέβαινε από τον ουρανό. Κατά την απουσία του γιου της Σβιατοσλάβ που μετείχε σε εκστρατείες, η αγία Όλγα ανέλαβε τη μόρφωση των τριών γιων του, Ιαροπόλκ, Όλεγκ και Βλαδίμηρου· δεν κατάφερε όμως να τους βαπτίσει, εξαιτίας της αντίθεσης του πατέρα τους που παρέμενε αμετάπειστος ειδωλολάτρης. Το 969 αρρώστησε και προσπάθησε για τελευταία φορά να μεταστρέψει το μεγάλο ηγεμόνα, συνάντησε όμως την πείσμονα άρνησή του. Η αγία προείπε τότε την επικείμενη μεταστροφή της Ρωσίας στον Χριστιανισμό καθώς και το θλιβερό τέλος του γιου της, που δολοφονήθηκε τρία χρόνια αργότερα από τους Πετσενέγκους. Παρέδωσε το πνεύμα της στον Θεό στις 11 Ιουλίου 969. Τα λείψανά της μεταφέρθηκαν στο Κίεβο από τον άγιο Βλαδίμηρο, φυλάχθηκαν κρυμμένα κατά τις συχνές λεηλασίες της πόλης και δεν γνωρίζει κανείς που βρίσκονται σήμερα.
Παρά τις προσπάθειες της ισαποστόλου πριγκίπισσας, η μεταστροφή της δεν είχε άμεσο αντίκτυπο στον λαό της· προετοίμασε εντούτοις εκείνην του εγγονού της Βλαδίμηρου [15 Ιουλ.] και έπαιξε το ρόλο της ζύμης για την ανάπτυξη του χριστιανικού βίου της Ρωσίας, «όπως ο φαεινός όρθρος που προηγείται της λαμπρής ήμερας».
(ΝΕΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ (ΙΟΥΛΙΟΣ), Εκδ. ΙΝΔΙΚΤΟΣ, σ. 120)

Κυριακή 1 Ιουλίου 2012

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης μιλάει για την Οσία Σοφία (Χοτοκουρίδου )της εκ Πόντου.



site analysis





Ομιλία του Οικουμενικού Πατριάρχη ΒαρθολομαίουΙερώτατε Μητροπολίτα Καστορίας κύριε Σεραφείμ, 
Ποιμενάρχα της θεοσώστου ταύτης Επαρχίας,
Ιερώτατοι και Θεοφιλέστατοι άγιοι Αδελφοί,
Εντιμότατοι Άρχοντες του τόπου,
 Τέκνα ημών εν Κυρίω αγαπητά,

Μετά πολλής χαράς και συγκινήσεως ετελέσαμεν σήμερον την Θείαν Λειτουργίαν εορτίως πανηγυρίσαντες την επίσημον κατάταξιν εις τας αγιολογικάς δέλτους της Ορθοδόξου Εκκλησίας της οσίας Μητρός ημών Σοφίας (Χοτοκουρίδου), της εκ Πόντου ορμηθείσης και εν τη Ιερά Μονή του Γενεθλίου της Θεοτόκου Κλεισούρας της θεοσώστου επαρχίας Καστορίας ασκητικώς διαλαμψάσης.

Συγχαίρει, σήμερον, η Ορθόδοξος Εκκλησία δια την κατάταξιν της Οσίας εν τοις Αγίοις αυτής. Συγχαίρουν οι απ  αἰῶνος όσιοι ασκηταί και ασκήτριαι, οι εν ταις ιεραίς μοναίς, ερήμοις, σπηλαίοις και ταις οπαίς της γης ασκητικώς τελειωθέντες, έχοντες συνόμιλον την εν τοις εσχάτοις καιροίς διαλάμψασαν οσίαν Σοφίαν. Συγχαίρουν οι δίκαιοι οι εν τω κόσμω τον καλόν αγώνα αναλαβόντες και κατά του αρχεκάκου εχθρού ανδρισάμενοι, συγχορεύοντες φαιδρώς μετά της ταπεινής και καρτερικώς αγωνισαμένης Οσίας. Συγχαίρει και ο πιστός φιλόχριστος, φιλάγιος και φιλέορτος λαός, ο συναχθείς περιχαρώς ενταύθα σήμερον, αλλά και ο ιερός κλήρος και  σύμπας ο ευσεβής λαός της θεοσώστου ταύτης μητροπόλεως και της Ελλάδος ολοκλήρου, πολλοί εκ των οποίων εγνώρισαν την Αγίαν εν ζωή η ευηργετήθησαν θαυματουργικώς μετά θάνατον υπό αυτής, διότι εις τους εσχάτους τούτους χρόνους έχουν ένα νέον πρέσβυν προς Κύριον, την Οσίαν, η οποία παντοιοτρόπως συμπαρίσταται εις αυτούς εις τας ασθενείας, τας θλίψεις και τας δυσχερείας του βίου των.

Άγιοι είναι όσοι είδον τον Θεόν εν ζωή, «γνωστώς και ευαισθήτως», όπως γράφει ο άγιος Συμεών ο νέος θεολόγος, και ανεδείχθησαν σκεύη καθαρά προς υποδοχήν της Χάριτός Του. Όλοι οι Άγιοι είναι ασκηταί, όλοι έχουν αγωνισθή ασκητικώς, έστω και αν πολλά εκ των αγωνισμάτων αυτών έγιναν εν κρυπτώ και ημείς τα αγνοούμεν. Δια των αγώνων κατά των παθών και δια των ασκητικών ιδρώτων των, δι  ἐγκρατείας, μετανοίας και ταπεινοφροσύνης, απέδειξαν εμπράκτως ότι ηγάπησαν και αγαπούν τον Χριστόν, ότι θέλουν να ενοικήση Αυτός εις τας καρδίας των. Και Αυτός ήλθε και κατοίκησεν εντός των, τους επλημμύρισε δια της Χάριτος και της χαράς του Παραδείσου, μετεμόρφωσε την ύπαρξίν των και τους κατέστησε θεούς κατά χάριν, ώστε να ενεργούν υπερφυσικώς, δια προοράσεων, διοράσεων και θαυματουργικών ιάσεων των ψυχικών και σωματικών παθών, να στηρίζουν τους συνανθρώπους εις την εν Χριστώ ζωήν και να τους θωρακίζουν απέναντι εις τας δοκιμασίας, δυσχερείας και συμφοράς του βίου.

Τοιαύτη υπήρξε και η οσία Σοφία. Ήδη, ζώσα εις τον αγιοτόκον Πόντον, μετά τον θάνατον υιού και συζύγου, αφιέρωσεν όλην εαυτήν εις τον Θεόν, διάγουσα ασκητικώς εις τα όρη και συνδιαιτωμένη μετά των Αγίων. Δι  ἐμφανίσεως του αγίου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου πληροφορείται τον επικείμενον κίνδυνον και ειδοποιεί τους συγχωριανούς της περί της επικειμένης επιδρομής, ώστε να σωθούν. Κατά τον πλουν προς την νέαν της πατρίδα, μετά την ανταλλαγήν των πληθυσμών, βλέπει Αγγέλους Θεού και την Υπεραγίαν Θεοτόκον και μεσιτεύει ώστε να μη καταποντισθή το πλοίον και οι συμπλέοντες. Η Κυρία Θεοτόκος την αποστέλλει εις την ιεράν παρά την Κλεισούραν Μονήν της, δια να συνεχίση την άσκησιν εκεί, μαθητευομένη παρά τους πόδας του εναρέτου ιερομονάχου Γρηγορίου και να συντηρήση το ιερόν καθίδρυμα, όταν αυτό θα παραμείνη έρημον μοναχών.

Υπό λαϊκήν μέλανα περιβολήν θα ασκηθή εις την Ιεράν Μονήν της Θεοτόκου, ως ευάρεστος θυγάτηρ και θεραπαινίς αυτής, περί τον ήμισυν αιώνα και δεν θα την εγκαταλείψη έως τέλους του οσιακού βίου της. Κύριος και επίμονος στόχος της ήτο να αρέση εις Θεόν και όχι εις ανθρώπους. Δια τούτο, μετεχειρίζετο σχήματα σαλότητος, ώστε να αγνοήται η να επικρίνηται υφ  ὅσων έχουν σχήμα ευσεβείας αλλ  ἀρνοῦνται την δύναμίν της και υπό των φιλοπεριέργων και να αποφεύγη την δόξαν των ανθρώπων. Ανεγνωρίζετο όμως υπό των απλών, γνησίως ευλαβών και ταπεινών. Προσηύχετο αλλά και θα προσεύχεται στεναγμοίς αλαλήτοις δια τον κόσμον, διέβλεπε τα εσώτερα της καρδίας και προέβλεπε τα μέλλοντα. Ουδένα επλήγωσεν, ουδένα  εστενοχώρησε. Δεν εκράτησε χρήματα εις τας χείρας της, έως οβολού, αλλά διεσκόρπιζεν εις τους πένητας όσα οι άλλοι έδιδον εις αυτήν. Εστήριζε τους πίπτοντας, οδηγούσα εις μετάνοιαν και εναποθέτουσα αυτούς εις την στοργικήν φροντίδα της Θεομήτορος. «Η Παναΐα κι θα χαντ  σας» (δεν θα σας χάση η Παναγία) και «Πολλάν υπομονήν να κάμνετε», τους έλεγε.

Έζησεν επί δεκαετίας μόνη και ολίγοι εκ των ασκητικών αγώνων και κατορθωμάτων της θα γίνουν φανερά εις τους άλλους: Η έντονος νηστεία, η χαμαικοιτία, η ρακενδυσία, η αποφυγή της ανθρωπαρεσκείας, η αλουσία, η εγκαρτέρησις εις το ψύχος και την μεγάλην υγρασίαν της περιοχής, κλπ. Όμως, το πλείστον της κατά Χριστόν πολιτείας της θα παραμείνη κεκρυμμένον. Όπως έλεγεν ο οσιακής μνήμης μακαριστός π. Παΐσιος, ο Αγιορείτης, οι Άγιοι πράττουν εκατό, και ημείς γνωρίζομεν εξ αυτών τα πέντε. Ποίος γνωρίζει τας αγρυπνίας και διαπύρους προσευχάς, τους αγώνας και τας αντιπαρατάξεις προς τον πολέμιον της ημετέρας φύσεως, προς τας εξεγέρσεις των παθών και τας προσβολάς των εμπαθών λογισμών εις τα βάθη της καρδίας της Οσίας; Ποίος γνωρίζει πόσον αίμα έχυσε μέσα της, εκκόπτουσα το ίδιον θέλημα και ασπαζομένη το θέλημα του Κυρίου, δια να λάβη το Άγιον Πνεύμα; Μόνον ο Θεός.

Δια των εμφανών και αφανών αγώνων της η οσία Σοφία είλκυσε την χάριν του Κυρίου και εδοξάσθη υπ  Αὐτοῦ, αυτή η οποία παντοιοτρόπως απέφευγε την δόξαν των ανθρώπων. Και τοιουτρόπως σήμερον η χάρις και η ευλογία της, δηλαδή αυτή η χάρις και η ευλογία του Τριαδικού Θεού μας τον Οποίον ατενίζει πρόσωπον προς πρόσωπον, υπερβαίνει τα όρια της Κλεισούρας και της θεοσώστου επαρχίας της Καστορίας και εξαπλούται έως περάτων της γης. Η Οσία επισκέπτεται όσους την επικαλούνται και γίνεται αρωγός εις τας θλίψεις και ασθενείας των, σύμβουλος και φωτιστής εις τον βίον των. Όσον η ιδία εκρύπτετο από του κόσμου εν ζωή, τόσον την φανερώνει ο Κύριος μετά την οσιακήν κοίμησίν της. Και ούτως, η Ορθόδοξος Εκκλησία μαρτυρείται και αποδεικνύεται ζώσα, εφ  ὅσον αναδεικνύει Αγίους με υπέρ άνθρωπον ζωήν και με υπέρ φύσιν χαρίσματα κατά τους εσχάτους καιρούς, ότε εψύγη η αγάπη και επλήθυναν η ανομία και η απιστία των πολλών.

Είναι πλήρες ελπίδων το υπόδειγμα της οσίας Σοφίας. Δείχνει και εις ημάς σήμερον, κληρικούς, μοναχούς και λαϊκούς, πως είναι δυνατόν να προσεγγίσωμεν τον Κύριον και να Τον λάβωμεν εγκάτοικον μέσα μας, να αγιασθώμεν. Δείχνει πως η μετάνοια, η εγκράτεια, η ταπεινοφροσύνη, η αγάπη και η εγκαρτέρησις εις τας αυλάς του Κυρίου οδηγούν προς την θέωσιν. Δείχνει πως και εις την εποχήν μας είναι εφικτή η αγιότης, εφ  ὅσον την θελήσωμεν και εμπράκτως την ζητήσωμεν από τον ένα Άγιον, ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν.

Αδελφοί και τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,
Η ζωή των αγίων είναι δι’ ημάς πρότυπον και παρηγορία. Πρότυπον δια να έλθωμεν και ημείς εις την υιοθεσίαν, εις την οποίαν μας εκάλεσεν ο Κύριος και να εισέλθωμεν εις πόλιν αγίαν, ειρηνευομένην, ζώσαν και μηδέποτε αποθνήσκουσαν, κεκοσμημένην με δόξαν άφθαρτον. Παρηγορία δια να μη εκλυώμεθα εις την οδόν, αναλογιζόμενοι τας δυσκολίας, τας βασάνους, τους κινδύνους, τα οποία υπέμειναν εκουσίως υπέρ του ηγαπημένου αυτών Χριστού οι άγιοι.

Αυτάς τας δυσκολίας έχοντες υπ' όψει, αγαπητοί, παραμυθούμεθα, διότι διαπιστούμεν ότι αυτός είναι ο κλήρος ημών των χριστιανών• ο σταυρός και όχι η άνεσις, ο κόπος και όχι η ανάπαυσις, η στενή και τεθλιμμένη οδός η απάγουσα εις την ζωήν και όχι η ευρεία η απάγουσα εις την απώλειαν. Δια τούτο, δεν πρέπει να μας τρομάζουν αι εξωτερικαί δυσκολίαι και αι ελλείψεις. Ας μη έχωμεν φόβον δια το μέλλον μας. Ας αγαπήσωμεν την δυσκολίαν μας, ας υπομείνωμεν την όποιαν πτωχείαν, στέρησιν, ασθένειαν η αδυναμίαν.

Αυτοί οι άγιοι, αδελφοί και τέκνα, ζήσαντες όπως και ημείς με σάρκα και ανάγκας επιγείους και με προβλήματα παρόμοια των ιδικών μας, κατώρθωσαν δια της απολύτου υπακοής των εις το θέλημα του Κυρίου να αποκτήσουν την χάριν του Αγίου Πνεύματος. Πλέοντες και ημείς του παρόντος βίου την πολυκυμαινομένην θάλασσαν, έχομεν τους αγίους μονίμους φύλακας και προστάτας μας και ούτω, όπου και αν ευρισκώμεθα, δεν είμεθα μόνοι.
Αγαπητοί και φιλόθεοι Καστοριείς,
Έχοντες την ευλογίαν να ποιμαίνεσθε από ένα εκλεκτόν Αρχιερέα του Θεού, τον λίαν αγαπητόν αδελφόν και συλλειτουργόν ημών κύριον Σεραφείμ, αλλά και από καλούς και ευλαβείς κληρικούς, ως επληροφορήθημεν, μετά πολλής χαράς, αγωνίζεσθε, παρακαλούμεν και προτρεπόμεθα, ώστε να πλουτήτε καθημερινώς με ευαγγελικάς αρετάς και χαρίσματα, αυξάνοντες συνεχώς εις την καρδίαν σας ως καύσιμον ύλην την αγάπην σας προς τον Τριαδικόν Θεόν, την Μητέρα Εκκλησίαν και τους Αγίους μας. Τοιουτοτρόπως θα επιτρέπετε εις τον Θεόν να εισέρχεται εις την καρδίαν σας και να την απομακρύνη από την αγάπην προς τα πράγματα του αιώνος τούτου.

Εσείς οι σημερινοί κάτοικοι της πόλεως ταύτης αποτελείτε τον έμψυχον θησαυρόν της Ιεράς Μητροπόλεως, τα εκλεκτά και ηγαπημένα τέκνα της, τέκνα συγχρόνως ευλογημένα και της πνευματικής Μητρός όλων μας, της Αγίας Εκκλησίας. Προσπαθήσατε να βοηθήτε το έργον αυτής και να μετέχετε αδιαλείπτως εις την αγιαστικήν ζωήν της, παραμένοντες πάντοτε κύκλω του αγίου Θυσιαστηρίου, ηγαπημένοι και ηνωμένοι και ομονοούντες, ως σήμερον, έχοντες τον νουν και τας καρδίας σας εστραμμένας προς την μόνιμον πατρίδα όλων μας, την Βασιλείαν του Θεού.

Ευχόμεθα, όθεν, πατρικώς, εκ βάθους καρδίας, ο Κύριος ημών, δια πρεσβειών της παναχράντου Μητρός Του και της δούλης Αυτού και θεραπαινίδος της Θεοτόκου οσίας Σοφίας, της εν Κλεισούρα της Καστορίας ασκητικώς διαλαμψάσης, να ευλογή πλουσίως τον ιερόν κλήρον και τον φιλόχριστον λαόν της θεοσώστου επαρχίας ταύτης, της Ελλάδος και σύμπαντος του κόσμου, να αγιάζη όλους ημάς ολοτελείς και να παρακινή ημάς εις μίμησιν, κατά το δυνατόν έκαστος, της θαυμαστής πολιτείας αυτής, εις δόξαν και έπαινον της αγιοτόκου Ορθοδόξου Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας.