Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΛΛΑΔΑ-Γ.Ο.Χ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΛΛΑΔΑ-Γ.Ο.Χ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 11 Ιανουαρίου 2020

Μητέρα Μαρία Μυρτιδιώτισσα, Μοναχή, Προσκυνήτρια, Ηγουμένη της Μονής Οινουσσών



site analysis



Στο όμορφο νησί των Οινουσσών, λίγο έξω από την πόλη και πάνω από τον όρμο Τσελεπί, είναι κτισμένη η Ιερά Μονή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Η ιστορία της ίδρυσης αυτής της Ιεράς Μονής είναι μυθιστορηματική, όπως μυθιστορηματική ήταν και η ζωή της ιδρύτριας, κτήτορος και πρώτης Ηγουμένης, μέχρι της κοιμήσεώς της,  Μαρίας Μυρτιδιώτισσας Μοναχής Προσκυνήτριας.
Ποια όμως ήταν η Γερόντισσα αυτή;  Γεννήθηκε μέσα στα πλούτη και τις ανέσεις, ως κόρη της εφοπλιστικής οικογένειας του Δημητρίου Λαιμού. Το κοσμικό όνομά της ήταν Κατίγκω Λαιμού.  Παρ’όλον που ζούσε μέσα στον πλούτο και την ευμάρεια, η ψυχή της, από μικρή, καθοδηγούνταν από τον λόγο του Θεού στο Άγιο θέλημά του.  Στο πατρικό της σπίτι είχε εικονοστάσι σε ειδικό δωμάτιο, στο οποίον επί ώρες προσευχόταν. Η μικρή Κατίγκω, όσο κι αν της φώναζε η μητέρα της να συντομεύει για να κοιμηθεί, παρέμενε ώρες μπροστά στο εικονοστάσι της. Στα 16 χρόνια της, είδε στον ύπνο της ότι ενώ προσκυνούσε τον Επιτάφιο στον Ναό του Αγίου Νικολάου της πόλης των Οινουσσών, είδε τον Χριστό Ζώντα. Του ζήτησε να της κάνει τη χάρη να πραγματοποιεί  ό,τι η ίδια Του ζητεί και Εκείνος έγνεψε με στοργή καταφατικά. Μετά από αυτό η πίστη της έγινε φλόγα για τον Θεό.

Η Μοναχή Μαρία Μυρτιδιώτισσα, (1912-2005) κτήτωρ και πρώτη Ηγουμένη της Μονής

Στην συνέχεια, αφού τελείωσε το σχολείο, υπακούοντας στο γονεϊκό θέλημα,  παντρεύτηκε τον επίσης εφοπλιστή Πανάγο Πατέρα (του Διαμαντή), μετέπειτα μοναχό Ξενοφώντα, μια ψυχή άκακη με χάρισμα ελεημοσύνης. Έκαναν οικογένεια, τρία παιδιά, την Καλλιόπη, τον Διαμαντή και την Ειρήνη, και ζούσαν μια ζωή Χριστιανική τηρώντας τα τυπικά, ακόμα και έξω από το σπίτι σε όποιο μέρος του κόσμου κι αν βρισκόταν στα πλαίσια των επαγγελματικών τους υποχρεώσεων.
Η ζωή τους στη βίλλα τους στο Ψυχικό ευωδίαζε αγάπη και προσφορά και πόρρω απείχε από ό,τι το μυαλό μας θα φανταζόταν για την ζωή τόσο πλουσίων και προβεβλημένων ανθρώπων!
Ο εκκλησιασμός και η αργία της Κυριακής τηρούνταν απαρεγκλίτως. Το μαγείρεμα και οι άλλες οικιακές φροντίδες τελείωναν το Σάββατο για όλους, αφεντικά και υπηρετικό προσωπικό. Τετάρτες και Παρασκευές ήταν ημέρες νηστείας. Συχνά έκαναν λειτουργίες και ολονυχτίες και στα σαλόνια τους φιλοξενούνταν όχι μόνο επώνυμοι αλλά και απλοί ταπεινοί αδελφοί, σεβαστοί γέροντες και γερόντισσες που την εποχή εκείνη ήταν  φοιτήτριες αλλά και επιστήμονες. Εκδήλωναν την αγάπη τους και με γεύματα προς οικογένειες πολυτέκνων. Πλούσια τράπεζα παρέθεταν μετά τις λειτουργίες και τις ολονυκτίες όπου όλοι οι παριστάμενοι, χωρίς κοινωνικές διακρίσεις, μπορούσαν να παρακαθίσουν. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι συχνά οι παρακαθήμενοι εύρισκαν στην πετσέτα διπλωμένο  φάκελο με σημαντικό ποσό, που αποτελούσε σημαντική βοήθεια για τις καθημερινές ανάγκες τους. Λέγεται δε, ότι κάθε πρωί σε ειδικό συρτάρι του μαγειρείου έβαζαν οι οικοδεσπότες αρκετά χρήματα, ώστε η υπεύθυνη υπηρεσία να δίνει σε όποιον ερχόταν και ζητούσε ελεημοσύνη. Αν το βράδυ έμεναν στο συρτάρι χρήματα, οι οικοδεσπότες μάλωναν την υπεύθυνη ώστε να μην τσιγκουνεύεται και να δίνει περισσότερα όταν ζητούσαν!
Τέτοια ήταν η στάση τους απέναντι στους έχοντες ανάγκη!
Μετά  από το δείπνο, η αρχόντισσα Κατίγκω, κατέβαινε στην κουζίνα και καλούσε όλες τις κοπέλες στο εκκλησάκι της βίλλας για να προσευχηθούν.  Εκεί, όλες μαζί σαν μια οικογένεια προσεύχονταν και έκαναν το απόδειπνο, παρακλήσεις και κανόνες.
Η ζωή όμως, δυστυχώς, δεν είναι διαρκώς ρόδινη. Η ασθένεια του συζύγου της Κατίγκως, του Πανάγου Διαμ. Πατέρα ήρθε ως κεραυνός εν αιθρία. Ένας σπάνιος και δύσκολος καρκίνος, τεράστια δοκιμασία, που δεν άφηνε πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Η οικογένεια κατέφυγε στους καλύτερους γιατρούς αλλά συγχρόνως στράφηκε με περισσότερο ζήλο και πίστη προς τον Κύριο.
Τότε, η μικρή κόρη της οικογένειας, η Ειρήνη ζήτησε θερμά από το Θεό να πάρει την ασθένεια του πατέρα της για να συνέλθει εκείνος, που ήταν ο στυλοβάτης της οικογένειας. Άδηλες οι βουλές του Κυρίου! H μικρή κόρη προσβλήθηκε από την ίδια ασθένεια του πατέρα της, ο οποίος συνήλθε και έζησε για πολλά χρόνια ακόμη. Οι γιατροί δεν μπορούσαν να εξηγήσουν αυτό το φαινόμενο. Η αρρώστια αυτή δεν ήταν κολλητική. Πώς πέρασε από τον πατέρα στην κόρη;
Την περίοδο των ασθενειών αυτών η βίλλα του Ψυχικού μετατράπηκε σε μοναστήρι σχεδόν. Οι καλύτεροι πνευματικοί της εποχής, ιερείς, ιεροκήρυκες, πνευματικοί άνθρωποι, προβεβλημένοι αλλά και ταπεινοί, συγκεντρωνόταν προς στήριξη και πνευματική ανάταση της οικογένειας.

Η μικρή Ειρήνη, με καρτερία υπέμεινε τις πολλές ταλαιπωρίες που συνόδευαν το πλήθος των ιατρικών θεραπειών στις καλύτερες κλινικές της Ευρώπης.  Η ασθένεια όμως νίκησε το σώμα της. Λίγο καιρό πριν την κατάληξή της είχε δεχθεί την μοναχική κουρά και ως μοναχή πλέον, με την ονομασία Ειρήνη Μυρτιδιώτισσα, αναχώρησε στους ουρανούς για να αναπαυθεί στις αγκάλες του Κυρίου της, το 1960 σε ηλικία 21 ετών.
Όσο η Ειρήνη ήταν άρρωστη, η οικογένεια είχε κάνει μαζί με την ίδια ένα τάμα. Να χτίσουν ένα Μοναστήρι. Με τον θάνατο της Ειρήνης, φαίνεται ότι έφθασε η ώρα αυτή. Πού θα το έφτιαχναν όμως; Τους απασχολούσε το ζήτημα αυτό, και σκέπτονταν διάφορες τοποθεσίες, ώσπου ο Γέροντας Ιερώνυμος της Αιγίνης, τον οποίον συχνά επισκέπτονταν, τους συμβούλεψε, ίσως, το αυτονόητο. «…καλόν πράγμα σας εφώτισεν ο Θεός…. έχει ο τόπος σας Μοναστήρι; Όχι; Ε τότε …. στον τόπο σας, λοιπόν. Στις Οινούσσες». Έτσι και έγινε! Το 1963 μπήκε ο θεμέλιος λίθος της Μονής, σε αρχιτεκτονικά σχέδια του Αρχιτέκτονα Γ.Κούτση, εκ Ζακύνθου. Η μονή αφιερώθηκε στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, (όπως ήταν και το εκκλησάκι της βίλλας του Ψυχικού).
Εν τω μεταξύ ασθένησε εκ νέου ο Πανάγος Διαμ. Πατέρας και αισθάνθηκε ότι η ώρα της αναχώρησής του κοντά στον Κύριο δεν ήταν μακριά. Εκάρη Μοναχός με το όνομα Ξενοφών. Έζησε ακόμη τρία σχεδόν χρόνια, ως Μοναχός Ξενοφών και  άφησε την τελευταία του πνοή τελικά το  Δεκέμβριο του 1966. Πριν το τέλος του,  επισκέφθηκαν με την Κατίγκω τον Γέροντα Ιερώνυμο της Αιγίνης για να πάρουν την ευχή του. Εκείνος όρισε να γίνει και εκείνη μοναχή και πριν τις 40 ημέρες της χηρείας της να «βγάλει τα ρούχα της χηρείας και να ενδυθεί τα ρούχα της Μοναχής». Της είπε ακόμα ότι «θα περάσεις πολλές θλίψεις αλλά ό,τι θέλει ο Θεός».
Στις 20 Οκτωβρίου του 1967 η Κατίγκω ενεδύθη το μοναχικό ράσο, με το όνομα Μαρία Μυρτιδιώτισσα, Μοναχή Προσκυνήτρια και συγχρόνως ανέλαβε την ηγουμενία της Ιεράς Μονής στις Οινούσσες.
Μετά την κοίμηση του πατέρα Ξενοφώντα, ακολούθησε εντελώς ξαφνικά ο θάνατος της μεγάλης κόρης της Καλλιόπης σε ηλικία 47 ετών και αργότερα του τρίτου παιδιού της Κατίγκως, του Διαμαντή, στην ίδια πάλι ηλικία των 47 ετών.
«Τις έγνω νουν Κυρίου;». «Καλή αντάμωση στους ουρανούς». Με αυτά τα λόγια η Μητέρα κατευόδωνε τα παιδιά της. Πόσο τραγική μοίρα να θάψει η μάνα τα παιδιά της και να μείνει τελευταία από την οικογένειά της! Τι σφυροκόπημα των πειρασμών! Κι όμως: «Δόξα τω Θεώ» ήταν η απάντηση στο άγγελμα των θανάτων των παιδιών της και ακόμα «Ο Θεός ούτε λαθεύει, ούτε αδικεί».
Χαρακτηριστικό της ακλόνητης πίστης της Κατίγκως είναι το παρακάτω περιστατικό: Κάποτε σε μια δίκη ο συνήγορός της για να δημιουργήσει τις κατάλληλες εντυπώσεις στο δικαστήριο για την πελάτισσά του είπε απευθυνόμενος στους δικαστάς: «Η γυναίκα αυτή κε Πρόεδρε είχε την ατυχία να χάσει την κόρη της σε νεαρή ηλικία…». Στο σημείο αυτό η Κατίγκω αγνοώντας τους κανόνες του δικαστηρίου σηκώθηκε και απάντησε στον συνήγορό της; «Όχι κε δικηγόρε. Δεν είχα καμιά ατυχία. Ό,τι δίνει ή επιτρέπει ο Θεός δεν είναι ατυχία αλλά δώρο δικό Του». Τόσο ακλόνητη πίστη είχε, και πάνω σε αυτό το θέμα καμιά υποχώρηση δεν δεχόταν.

Η Ιερά Μονή από ψηλά

«Πώς αντέξατε τόσο μεγάλο πόνο, τις απώλειες, του συζύγου σας και των τριών τέκνων σας;» την ρώτησε κάποιος από την Ομηρική Ακαδημία Λουξεμβούργου, για να απαντήσει η ίδια : «Ο Θεός δεν είναι άδικος και ξέρει τι κάνει. Άσε τα παιδάκια μου κοντά στο Θεό. Είναι καλύτερα από ότι θα ήταν αν τα είχα εγώ. Εγώ τα μάλωνα κι  όλας!»
Στη διάρκεια της Ηγουμενίας της υπήρξε δίκαιη, ευσεβής, άφοβη, αυστηρή, φιλεύσπλαχνη, στοργική, αρχοντική, ελεήμων, απολύτως δοσμένη στην Μοναχική της αποστολή. Με ένα γλυκό χαμόγελο στην μορφή της, έκφραση της Θείας χάριτος αλλά και της ανθρώπινης καλοσύνης της και με αστείρευτη αγάπη στην καρδιά της, αγαπούσε τον Χριστό και γι’αυτό όλον τον κόσμο. Έκανε πλήθος δωρεές σε νοσοκομεία ή άλλα ιδρύματα, τηρούσε το τυπικό, και ήταν η Μητέρα της αδελφότητας της Μονής, στην οποίαν είχαν προσχωρήσει και πολλές κοπέλες από το προσωπικό της βίλλας.
Όλα τα μέλη την οικογένειά της τα μετέφερε και τα ενταφίασε σε ειδικό χώρο στην Μονή, όπως τους είχε υποδείξει ο γέροντας Ιερώνυμος. Η Ειρήνη Μυρτιδιώτισσα μοναχή, μεταφέρθηκε στην Μονή μετά την εκταφή της από την Αττική γη. Με έκπληξη είδαν κατά την εκταφή, ότι το σκήνωμα της κοπέλας ήταν σχεδόν ακέραιο και ευωδίαζε. Μόνο στο πρόσωπο είχε λίγο αλλοιωθεί. Σήμερα αναπαύεται στον ειδικό χώρο της Μονής σε ειδική γυάλινη λάρνακα. Εκεί αναπαύονται ο Μοναχός Ξενοφών, (κατά κόσμον Πανάγος Πατέρας), τα δυο άλλα παιδιά της Μαρίας Μυρτιδιώτισσας, οι γονείς της και η ίδια, από την 9η Ιουνίου του 2005, οπότε και ανεχώρησε με τρόπο ήρεμο και μετά από σύντομη ασθένεια, στην αγαπημένη της Ουράνια Πολιτεία.
Σήμερα η Μοναχή Μαρία Μυρτιδιώτισσα, (κατά κόσμον Κατίγκω Λαιμού- Πατέρα) αναπαύεται στον ειδικό χώρο της Μονής της, κοντά στην κόρη της Ειρήνη, της οποίας στο σκήνωμα φυλάσσεται σχεδόν αναλλοίωτο, σε λάρνακα με γυάλινο σκέπασμα, κοντά στον Σύζυγό της Μοναχό Ξενοφώντα, (κατά κόσμον Πανάγο Διαμ. Πατέρα), κοντά τα άλλα δυο παιδιά της, Καλλιόπη και Διαμαντή και τους γονείς της.
Με λίγα λόγια θα αναφερθούμε στο Μοναστήρι, το οποίον εγκαινιάσθηκε το 1965. Όπως είπαμε στη αρχή του άρθρου, το μοναστήρι είναι χτισμένο πάνω από τον  προσήνεμο και πανέμορφο όρμο Τσελεπί. Σύμφωνα με το κεφάλαιο 20, (στίχος 15) των Πράξεων των Αποστόλων, και κατά την ερμηνεία του Φώτη Κόντογλου, στον όρμο αυτόν κατέφυγε μάλλον ο Απόστολος Παύλος εξ αιτίας θαλασσοταραχής, πριν αναχωρήσει για τη Σάμο. Η αγιογράφηση του Ναού έγινε από τον Κ.Γεωργακόπουλο, σε σχέδια του Φ. Κόντογλου, που υπήρξε φίλος της οικογένειας.
Σήμερα, στο όμορφο αυτό πνευματικό καταφύγιο, μόλις τρία χιλιόμετρα από το λιμάνι των Οινουσσών και πολύ κοντά στο νησί της Χίου, ζουν και συνεχίζουν το έργο της Μητέρας πολλές μοναχές, υπό την τωρινή Ηγουμένη τους, και αποτελεί ευλογία για τον ταξιδιώτη να το επισκεφθεί και να το προσκυνήσει.


 

Βιβλιογραφία

Η Μητέρα Μαρία Μυρτιδιώτισσα Μοναχή Προσκυνήτρια, έκδοση της Ιεράς Μονής Οινουσσών, Χίος 2008._https://www.pigizois.gr/afieromata/maria_mirtidiotisa/mirtidiotisa.htmhttps://choratouaxoritou.gr/?p=55648_Εργασία μαθητών του 3ου ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΧΙΟΥ στο μάθημα της Τοπικής Ιστορίας για το Σχολικό Έτος 2015-2016_Προφορική επικοινωνία με τις μοναχές της Μονής

Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2017

Ταρσώ, η διά Χριστόν σαλή, μια αγία του π.ημ.



site analysis

Το βιβλίο του Ι ΚΟΡΝΑΡΑΚΗ - ΤΑΡΣΩ Η ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΗΗ Γερόντισσα Ταρσώ η διά Χριστόν σαλή ασκήτεψε στο μοναστήρι της Παναγίας της Πευκοβουνογιάτρισσας, στην Κερατέα Αττικής, το σημαντικό πνευματικό κέντρο τουαρχιεπισκόπου Ματθαίου, πνευματικού πατέρα των "Ματθαιικών" ΓΟΧ, από τους οποίους καιτιμάται ως άγιος και Νέος Ομολογητής.
Η αγιότητα της Ταρσώς είναι αποδεκτή από τους ορθόδοξους χριστιανούς ακόμη και του νέου ημερολογίου (μια αναζήτηση στο διαδίκτυο αρκεί για του λόγου το αληθές), πλην ολίγων, που την απορρίπτουν επειδή ανήκε στην Εκκλησία του π.ημ. Μάλιστα η βιογραφία της έχει γραφτεί από τον καθηγητή του παν/μίου Αθηνών Ιωάννη Κορναράκη (ν.η.) και εκδοθεί από το Ιερόν Κελλίον Αγίου Νικολάου Μπουραζέρη, του Αγίου Όρους.
Οι ΓΟΧ (Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Κήρυκος)αναγνώρισαν επίσημα την αγιότητά της το 2010, ορίζοντας ως ημέρα της μνήμης της την 24η Σεπτεμβρίου (π.ημ.), ημέρα της κοίμησής της.
Το παρακάτω βιογραφικό, απευθυνόμενο στους αδελφούς του ν.ημ. (για να τεκμηριωθεί ότι και εντός της Εκκλησίας του π.ημ. αναδεικνύονται άγιοι), αναδημοσιεύουμε από εδώ και εδώ. Δεν αναφέρει ότι η Ταρσώ ανήκε στην Εκκλησία του π.ημ. Εκτενές βιογραφικό της, με πολλές πληροφορίες και έμφαση στην ιδιότητά της, ως ΓΟΧ, προτρέπω να διαβάσετε στο ιστολόγιο Το Συναξάριο της Εκκλησίας του καθηγητή Αντωνίου Μάρκου. Εκεί αναφέρονται άλλοι δύο αγιασμένοι σαλοί του π.ημ.: 
Ἡ Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος - ἡ χλευαστικῶς, πλήν ἀδοκίμως θεολογικά, ἀποκαλουμένη «Ἐκκλησία τῶν Παλαιοημερολογιτῶν» - ὡς ἱστορική καί ὁμολογιακή συνέχεια τῆς ἐν Ἑλλάδι Ἐκκλησίας μετά τό Νεοημερολογιτικό Σχίσμα τοῦ 1924, ἀνέδειξε κατά τόν 20ο αἰ. πλήν τῶν ἄλλων Ἁγίων Της καί τρεῖς διά Χριστόν Σαλούς: Τόν Χαραλάμπη τῶν Καλαμῶν (+ 1974), τήν βιογραφουμένη Ταρσώ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κερατέας (+ 1989) καί τόν Ἱερομόναχο Λεόντιο τῆς Σάμου (+ 1993 [ο βίος του εδώ]).
Διαβάστε επίσης την Ακολουθία της Οσίας Ταρσώς της διά Χριστόν σαλής και τονπαρακλητικό κανόνα της. Ας έχουμε τις πρεσβείες της...

*****

Η Ταρσώ (ή Ταρασία) Ζαγοραίου γεννήθηκε στις 4 Ιουλίου του έτους 1910, στο χωριό Ρογό, της περιοχής Κορθίου της νήσου Άνδρου. 
Ήταν η μικρότερη από τα έξι παιδιά της οικογένειάς της. Οι γονείς της Περικλής και Μαρία, ήσαν Θεοσεβείς και Θεοφοβούμενοι, ιδιαιτέρως δε η μητέρα της. Ίσως την θρησκευτική ζωή της οικογένειας να επηρέασε θετικά συγγενής της μοναχός, ονόματι Γαλακτίων, ο οποίος από το 1898 έμενε σε έναν απόμερο χώρο του σπιτιού τους. 
Η νεαρή Ταρσώ έτυχε άρτιας μόρφωσης για την εποχή της. τελείωσε το δημοτικό σχολείο και το σχολαρχείο στη Χώρα. Ήταν άριστη μαθήτρια, πολλές φορές πρώτη στην τάξη της. 
Η Ταρσώ, σαν στερνοπαίδι, ήταν το πιο χαϊδεμένο από τα αδέλφια, γι' αυτό και δεν την άφηναν να κάνει δουλειές. Σε μικρή ηλικία πήρε μαθήματα μαντολίνου και με την αδελφή της έπαιζαν συχνά σε συντροφιές. Οι γονείς καθώς και τα παιδιά τους, ήταν πολύ εργατικοί και έτσι υπήρχε στο σπίτι επάρκεια αγαθών. Ζούσαν σε ένα κτήμα έξω από το χωριό και η ζωή κυλούσε ήσυχα μέσα σε οπωροφόρα δένδρα, ελιές και έναν λαχανόκηπο που είχαν για τις ανάγκες τους, παρέα με τα αγελαδοπρόβατα, τα οποία τους προμήθευαν μαλλί, γάλα και τυρί. 
Όταν ήταν 8 χρονών, ο θάνατος της μεγάλης αδελφής της, Πηνελόπης, σε ηλικία 20 ετών, βύθισε αυτήν και όλη την οικογένειά της στο πένθος. 
Στο δέκατο τέταρτο έτος της ηλικίας της, άρχισε να εκδηλώνεται ο θρησκευτικός της χαρακτήρας και η διάθεσή της να ασχολείται με τα θεία. Η ίδια ομολογεί και επισημαίνει το χρονικό σημείο της αρχής της ζωής της ευσέβειας της, λέγοντας κάποια φορά: "εγώ έφυγα από το σπίτι μου 14 χρονών, τόσα παιδιά παίζαμε έξω από το φούρνο αλλά ήρθε ο αξιωματικός (ο άγγελος) και εμένα διάλεξε. Με πήρα στην αγκαλιά του και που με πήγε δεν ξέρω. Έπαθα αλλοίωση". 
Πράγματι, φαίνεται ότι από την αποκαλυπτική αυτή χρονική στιγμή άρχισε η εμφάνιση κάποιων τρόπων συμπεριφοράς της, που προοιωνιζαν τη μετέπειτα παράδοξη πνευματική της ζωή, όπως τελικά καταστάλαξε στην ιδιότυπη δια Χριστόν σαλότητά της.
Η Γερόντισσα ΤΑΡΣΩ σε ηλικία 7 ετών στο δημοτικό στην Άνδρο- "Εμείς είμαστε αμαρτωλοί, τι σχέση μπορούμε να έχουμε με τους αγίους;". Η μακαρία Ταρσώ είχε άλλη λογική. Ξεκίνησε τον ασκητικό της αγώνα με την απόφαση ενός θανάτου, του θανάτου του εαυτού της. Συχνά έλεγε, όταν δε μιλούσε με σαλότητα : - "Στον τόπο τούτο μ' έφερε μια νεκροφόρα. Να, εδώ από κάτω μ' έφερε" (και έδειχνε το χώμα). Έτσι, όλη της η ζωή ήταν μια προσπάθεια διαρκούς νεκρώσεως του εαυτού της. Ήταν νεκρή για όλα τα τερπνά και τα ηδέα, αλλά και τα θλιβερά του κόσμου τούτου. Και ακριβώς αυτή η νέκρωση κάθε ανθρώπινου στοιχείου στην προσωπική της ζωή, έκανε εύλογα όσους την πλησίαζαν να σκέπτονται: - Ποιος μπορεί αλήθεια να φτάσει στα μέτρα της Ταρσώς; Αυτή είναι η εκλεκτή του Θεού! 
Η μακαρία Ταρσώ διέβλεψε, χάριτι Θεού, τα δικά της μέτρα και έτσι διάλεξε το δικό της δρόμο, τη δική της οδό προς την Βασιλεία του Θεού, την οδό της σαλότητας διά Χριστόν! Το οικογενειακό της περιβάλλον δεν ήταν φυσικά ικανό να αντιληφθεί τον υψηλό στόχο της, που φαίνονταν αφύσικος για μια τόσο μορφωμένη και ιδιαιτέρα όμορφη κόρη. Σε τέτοιες περιπτώσεις, μιας επίμονης φυγής και καταφυγής στο μοναχικό βίο, η ευκολότερη αντίδραση είναι συνήθως η γνωμάτευση των οικίων, ότι "το παιδί τρελάθηκε"! Έτσι η Ταρσώ "χρειάστηκε" ψυχιατρική βοήθεια. Όμως, η μακαρία Ταρσώ δεν ήταν τρελλή. Ήταν πολύ πιο λογική από πολλές μοναχές της Μονής, που την θεωρούσαν τρελή και γι' αυτό την περιφρονούσαν και την απέφευγαν. Ήταν σαλή διά Χριστόν, δηλαδή, ολόκληρη, με την ψυχή και το σώμα, με την καρδιά και το λογικό της, δοσμένη στον Σωτήρα Χριστό. Συνεπής στον Πατερικό λόγο, "Δώμεν εαυτούς τω Κυρίω εξ ολοκλήρου ίνα ολόκληρον αυτόν αντιλάβωμεν". Σε αυτό το ολοκληρωτικό δόσιμο στο Χριστό το λογικό της εφωτίζετο αδιάλειπτα από το φως του Χριστού, κατά την διαβεβαίωση του ψαλμωδού : "συ φωτίεις λύχνον μου, Κύριε ο Θεός μου, φωτίεις το σκότος μου". 
Τώρα ήθελε να φύγει μακριά από τους ανθρώπους και την οικογένειά της, ποθούσε την μόνωση και την ελευθερία. Παρά το νεαρό της ηλικίας της, σκεπτόταν και μιλούσε για την άλλη ζωή, προσηύχετο για τους νεκρούς συγγενείς της και μάλιστα συζητούσε μαζί τους. Άρχισε να εκδηλώνει χάρισμα διοράσεως σε διάφορα περιστατικά της καθημερινής ζωής. Ένα βράδυ, την ώρα που ετοιμάζονταν να ξαπλώσουν και η μητέρα της τελείωνε την προσευχή της, η Ταρσώ της είπε να μην κάνουν την Θ. Λειτουργία που είχαν προγραμματίσει για την επόμενη σε διπλανό χωριό, επειδή ο παπάς δεν ήταν σε θέση να λειτουργήσει. Η μητέρα της έκπληκτη, την αποπήρε και η Θεία Λειτουργία έγινε. Όπως όμως απεδείχθη, η μικρή Ταρσώ με το μεγάλο χάρισμα, διέβλεψε το κώλυμα: ο ιερέας αποβραδίς είχε μεθύσει. 
Η Γερόντισσα ΤΑΡΣΩ με την ανιψιά της στο ΚόρθιΕν τω μεταξύ, αφού η αδελφή της Κατίνα παντρεύτηκε στην Αθήνα, μετά το 1931, εγκαταστάθηκαν και οι υπόλοιποι εκεί. Η συμπεριφορά της και εδώ παρέμεινε η ίδια : ήρεμη, εσωστρεφής αλλά και αγαπητή σε όλους. Παρουσίαζε όμως και τα παρεξηγήσιμα σαλά καμώματά της. Το πιο ανησυχητικό ήταν ότι συχνά φορούσε ένα λευκό χιτώνα και επίσης λευκό μαντήλι και ότι έφευγε πολλές φορές προς άγνωστη κατεύθυνση, χωρίς κανένα φόβο. Φορούσε πάντοτε παλιά παπούτσια και όταν της έδιναν κάποιο καινούργιο ζευγάρι φρόντιζε να τα "περιποιηθεί" καταλλήλως, κτυπώντας τα επίμονα με μια πέτρα για να τα κάνει όπως ήθελε αυτή. 
Προπολεμικά, το 1939, της έκαναν και συνοικέσιο. Την κάλεσαν για τραπέζι στο σπίτι του γαμπρού, όπου πήγε με τον αδελφό της. Ο Θεός όμως επέτρεψε να γίνει κάποιος μικρός πειρασμός που έκανε τον αδελφό της να θυμώσει και να την πάρει αμέσως να φύγουν. Η ίδια, έφυγε με την ίδια απάθεια με την οποία είχε πάει, χωρίς να εκδηλώσει αντίδραση, ούτε δυσαρέσκεια. Ότι είχε να πει, το έλεγε μυστικά στο Νυμφίο της Χριστό και ήρεμη δεχόταν τα γεγονότα όπως έρχονται, γεμάτη εμπιστοσύνη και πίστη σε Αυτόν που την επέλεξε από μικρή ως νύμφη Του. 
Το καλοκαίρι του 1940, πήγαν για παραθερισμό στην Άνδρο, όπου αποκλείσθηκαν έως το 1942. Εκεί έχασε και την καλύτερή της φίλη, με την οποία έκαναν πολύ παρέα, πράγμα που την λύπησε πολύ. 
Σύμφωνα πάντοτε με πληροφορίες των συγγενών της, η σαλότητα της Ταρσώς, είχε ανησυχήσει τόσο τους οικείους της, ώστε το 1942 που επέστρεψαν στην Αθήνα για να προλάβουν χειροτέρευση της καταστάσεώς της, "την πήγαν με το ζόρι" στους ψυχιάτρους. Eκείνοι διέγνωσαν "σχιζοφρένια". 
Για τους ψυχιάτρους η Ταρσώ είχε κάποια πειστικά ευρήματα μιας τέτοια ψυχοπαθολογίας. Ισχυριζόταν ότι άκουγε φωνές κεκοιμημένων, είχε το στοιχείο της επιμονής και "άλογης" φυγής από τις κοινωνικές σχέσεις, ζητούσε την μόνωση. Αλλά οι ψυχίατροι δεν μπορούσαν φυσικά να αντιληφθούν τις πνευματικές αφετηρίες της, κατ' αυτούς, "παθολογικής" συμπεριφοράς. 
Έτσι την υπέβαλαν σε μια χειρουργική επέμβαση, που συνηθιζόταν εκείνη την εποχή. Έκαναν δύο τρύπες στο κρανίο της, στην θέση των κροτάφων, δεξιά και αριστερά, αλλά χωρίς κανένα "θεραπευτικό" αποτέλεσμα, ούτε εξάλλου βλαπτικό των διανοητικών και ψυχικών της λειτουργιών. 
Η Γερόντισσα ΤΑΡΣΩ με την μητέρα της 1932 ΑθήναΠάντως με την χειρουργική αυτή ψυχιατρική επέμβαση, η Ταρσώ χαρακτηρίστηκε "επίσημα" ως τρελή. Επέτρεψε ο Θεός να φθάσει σε μια πολύ ταπεινωτική, για τους πολλούς, κατάσταση, η οποία εντούτοις συνυπολογίζεται οπωσδήποτε στην εκούσια και ακούσια γενικώς άσκηση, στην οποία την οδήγησε ο Θεός για να τον δοξάσει από το υψηλό πνευματικό βάθρο της έσχατης, κατά κόσμο, ταπεινώσεως της δια Χριστόν Σαλότητας. 
Η Ταρσώ είχε ήδη λάβει Πνεύμα Θεού, προ του πειρασμού του ψυχιατρείου. Έτσι ο πειρασμός της αναγκαστικής της υποβολής σε ψυχιατρική χειρουργική επέμβαση ήταν από το Θεό το καθορισμένο ψυχοσωματικό υπόβαθρο της πνευματικής της σαλότητος. Ήταν δύο φορές "τρελή". Μία φορά κατά κόσμο! Σύμφωνα με την ψυχιατρική διάγνωση! Και μια φορά κατά Χριστόν. Ήταν έτσι περιχαρακωμένη στην έσχατη ταπείνωση. Σε αυτήν την κατάσταση, "δεν ήταν τίποτε, δεν είχε τίποτε!". 
Ίσως γι' αυτό αργότερα έλεγε συχνά : "Μου τα πήραν όλα. Μου πήραν εκατομμύρια και δεν έχω τίποτα". Δεν είχε τίποτα. Είχε λοιπόν την δυνατότητα να αποκτήσει το παν. Την καλή αλλοίωση μέσα από την χαρισματική οδό την εν Χριστώ σαλότητος. 
Το 1944, στον εμφύλιο, ενώ όλοι οι άνθρωποι ήσαν κλεισμένοι στα σπίτια τους, η Ταρσώ εξακολουθούσε να φεύγει ντυμένη στα άσπρα. Ένα βράδυ κάποιοι κτύπησαν το κουδούνι στην πόρτα της αδελφής της – εκείνη έμενε στα Εξάρχεια, στους πρόποδες του λόφου Στρέφη, όπου είχαν ανοίξει χαρακώματα οι αριστεροί και κατείχαν τον λόφο. Η Ταρσώ έμενε με τους γονείς της, στο σπίτι τους, πίσω από το πρώτο νεκροταφείο στην Γούβα. Έντρομη η αδελφή της, που ήταν μόνη με τα τρία της μικρά παιδιά, άνοιξε την πόρτα και αντίκρισε μια ομάδα από ένοπλους αριστερούς, με γενειάδες, που την ρώτησαν αν έχει μια αδελφή με το όνομα Ταρσώ Ζαγοραίου. Η Γερόντισσα ΤΑΡΣΩ λίγο πριν το μοναστήριΗ αδελφή της τρόμαξε, νομίζοντας ότι είχε πάθει κάτι η Ταρσώ. Ο ένας από του ένοπλους άντρες, που φαινόταν και επικεφαλής, παραμέρισε τότε τους άλλους και έκανε τόπο στην Ταρσώ να περάσει και να μπει στο σπίτι. Στην συνέχεια λέει στην αδελφή της : "Ποια είναι αυτή που περνάει ατρόμητη μέσα από τις σφαίρες και καμιά σφαίρα δεν την αγγίζει;". 
Αυτή η παράδοξη εξωτερικώς και θεία εσωτερικώς κατάσταση της μακαρίας Ταρσώς είχε φέρει σε πλήρη αμηχανία τους δικούς της, οι οποίοι πλέον δεν ήξεραν τι να σκεφτούν και τι να κάνουν. Η αγαπημένη τους Ταρσώ, αν και είχε έναν διαφορετικό από αυτούς τρόπο ζωής, ήταν τόσο προσηνής και υπάκουη, ώστε δεχόταν αδιαμαρτύρητα κάθε κίνηση που γινόταν "για το καλό της", εκ μέρους των άλλων.Είδαμε ότι δεν αντέδρασε στο συνοικέσιο που της έκαναν, αλλά και υπέμεινε στο πραγματικό μαρτύριο της αδικαιολόγητης λοβοτομής, παραδομένη ολοκληρωτικά στον Κύριο και Νυμφίο της. Εφόσον ο Ίδιος την είχε εισάγει στο μεγαλειώδες και ειδικό αυτό αγώνισμα της δι' Αυτόν σαλότητος, ώφειλε να τον ακολουθήσει, αίροντας τον Σταυρό Του, ο οποίος είναι "Ιουδαίοις μεν σκάνδαλον, Έλλησι δε μωρία" (Α' Κορ. α', 23). 
Πως ήταν δυνατόν ωστόσο, να την αφήσει ο Χριστός στα χέρια των καλοθελητών αυτών μέχρι τέλους, αφού έβλεπε ότι, από το πολύ ενδιαφέρον τους, είχαν καταντήσει επικίνδυνοι για την γνήσια δούλη Του; Έτσι, οδήγησε τα βήματά της, πάλι μέσω της υπακοής, σε τόπο όπου πλέον θα μπορούσε ανενόχλητη να ασκηθεί μαζί με άλλες ψυχές που είχαν επίσης αφιερωθεί σ' Αυτόν. 
Η μητέρα της Ταρσώς ακολουθούσε το παλαιό ημερολόγιο και είχε κάποια σχέση με την Ι. Μονή Παναγίας Πευκοβουνογιατρίσσης, στην Κερατέα. Η Γερόντισσα ΤΑΡΣΩ με το μικρό κουρελάκι στην μύτη για να μην φαίνεται η ομορφιά τηςΕκείνη την εποχή, που η Ταρσώ εθεωρείτο άρρωστη, με ψυχιατρική βεβαίωση (!), κυκλοφορούσε η φήμη ότι ο Ματθαίος, κτήτωρ και επίσκοπος της Μονής, έκανε θαύματα και ιδιαιτέρως θεραπείες. Για το λόγο αυτό η μητέρα της Ταρσώς σκέφτηκε να συνοδεύσει την κόρη της και να φιλοξενηθούν για κάποιο διάστημα στη Μονή, μήπως γίνει το θαύμα και "θεραπευθεί" η Ταρσώ. Έτσι κάποια μέρα του 1949, την πήρε, απογοητευμένη από κάθε ανθρώπινη βοήθεια και την έφερε, χωρίς να το γνωρίζει, στο οριστικό στάδιο της αθλήσεώς της. 
Φαίνεται ότι εκεί έμειναν περίπου τρεις μήνες, χωρίς όμως το αποτέλεσμα που έλπιζαν και επιθυμούσαν. Έτσι, η μητέρα της Ταρσώς απεφάσισε να την πάρει να γυρίσουν στο σπίτι τους. Η Ταρσώ όμως δεν ήθελε να φύγει από το Μοναστήρι με κανένα τρόπο. Γι' αυτό παρακάλεσε η μητέρα της να την φιλοξενήσουν για κάποιο ακόμα διάστημα. Το διάστημα αυτό ήταν τελικά όλη της η ζωή. 
Δεν συγκαταλέχθηκε στην αδελφότητα της Μονής, παρέμεινε με τις άλλες δόκιμες στον ξενώνα, όπως συνηθίζεται στην Μονή αυτή. Διέμενε στον χώρο αυτό, υπηρετούσε στα διάφορα διακονήματα, έκανε τα σαλά της, ολοένα αυξανόμενα, και εδέχετο τις περιφρονητικές αντιμετωπίσεις των μοναχών και των λαϊκών. Παρακολουθούσε τις καθημερινές ακολουθίες που εγίνοντο για τους εκεί διαμένοντες, όπου και ανεγίγνωσκε τον Εξάψαλμο, τα Ψαλτήρια, τις Ώρες. Πολλοί ακόμη ενθυμούνται την κατανυκτική της φωνή. 
Κατά την διάρκεια της εκεί παραμονής της, της ανέθεσαν το διακόνημα της αντιγραφής των χειρογράφων από το αρχείο της βιβλιοθήκης που διέθεταν, επειδή η Ταρσώ ήταν καλλιγράφος. Οι μοναχές θυμούνται ότι, στην εμφάνισή της ήταν πολύ όμορφη, με ξανθές πυκνές μπούκλες, πράσινα μάτια και χαρούμενο πρόσωπο. Κρατούσε πάντα στα χέρια της ένα Προσευχητάριο με το οποίο προσηύχετο συνεχώς. Απέφευγε τις επαφές με τις άλλες δόκιμες μοναχές και προτιμούσε να κάθετε στο κελί της και να προσεύχεται. 
Το κελί στο οποίο η Γερόντισσα ΤΑΡΣΩ πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τηςΚάθε φορά που η αρμόδια μοναχή πήγαινε να την ξυπνήσει νύχτα, στην ώρα του κανόνα, την έβρισκε πάντα όρθια να προσεύχεται. Μετά από λίγες μέρες διαπίστωσαν οι αδελφές ότι δεν ξάπλωνε στο κρεβάτι για να κοιμηθεί ούτε την ώρα της αναπαύσεως, αλλά κοιμόταν καθιστή. Στον κόπο της νύκτας πρόσθετε και αυτόν της ημέρας. Εκτός από το παραπάνω διακόνημα ανέλαβε να κουβαλά νερό από την Ζωοδόχο Πηγή, 100 μέτρα από τον ξενώνα της Μονής, για τις ανάγκες των εξωτερικών αδελφών. 
Μετά από καιρό άρχισε να συμπεριφέρεται και να μιλά παράξενα, σε σημείο που παρεξηγείτο. Άρχισε να κοροϊδεύει και να επιτιμά τους ανθρώπους και περισσότερο τους ξένους που επισκέπτοντο την Μονή. Οι μοναχές, βλέποντας όλα αυτά της είπαν να φύγει από τον Ξενώνα, όπου είχε μείνει περίπου δύο χρόνια. Έτσι, χωρίς πάλι να το επιδιώξει, βρέθηκε η αγωνίστρια του Χριστού χωρίς κελί, μη έχοντας "που την κεφαλή κλίνη". Εγκαταστάθηκε έξω από την νότια είσοδο της Μονής, στα χωράφια, όπου υπήρχαν τα μαντριά της Μονής και κάποια χαλάσματα. Από τότε, μέχρι το 1988, έμενε εκεί, στο ύπαιθρο ή σε καλύβες από χορτάρια, που τις έστηνε και τις χαλούσε μόνη της. Τα πρώτα χρόνια, δεν είχε σταθερό μέρος να μένει και περιφέρετο μέσα στα χωράφια και στα βουνά. Αργότερα, στην δεκαετία 1970-1980 επιδιόρθωσε τα χαλάσματα που αναφέραμε, τελείως μόνη της, κουβαλώντας τσιμεντόλιθους και σκεπάζοντάς τα με νάιλον και τσίγκους, όταν πλέον είχε αρχίσει να γερνά και είχε ανάγκη από κάποια σταθερή στέγη. Κανείς δεν ήξερε που κοιμόταν και που εύρισκε υπόστεγο στις μεγάλες βροχές και στις κακοκαιρίες. Πολλές φορές ωστόσο, την είδαν μέσα στην βροχή να κάθεται στο ύπαιθρο, κρατώντας μία λαμαρίνα πάνω από το κεφάλι της. 
Πολλές φορές, έβγαινε και έξω από την ακτίνα του χώρου της Μονής και περπατούσε στις κωμοπόλεις της Κερατέας και του Μαρκόπουλου και επισκέπτετο διάφορα σπίτια. Αυτό ανησυχούσε πολύ την Ηγουμένη Ευφροσύνη, επειδή πίστευε ότι ήταν επικίνδυνο για μια γυναίκα να γυρίζει μόνη της τις νύχτες. Γι' αυτό μια μέρα την φώναξε και της είπε να μη φεύγει μακριά από το Μοναστήρι, γιατί διαφορετικά θα την έδιωχνε. Υπάκουσε η Ταρσώ στην Ηγουμένη και από τότε δεν ξαναβγήκε από την περιοχή της Μονής. 
η Γερόντισσα ΤΑΡΣΩ έξω από τον ξενώναΑν και δεν θεωρείτο κανονικά αδελφή της Μονής, συμμετείχε ενεργά στην ζωή της αδελφότητος. Η διακονία της, που την είχε διαλέξει μόνη της, ήταν να μεταφέρει κάθε μέρα, για πολλά χρόνια, το γάλα για όλη την αδελφότητα (περισσότερες από 300 μοναχές) από τα μαντριά που ήταν περίπου 500 μέτρα έξω από την Μονή, στο Μαγειρείο. Τα άδεια δοχεία τα επέστρεφε στο μαντρί γεμάτα νερό από την Ζωοδόχο Πηγή, που το χρησιμοποιούσαν οι μοναχές για να ποτίζουν τα ζώα. Από το Μαγειρείο έπαιρνε και το φαγητό της. 
Επίσης, έριχνε κοπριά στα αμπέλια της Μονής. Το φορτηγό της Μονής άδειαζε την κοπριά εκεί κοντά, για να πάνε οι μοναχές την επομένη ή κάποια άλλη μέρα, να την ρίξουν στα αμπέλια. Δεν προλάβαιναν όμως, γιατί την επομένη το πρωί, τα εύρισκαν όλα έτοιμα. Το μυστήριο αυτό δεν μπορούσαν να το εξηγήσουν. Έτσι παραφύλαξαν ένα βράδυ και είδαν την Ταρσώ να ρίχνει μόνη της μέσα στην νύχτα όλη την κοπριά απ' άκρη σε άκρη στα αμπέλια. 
Επίσης, συμμετείχε στις γενικές εργασίες - παγκοινίες - όπου συγκεντρώνονταν πολλές αδελφές, όπως στην συλλογή του βίκου, στον τρύγο, στα χωράφια κ.λ.π. εργαζόταν και αυτή όπως και οι άλλες αδελφές, με την διαφορά ότι δεν καθόταν κοντά τους, αλλά σε κάποια απόσταση από αυτές και ακολουθούσε στην εργασία. Στην ώρα του φαγητού, με το κατσαρολάκι της, πήγαινε για να ζητήσει το φαγητό της από την μαγείρισσα που έδινε φαγητό και στις αδελφές. 
Έτσι λοιπόν ο Θεός δια των γεγονότων καθόρισε τον τρόπο της ζωής της αλλά και τον τόπο, στον οποίο θα ζούσε μέχρι την κοίμησή της. Ερημική, ασκητική ζωή. Αδιάλειπτη προσευχή και λογική λατρεία στο Θεό. Διηγείται λοιπόν, η αδελφή της Μαρίνα, πως την συνέλαβε κάποτε σε μια πολύ προσωπική της στιγμή, αφού δεν γνώριζε ότι την παρακολουθούν: "Είχαμε αγρυπνία στο Μοναστήρι. Ήταν καλοκαίρι και η αγρυπνία γινόταν στην αυλή. Είχε φεγγάρι. Όταν άρχισε το Απόδειπνο, έφυγα για να πάω να δω τι κάνει η Ταρσώ. Τότε έμενε στο προηγούμενο κελί της, μια παράγκα από σανίδες. Δεν ήταν έξω. Πλησίασα σιγά-σιγά και, χωρίς να με αντιληφθεί, κοίταξα ανάμεσα από τις χαραμάδες που είχαν οι σανίδες. Ήταν όρθια, έκανε τον σταυρό της, προσηύχετο ψιθυριστά και συνεχώς έλεγε: "Παναγία μου, βοήθησέ με την αμαρτωλή, βοήθα με Παναγία μου, Δέσποινά μου, βοήθα με σε παρακαλώ...". Έμεινα να την ακούω όσο μπόρεσα και όταν επέστρεψα, η αγρυπνία ευρίσκετο στα Απόστιχα, μετά την Λιτή". 
Με τον τρόπο αυτό, τον ασκητικό και ησυχαστικό, διαμόρφωσε ανάλογα την εξωτερική της εμφάνιση και αργότερα το ερημικό κελί της. 
Σ αυτή τη στάση ξεκουράζονταν η Γερόντισσα ΤΑΡΣΩ. Ποτέ δεν κοιμήθηκε ξαπλωμένη"Στην αρχή φορούσε μαύρο ράσο αλλά φρόντιζε να φαίνεται παλιό. Το έραβε μόνη της, με τεράστιες φαρδιές τσέπες για να βάζει τα βιβλία της προσευχής, τη Σύνοψη, την Αγία Γραφή, το Ψαλτήρι, κ.α.. Αλλά καθώς προχωρούσαν τα χρόνια, η ενδυμασία της προσαρμόζετο πλέον στην ψυχολογία και το πνεύμα της σαλότητος, εγίνετο ρυπαρή και κακόγουστη, μέχρι αστεία". 
Μια τακτική επισκέπτρια της Ταρσώς περιγράφει ως εξής την ενδυμασία της: "Φορούσε μια ξεσκισμένη βρώμικη πουκαμίσα (κάποτε λευκή), μακρύτερη από το, κάποτε μαύρο φόρεμα - ζωστικό, η οποία είχε ραμμένη μια τεράστια εσωτερική τσέπη, τέτοια που να χωρά ότι είχε και δεν είχε, αυτή που τίποτα δεν είχε. Από πάνω, προσπαθώντας μάταια να ζεσταθεί το χειμώνα, έβαζε 3-4 αδιάβροχα νάιλον, το ένα πάνω στο άλλο και στους ώμους ένα καφετί προσόψι, με επιτήδεια ραμμένη κορδελίτσα, σαν μπέρτα"! 
Η Ταρσώ φρόντιζε ιδιαίτερα να κρύβει το ωραίο πρόσωπό της, από τα νιάτα της, και ιδιαίτερα τώρα, στην άσκησή της, τα ωραία μάτια της, που αν τα πρόσεχες κάποιες φορές έδειχναν σαν ένα κομμάτι διαμαντένιου ουρανού! Φορούσε στα μάτια της γυαλιά με χοντρούς φακούς, τα οποία στήριζε γύρω στο κεφάλι της με σύρμα. Όταν ήθελε να διαβάσει κάτι, το πλησίαζε πολύ κοντά στο πρόσωπό της. Μια φορά, λοιπόν, λέει σε μια συνομιλήτριά της: "Όλα τους τα έδωσα αδελφούλα μου, τι άλλο να τους δώσω ακόμη; Και τα μάτια μου τους τα έδωσα". Η ευλαβής αδελφή δεν αντιλήφθηκε το νόημα των λόγων αυτών. Όμως αργότερα πληροφορήθηκε, πως όταν ήταν νέα, κάποιος άνδρας, που είχε επισκεφθεί το Μοναστήρι, θαύμασε τα μάτια της και τον άκουσε να λέει πως έχει ωραία μάτια. Τότε αυτή πήγε στο Μοναστήρι, πήρε ένα ζευγάρι γυαλιά με χοντρούς φακούς και τα φόρεσε, με αποτέλεσμα να χαλάσει την όρασή της. 
Επίσης τα κάλυπτε την μύτη της με μια μαύρη κορδέλα, την οποία είχε η ίδια επιμεληθεί για να κρύβει το πρόσωπό της, γιατί κάποιος της είχε πει ότι έχει ωραία μύτη. Την κορδέλα αυτή την έβγαλε από το πρόσωπό της όταν άρχισε να γερνά. Φρόντιζε επίσης να έχει σκυμμένο συνεχώς το κεφάλι της, κάτω στο χώμα. Όπως η ίδια είχε πει, "το καφετί χρώμα είναι το χρώμα μου" ! Εξάλλου, τα παπούτσια της ήταν τρυπητά, λαστιχένια (πάντοτε όμως παλιά), δεμένα με σκουριασμένο σύρμα και επίσης πάντοτε παράταιρα. 
Οι διαστάσεις του κελιού της δεν επέτρεπαν ένα ανθρώπινο κρεβάτι. Μόνο σκυφτός ή καθιστός χωρούσες μέσα. Άλλωστε σαράντα πέντε χρόνια δεν κοιμήθηκε ξαπλωμένη. Μόνο όταν χρειάστηκε να νοσηλευτεί σε νοσοκομείο δύο φορές, κοιμήθηκε σε κρεβάτι με κάποιες τύψεις "για την πολυτέλεια". 
Η Γερόντισσα ΤΑΡΣΩ έξω από το κελί της.Το εσωτερικό, πάντως, του κελιού της ήταν εντελώς ακατάστατο. Εκεί υπήρχαν μπόγοι ανοιγμένοι, που έχασκαν χυμένα κάποια παλιόρουχα ή κουβέρτες κουβαριασμένες, ντενεκάκια από κονσέρβες για τις γάτες, σκουπίδια διάφορα και μικροπράγματα άχρηστα.Όλα αυτά σχημάτιζαν ένα σωρό ετερόκλητων πραγμάτων που, στο σύνολό τους, θύμιζαν σκουπιδότοπο. "Στη γωνιά του κελιού της, υπήρχε ένας μεγάλος πάγκος. Ένας – δύο τσιμεντόλιθοι και ένα στραβωμένο σακί τσιμέντο που πέτρωσε από την βροχή, ήταν τα καθίσματά της. Στα νιάτα της κούρνιαζε σαν σκυλί, δίπλα σε θάμνους και στα γεράματά της, συνήθως την εύρισκες καθιστή σε αυτόν τον πάγκο, με το κεφάλι γερμένο. Ακόμη και όταν, τον τελευταίο χρόνο, την πήραν στο γηροκομείο του Μοναστηριού, την εύρισκαν να περνά τη νύχτα σε ένα πεζούλι, έξω στην βροχή". 
Η τροφή της ήταν πάντοτε λιγοστή. Ο κανόνας της στο φαγητό φάνηκε και στις τελευταίες της μέρες στο Κ.Α.Τ. Έκανε υπακοή να δεχθεί σούπα, αλλά όταν επέμεναν να συνεχίσει, αρνήθηκε. "Έφαγα, έφαγα, τέσσερις κουταλιές". Αυτό ήταν το όριό της. Η αδελφή Μαρίνα, από την Μονή, της έφερνε το μεσημβρινό φαγητό της, που το χώριζε στα δύο για να δειπνήσει με δυο μπουκιές το βράδυ. Στην περίπτωση που η καλή Μαρίνα έλειπε για δουλειές εκτός της Μονής, δεν είχε την έγνοια της κανένας άλλος.Φαίνεται ότι κάποιες φορές έμενε ολόκληρη εβδομάδα νηστική, μέχρι αν επιστρέψει εκείνη από τις δουλειές της. Της έφερναν μερικές φορές καλομαγειρεμένο φαγητό, που διαφέρει πολύ από φαγητό μαγειρεμένο στο καζάνι για 300 ψυχές. Η αδελφή Μαρίνα της έλεγε : "Κράτησε λίγο να φας", διότι την λυπόταν που ήταν ταλαιπωρημένη. Της απαντούσε : "Μα καλά, το κοσμικό φαγητό είναι καλύτερο;". 
Άλλοτε, της πήγε μια πολύ καλή μερίδα ψάρι. Αυτή το καθάρισε και τόδωσε στα γατιά. Της λέει η αδελφή: "μα τι κάνεις; Τι θα φας; Φάε ευλογημένη εσύ το ψάρι και δώσε στα γατιά τα κόκαλα". Και η απάντηση : "μα καλά, εσύ αποφάγια τρως στο Μοναστήρι; Πως θα φάνε τα γατιά τα αγκάθια (κόκαλα);" Με την ίδια στοργή, τάιζε και τα ποντίκια του κελιού της, με μικρά κομματάκια ψωμί. "Θέλουν να φάνε και αυτά", έλεγε. 
Η Γερόντισσα ΤΑΡΣΩ έξω από το κελί της.Η τρυφερότητα που αισθανόταν για τα ζώα ήταν πολύ μεγάλη. Μια φορά βρήκε κοντά στην θάλασσα ένα κοκαλιάρικο γαϊδουράκι, που έπρεπε να το είχαν εγκαταλείψει γέρικο πολύ για να πεθάνει. Το πήρε, το έφερε στο κελί της και το τάιζε με ψωμί, όσο καιρό έζησε. 
Ποιος μπορεί αν αμφιβάλει ότι δεν θα ήταν δυνατόν να μοιράζεται το λιγοστό φαγητό της με τους άλογους και τους λογικούς φίλους της, αν δεν είχε σε μεγάλο βαθμό αποδεσμευτεί από τις υλικές ανάγκες; Όντως, η πραγματική της τροφή, αυτή που την χόρταινε, ώστε να λησμονεί την υλική τροφή, ήταν η πνευματική. Η σκέψη της και η καρδιά της ήταν αποκλειστικά δοσμένες στα ουράνια και στα άγια, στα οποία εντρυφούσε αδιάλειπτα. Αυτό το νόημα είχε ασφαλώς η απάντησή της στην πρόθυμη επισκέπτρια να της φέρει ότι φαγητό θα επιθυμούσε: - Τι να σου φέρω Ταρσώ να φας; - Εσύ θα μου φέρεις να φάω; Εμένα μου φέρνει ο αξιωματικός (ο άγγελος) και η Μαρία! 
Τα λίγα αυτά βιογραφικά στοιχεία δίνουν μία πρώτη γενική εικόνα της ζωής της Ταρσώς που προηγήθηκε της εγκαταστάσεώς της στον τόπο της θεοφιλούς της ασκήσεως, αλλά, μέχρι κάποιου σημείου, και της ζωής της, όπως άρχισε αυτή να διαμορφώνεται πλέον, με την ασκητική της βιοτή, στον τόπο αυτό.

ΤΑΡΣΩ - Η ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΜΥΣΤΗΡΙΑΚΗ ΖΩΗ ΤΗΣ

 
Η ευωδιάζουσα κάρα της Γερόντισσας Ταρσω (ΠΗΓΗ)

Η ερημική ζωή της Ταρσώς και το γεγονός ότι δεν απομακρυνόταν, παρά σπανιότατα και μόνο για σοβαρό λόγο (όπως στην περίπτωση μιας αναγκαίας νοσηλείας), από τον τόπο αυτό της ασκητικής της διαμονής, δημιουργούσε ευνόητα την απορία στους επισκέπτες, που για πρώτη φορά έφταναν εκεί, ποια μπορούσε να είναι η πνευματική της τροφοδοσία, εφόσον δεν μπορούσε να εκκλησιάζεται και ποια σχέση ήταν δυνατόν να έχει με τη μυστηριακή, ιδιαίτερα, ζωή της Εκκλησίας. Είναι φυσικό, ένας διά Χριστόν σαλός άνθρωπος να μην έχει Εκκλησιαστική ζωή, όπως την ζει ο χριστιανός του κόσμου: εκκλησιασμό και συμμετοχή στα μυστήρια της Εκκλησίας, κατά τις τακτές ημέρες και ώρες των Ιερών Ακολουθιών. Ο σαλός και επομένως "άτακτος" τρόπος της ζωής του, δεν του επιτρέπει την παρακολούθηση της εκκλησιαστικής ζωής, κατά τον "κατεστημένο" τρόπο, εφόσον εξάλλου, μεταξύ των στόχων της σαλότητας, υπάρχει και η αποφυγή από οτιδήποτε συντηρεί "κατεστημένη" ευσέβεια, "ευσχημόνως και κατά τάξιν", όπου όμως ελλοχεύει ο κίνδυνος της "ρουτίνας" της εκκλησιαστικής ζωής. 
Η Γερόντισσα ΤΑΡΣΩ.Αλλά τότε, πως μπορεί ένας σαλός διά Χριστόν να είναι ένας χαρισματικός χριστιανός, χωρίς εκκλησιαστική ζωή;
Αν ένας χριστιανός είναι πράγματι χαρισματικός, και μόνο από το γεγονός αυτό βεβαιώνεται ότι ο άνθρωπος αυτός ζει μέσα στην Εκκλησία και διά της Εκκλησίας πορεύεται προς την Βασιλεία του Θεού, όπως όλοι οι άλλοι χριστιανοί. Κάθε πραγματικό χαρισματικό άνθρωπο τον παρακολουθεί βήμα προς βήμα, κατά την πορεία του αυτή, η χάρη του Θεού και αναπληρώνει τα πνευματικά υστερήματα που μπορεί αν οφείλονται στον ιδιαίτερο τρόπο βιώσεως της χριστιανικής του ζωής, όπως λ.χ. αυτούς που ζουν "στα σπήλαια και στις οπές της γης"!

Είπε κάποτε: "Οι αρχάγγελοι μου έδωσαν τρεις στολές και τρεις η Παναγία. Μία μέχρι κάτω, μία ως εδώ και μία ως το γόνατο. Μου τις πήραν και λειτουργούν στην Εκκλησία".
Τι ήθελε να πει η Ταρσώ με τους συμβολικούς αυτούς λόγους; Ποιο είναι το νόημά τους που απέκρυπτε από το νου του συνομιλητή της; Μια πρώτη εντύπωση, που προκαλούν οι λόγοι αυτοί της Ταρσώς είναι ότι ευλογήθηκε τρεις φορές από τους αρχαγγέλους και από την Παναγία. Να υποθέσουμε ότι τον πλούτο αυτό των ευλογιών η ίδια η Ταρσώ τον κατάθεσε στο Σώμα της Εκκλησίας; Οπωσδήποτε όμως δεν είμαστε έξω από το βασικό νόημα αυτού του λόγου, αν αντιληφθούμε την προσφορά του χαρίσματος της σαλότητας αλλά και ολόκληρης της αναγεννημένης ζωής της στη "λειτουργία" της Εκκλησίας! Η αυτοσυνειδησία της Ταρσώς ήταν βαθύτατα εκκλησιαστική!

Μια κυρία, συχνή επισκέπτρια της Ταρσώς διηγείται: "Μια νύχτα βλέπω στον ύπνο μου πως έκανα καθαριότητα στο σπίτι μου και πίσω μου ακολουθούσε η Ταρσώ με μία σκούπα στο χέρι, σκουπίζοντας το δάπεδο με πολύ προθυμία και επιμέλεια. Είχα χαρά και απορία μέσα μου γι' αυτό που έκανε. Και αμέσως, σαν να διάβασε τις σκέψεις μου εκείνη την στιγμή, μου λέει σαν απάντηση σε αυτά που σκεφτόμουν : "επειδή έστειλες στον αδελφό μου αλάτι για το φαγητό του, ήρθα και εγώ να σε βοηθήσω". Ξύπνησα πολύ χαρούμενη. Προσπαθούσα να καταλάβω τα λόγια της και σκεφτόμουν αν είχα κάνει κάτι καλό εκείνες τις ημέρες. Θυμήθηκα μετά από πολύ κόπο ότι είχα στείλει ένα δεματάκι στο Άγιον Όρος με κιμωλία για την προεργασία των εικόνων και κάποιες πληροφορίες για την αγιογραφία, προκειμένου να βελτιώσουν την δουλειά τους.
Την επόμενη φορά που την επισκέφτηκα μου λέει: "ο αδελφός μου με τρέφει και μένα κάθε μέρα, με μνημονεύει, τον ευχαριστώ, να' ναι καλά". Αργότερα πληροφορήθηκα ότι ο μοναχός στον οποίο είχα στείλει το δέμα, που ήταν ιερέας, είχε ακούσει για την Ταρσώ και την μνημόνευε καθημερινά στις Θείες Λειτουργίες που έκανε".

Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2016

ΕΙΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ ΟΛΥΜΠΙΑΔΟΣ ΜΟΝΑΧΗΣ (+18-11-2016 ΕΚ. ΗΜ.)



site analysis


 ΤαΤο απόρθητο φρούριο των Ορθοδόξων Μοναζουσών των Σπετσών, του Αειμνήστου Γέροντος Χρυσοστόμου, απέκτησε ακόμη μία μεσίτρια στον Ουρανό. Η αγαπητή μας Μοναχή Ολυμπιάς, αναπαύεται πλέον στους κόλπους του Θεού, μετά από έναν βίο όπως τον ήθελε ο Κύριος: οσιακό, ομολογιακό και μαρτυρικό.
Ο αγαπητός μας Γέροντας Αλύπιος επιμελήθηκε ένα βίντεο στο οποίο η μακαριστή ομολογήτρια Ολυμπιάδα Μοναχή ομιλεί για τον Διωγμό που υπέστησαν, όταν σύσσωμη η Γυναικεία Αδελφότητα της Ιεράς Μονής των Αγίων Πάντων Σπετσών, υπό τον Πνευματικό της π. Χρυσόστομο Σπύρου, διέκοψαν κοινωνία (1983) με τον οικείο Επίσκοπο Ύδρας κ. Ιερόθεο, για την αίρεση του Οικουμενισμού.
Είθε οι δειλοκάρδιοι Μοναχοί της σήμερον να βρουν, έστω και την ενδεκάτη, την τόλμη να σηκώσουν ψηλά τις σημαίες της Ομολογίας!
Ολυμπιάδος Μοναχής, αιωνία η μνήμη, γ΄!

Τρίτη 19 Απριλίου 2016

Μοναχή Μαρία Μυρτιδιώτισσα (Πατέρα)



site analysis


Η πρώην αρχόντισσα εφοπλίστρια
 
Στις 9 Ιουνίου (27 Μαΐου) 2005 εγκατέλειψε την πρόσκαιρη ζωή και πορεύτηκε προς την αληθινή η μοναχή Μαρία Μυρτιδιώτισσα, κατά κόσμον Κατίγκω Πανάγου Πατέρα. Πήγε για να συναντήσει τον νυμφίο της Χριστό, Τον όποιο είχε αγαπήσει «εξ όλης της καρδίας και εξ όλης της ψυχής και εξ όλης της διανοίας και εξ όλης της ισχύος» της. Η μακαριά μοναχή Μαρία - Μυρτιδιώτισσα ήταν μια σπάνια πνευματική φυσιογνωμία που, από τη στιγμή που γνώρισε κι αγάπησε το Χριστό, δεν αρκέστηκε να Τον βιώσει η ίδια και μάλιστα απόλυτα, ολοκληρωτικά, αλλά προσπάθησε μ' όλη τη (μεγάλη) δύναμη της ψυχής της και μ' όσα (πλούσιοι) μέσα της χορήγησε ο Θεός να πείσει και πολλούς άλλους ανθρώπους να Τον γνωρίσουν και να Τον αγαπήσουν, αρχίζοντας από τον στενό οικογενειακό της κύκλο και διευρύνοντας τον κύκλο αυτόν όλο και περισσότερο. Ως την άλλη άκρη της γης έφτασε η επιρροή της.

Ποια όμως ήταν η μοναχή Μαρία Μυρτιδιώτισσα;

Για όσους δεν την ήξεραν ή δεν είχαν ακούσει γι' αυτήν αξίζει να σημειώσουμε επιγραμματικά τα εξής:

Η κατά κόσμον Αικατερίνη (Κατίγκω) Δημ. Λαιμού γεννήθηκε στο μικρό νησάκι των Οινουσσών, απέναντι από τη Χίο, το 1912. Όπως οι περισσότεροι κάτοικοι των Οινουσσών, έτσι κι οι δικοί της γονείς ήταν πλοιοκτήτες, εφοπλιστές. Έτσι η Κατίγκω έζησε μια ζωή γεμάτη ανέσεις. Σπούδασε στα καλλίτερα σχολεία, ταξίδεψε σ' όλα τα μέρη του κόσμου και γενικά δε στερήθηκε τίποτα από τα εγκόσμια αγαθά. Οι γονείς της, όμως, εκτός από την άνεση και την πολυτέλεια, της εμφύτεψαν και μεγάλη πίστη στο Χριστό και την Εκκλησία Του, καθώς και μεγάλη αφοσίωση στην πατρίδα και τις εθνικές παραδόσεις.

Το 1931 παντρεύτηκε τον, επίσης, εφοπλιστή Πανάγο Διαμαντή Πατέρα και από τη συζυγία αυτή προέκυψαν τρία παιδιά: η Καλλιόπη, ο Διαμαντής και η Ειρήνη.

Η οικογένεια ζούσε μια σώφρονα και παραδοσιακή ζωή, με ανθηρή υγεία και με όλα τα χαρακτηριστικά της άνεσης, που παρέχει η πλήρης οικονομική ευχέρεια, ως τη στιγμή, που   αρχηγός της οικογένειας προσβλήθηκε από ανίατη μορφή καρκίνου. Ο Θεός φαίνεται πως επέτρεψε τη δοκιμασία αυτή, για ν' αναδειχτεί έτσι η πίστη κι η προσήλωση στο Χριστό τόσο των ιδίων όσο και της οικογένειας τους. :Από τότε η οικογένεια αφοσιώθηκε με περισσότερο ζήλο και μεγαλύτερη πίστη στο Χριστό.

Η μικρή κόρη, η Ειρήνη, σε μια έξαρση αυτοθυσίας κι αγάπης, ζήτησε από το Θεό με την προσευχή της ν' απαλλαγεί ο αγαπημένος της πατέρας από την θανατηφόρα αρρώστια κι ας μεταφερόταν σε κείνη. Κι ο Θεός με την ανεξιχνίαστη βουλή Του άκουσε την προσευχή της. Κι η μικρή Ειρήνη προσβλήθηκε από την ίδια αρρώστια με τον πατέρα της. Κι ο πατέρας της από τότε και παρά τις δυσοίωνες προβλέψεις των γιατρών, έζησε για πολλά χρόνια ακόμα και κοιμήθηκε το 1966.

Η αρρώστια του Πανάγου Πατέρα και ιδιαίτερα της μικρής Ειρήνης συγκλόνισαν την οικογένεια. Πέρα απ' όλες τις φροντίδες για την ίαση τους, η οικογένεια, με πρωτοστάτη την Κατίγκω, προσέφυγαν με μεγάλη πίστη στο Θεό και ζητούσαν από Εκείνον μόνο βοήθεια και στήριξη. Η δοκιμασία τους έφερνε όλο και περισσότερο κοντά στην Εκκλησία. Γνωρίστηκαν με τους καλλίτερους πνευματικούς της εποχής (δεκαετίες του 1950 και 1960). Ιδιαίτερα από τότε που συνάντησαν τον γέροντα Ιερώνυμο τον Σιμωνοπετρίτη και λίγο αργότερα τον γέροντα Ιερώνυμο της Αίγινας, η Κατίγκω Πατέρα και δι’ αυτής ολόκληρη η οικογένεια της μπήκαν σε άλλη τροχιά.

Η άνετη έπαυλης του Ψυχικού οπού έμεναν, μετατράπηκε σχεδόν σε μοναστήρι. Ηγούμενοι, μοναχοί και πνευματικοί από το Άγιο Όρος κι από την υπόλοιπη Ελλάδα παρήλαυναν καθημερινά σχεδόν από το σπίτι τους. Ομιλίες και κηρύγματα γίνονταν σε ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα μέσα στο σπίτι, με ομιλητές τους πιο σπουδαίους ιεροκήρυκες και πνευματικούς ανθρώπους της εποχής. Δεν υπήρχε γνωστός πνευματικός άνθρωπος τότε, που να μη πέρασε από εκεί, να μη φιλοξενήθηκε και να μη ζητήθηκε η γνώμη κι η συμβολή του στην πνευματική αναγέννηση της οικογένειας, των συγγενών και του ευρύτερου κοινωνικού τους περίγυρου.

Μέσα στο σπίτι είχαν φτιάξει κι ένα εκκλησάκι αφιερωμένο στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, που το είχε εικονογραφήσει ο μακαριστός αγιογράφος και φίλος της οικογένειας Φώτης Κόντογλου. Εκεί γίνονταν καθημερινά ακολουθίες, αλλά και λειτουργίες, οσάκις υπήρχε κοντά τους ιερέας. Η Κατίγκω ιδιαίτερα, αλλά και τα μέλη της οικογένειας της, ζούσαν μυστηριακή ζωή, με συχνή εξομολόγηση, θεία κοινωνία και αγώνα για εσωτερική τελείωση.

Ήταν να θαυμάζει κανείς με την αυταπάρνηση της πραγματικής αρχόντισσας Κατίγκως. Θυσίασε όλα όσα είχε για την αγάπη του Χριστού. Και δεν ήταν λίγα. Τα πλούσια εδέσματα της τ' αντάλλαξε με λιτά φαγητά και κατά τις νηστίσιμες ήμερες με αυστηρή άλαδη νηστεία Αντί τα πολυτελή φορέματα, που φορούσε πριν, τώρα αρκούνταν σ' ένα απλό μαύρο φόρεμα. Τις βραδινές βεγγέρες και τις λοιπές νυκτερινές διασκεδάσεις τις αντικατέστησε με τις πολύωρες ακολουθίες και τις αγρυπνίες. Τα συχνά ταξίδια για λόγους αναψυχής τώρα έδωσαν τη θέση τους σε προσκυνήματα. Δεν άφησε προσκυνήματα και μοναστήρια στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, που να μη τα επισκέφτηκε. Ο Θεός με τα κρίματά Του επέτρεψε ν' αναπαυτεί η μικρή Ειρήνη το 1961 (26 Νοεμβρίου), σε ηλικία 21 ετών. Ακριβώς ένα μήνα νωρίτερα, του Άγιου Δημήτριου, είχε δεχτεί τη μοναχική κούρα, μετονομασθείς Ειρήνη Μυρτιδιώτισσα, από ευλάβεια στην Παναγία Μυρτιδιώτισσα, της οποίας το μοναστήρι στη Χίο βρίσκεται απέναντι από το νησάκι τους, τις Οινούσσες. στο σύντομο βίο της δοκιμάστηκε πολύ, υπόμεινε με μαρτυρική καρτερία τους πόνους και την αρρώστια της κι ο θάνατος της ήταν οσιακός. Κι όταν μετά από τρία χρόνια την ξέθαψαν, το λείψανο της βρέθηκε άφθαρτο. Μετά από αυτό οι ευλαβείς γονείς ανέλαβαν να κάνουν πράξη ένα τάμα, που είχαν κάνει μαζί με τη κόρη τους, όταν κάποτε την επισκέφτηκαν σε μια κλινική στη Ζυρίχη, όπου νοσηλευόταν. Να φτιάξουν ένα μοναστήρι προς δόξαν Θεού. Ήθελαν έτσι να Τον ευχαριστήσουν για τις αμέτρητες δωρεές Του, να Του , αφιερώσουν ένα μικρό μέρος από τον πλούτο, που με τη βοήθεια Του απόκτησαν. Κι έτσι έγινε το πανέμορφο μοναστήρι, ένας σωστός παράδεισος, που σήμερα κοσμεί το νησάκι των Οινουσσών.

Η αρχόντισσα Κατίγκω Πατέρα, μετά το θάνατο και του συζύγου της, που στο μεταξύ είχε καρεί μοναχός κι αυτός κι είχε λάβει το όνομα Ξενοφών, έγινε μοναχή στο μοναστήρι της κι οι μοναχές, που εγκαταβιούσαν εκεί την εξέλεξαν ηγουμένη.

Η γερόντισσα Μαρία Μυρτιδιώτισσα, πέρα από τ' άλλα χαρίσματα της, διακρινόταν από μια πίστη πολύ δυνατή. Δεν είναι υπερβολή να ισχυριστεί κανείς, πως η πίστη της ήταν ικανή «και όρη μεθιστάνειν», όπως είπε κι ο Χριστός. Ήταν μια πίστη στερεή, αψεγάδιαστη, καθαρή σαν διαμάντι, που δε σηκώνει την παραμικρή σκιά. Ό,τι είπε κι ό,τι επέτρεψε ο Θεός, για τη γερόντισσα Μαρία ήταν δώρο Του. Σε καμιά περίπτωση δεν άφησε τον εαυτό της όχι μόνο να γογγύσει, αλλ' ούτε και να σκεφτεί ότι ο Θεός ίσως να μη την άκουσε, Ίσως να ήταν υπερβολικός στις άφθονες δοκιμασίες, που της έστειλε. Δοξολογούσε το Θεό συνέχεια, σε κάθε περίσταση, όσο λυπηρά κι αν ήταν τα γεγονότα, που αντιμετώπιζε. Δοξάζοντας το Θεό δέχτηκε την είδηση του θανάτου της νεαρής κόρης της, με δοξολογίες προέπεμψε και το μοναχό Ξενοφώντα, τον πρώην σύζυγο της. Άλλα και τις άλλες σκληρές δοκιμασίες, που δέχτηκε στη συνέχεια, το θάνατο της πρωτότοκης κόρης της Καλλιόπης σε ηλικία 47 ετών και, λίγο αργότερα, του μοναχογιού της Διαμαντή, επίσης στην ηλικία των 47 ετών, τις αντιμετώπισε με ιώβεια υπομονή. «Δόξα τω Θεώ», ήταν η απάντηση στο θλιβερό άγγελμα του θανάτου τους. Κι όταν πάνω στο νεκροκρέβατο του γιου της κάποια ξαδέλφη της τόλμησε ν' αναρωτηθεί, γιατί ο Θεός επέτρεψε να πεθάνει τόσο νέο το παλικάρι, η ηρωίδα μάνα απάντησε:

—Άκουσε Κατίνα. Ο Θεός ούτε λαθεύει ούτε αδικεί. Κατάλαβες;

Κι ο λόγος της ήταν ομολογιακός, γεμάτος παρρησία, δε σήκωνε αντιρρήσεις. Η παραμικρή υποψία, πως Ίσως τα γενόμενα να μη ήταν σωστά, για την πιστή γερόντισσα ήταν σαν αμφιβολία στην πρόνοια του Θεού, ισοδυναμούσε με βλασφημία στην παντοδυναμία και την πανσοφία Του.

Σε θέματα που αφορούσαν στην πίστη δε γνώριζε υποχωρήσεις. Όπου κι αν βρισκόταν, οποίος κι αν ήταν μπροστά της, όταν ένιωθε ή άκουγε το παραμικρό που νόμιζε πως αλλοίωνε το πιστεύω της, θα επενέβαινε, για να διορθώσει τα πράγματα. Κάποτε σε μια δίκη ο συνήγορος της, προφανώς, για να δημιουργήσει καλές εντυπώσεις για την πελάτισσα του, είπε απευθυνόμενος στο προεδρείο:

—Η γυναίκα αυτή, κ. πρόεδρε, είχε την ατυχία να χάσει σε νεαρή ηλικία την κόρη της... Σ' αυτό το σημείο και αγνοώντας τους δικονομικούς κανόνες, η δυναμική Κατίγκω παρεμβαίνει:

—Όχι, κ. δικηγόρε, δεν είχα καμιά ατυχία. Ό,τι δίνει ή επιτρέπει ο Θεός, δεν είναι ατυχία αλλά δώρο δικό Του.

Και βέβαια την ακλόνητη πίστη της την συνόδευαν και τα έργα της πίστης. Το χέρι της ήταν πάντα ανοιχτό, για να δίνει. Δωρεές γενναίες σε θρησκευτικούς συλλόγους και σε οργανώσεις χριστιανικές, σε μοναστήρια κι εκκλησίες δίνονταν αφειδώς και χωρίς τυμπανοκρουσίες, ανώνυμα. Όποιος φτωχός κι άπορος την πλησίαζε, θα 'χε κι αυτός το μερτικό του από το γενναιόδωρο χέρι της. Όπου άκουγε ότι υπήρχε ανάγκη, έσπευδε, δεν έμενε ασυγκίνητη. Την ένοιαζε όλος ο κόσμος. Από τα πέρατα της οικουμένης της τηλεφωνούσαν ή της έγραφαν, για να της ζητήσουν πνευματική ή υλική στήριξη. Κι εκείνη πάντα πρόθυμη να συμπαρασταθεί το κατά δύναμη. Ο λόγος της ήταν φλογερός, έδινε πάντα θάρρος, ελπίδα, ενέπνεε την πίστη. Δεν άφηνε περιθώρια για απελπισία κι απογοήτευση. 0πλο ακαταμάχητο είχε τη δική της πίστη. Συνήθιζε να λέει, οπού έβλεπε ίχνη αμφιβολίας κι απιστίας:

—Με αυτά που έπαθα εγώ, αν δεν είχα τον Χριστό μου, θα 'πρεπε να βρίσκομαι ή στο τρελοκομείο ή στον τάφο. Τι άλλο μου έμεινε να πάθω; Έχασα την μικρή μου κόρη, έπειτα τον άντρα μου, στη συνέχεια και τ' άλλα δύο μου παιδιά. Αρρώστιες βαριές και ανίατες, βάσανα και στενοχώριες με συνόδευαν σ' όλη μου τη ζωή. Δόξα τω Θεώ όμως. Ο Ιώβ έπαθε περισσότερα, μα δεν έπαψε ποτέ να δοξολογεί το Θεό.

Η υπομονή της ήταν πραγματικά ιώβεια. Τηρουμένων των αναλογιών δοκίμασε κι εκείνη όλα τα βάσανα του Ιώβ.  Για την αγάπη του Χριστού τα 'δωσε όλα κι έφτασε στο σημείο η εφοπλίστρια αρχόντισσα να επαιτεί, για τη συντήρηση του μοναστηριού της. Το μόνο που δεν έχασε ποτέ, ήταν η βαθιά ριζωμένη πίστη της, που την ωθούσε διαρκώς σε δοξολογία Θεού.

Ο Θεός την αξίωσε να φτάσει σε βαθύ γήρας. Μια Βαθιά ταπείνωση, που κρυβόταν μέσα της όλ' αυτά τα χρόνια από το βάρος της εξουσίας και των πρωτοβουλιών, που ήταν αναγκασμένη να παίρνει, άρχισε να βγαίνει στην επιφάνεια και να εκδηλώνεται προς τις αδελφές της μονής. Ελεεινολογούσε τον εαυτό της, έλεγε πως ήταν υπερήφανη, επειδή μια ζωή είχε συνηθίσει να διατάζει. Και τώρα, πως θα παρουσιαζόταν στο Χριστό με τέτοιο εγωισμό; Κι αυτό το επαναλάμβανε συνέχεια. Ζούσε έτσι σε μια κατάσταση διαρκούς μετάνοιας. Κι η κατάσταση αυτή της έφερνε γαλήνη, την ειρήνευε. Είχε αποκτήσει στα τελευταία της μια παιδική απλότητα. Είχε ωριμάσει πνευματικά φαίνεται κι ήταν έτοιμη ν' αναχωρήσει από τα εγκόσμια, για να συναντήσει τον Χριστό μας, Εκείνον, που αγάπησε όσο τίποτε άλλο στον κόσμο και για χάρη του Όποιου είχε θυσιάσει τα πάντα.

Μετά από σύντομη σχετικά ασθένεια αναχώρησε ήρεμα για τη Βασιλεία των ουρανών, συνοδευόμενη από την ολόθυμη αγάπη των μοναζουσών, που την είχαν σαν πραγματική τους μητέρα, όπως και την αποκαλούσαν. Το κενό που άφησε στο μοναστήρι αλλά και σ' όσους καλότυχους έτυχε να την γνωρίσουν είναι πραγματικά μεγάλο, δυσαναπλήρωτο. Ήταν από τους τελευταίους, αν όχι η τελευταία, που κλείνει μια σειρά από σπουδαίους ανθρώπους, που ήξεραν να τα δίνουν όλα στο Θεό, χωρίς προϋποθέσεις, χωρίς κρατούμενα, χωρίς υστεροβουλίες, χωρίς επιφυλάξεις. Η μνήμη των έργων και του βίου της θα μείνει αιώνια. Την ανάπαυση, που ποτέ δε γνώρισε σ' αυτή τη ζωή, πιστεύουμε πως ο δικαιοκρίτης Θεός θα της χαρίσει πλούσια στην άλλη, την αληθινή ζωή.

Η κηδεία της ήταν πάνδημη. Συγγενείς και γνωστοί έφτασαν απ' όλο τον κόσμο, για να συνοδέψουν το σκήνωμα της στην τελευταία του κατοικία. Όλοι ήταν γεμάτοι θλίψη, μα και μια θεία παρηγοριά κυριαρχούσε μέσα τους. Ήταν το φαινόμενο της χαρμολύπης, που μια ζωή βίωνε η ίδια και τώρα την μετέδιδε και στους δικούς της ανθρώπους, που πήγαν να την χαιρετήσουν. Κι αξίζει να σημειωθεί πως ο Θεός έδειξε τη χάρη Του στην πιστή δούλη Του. Μετά από δύο μέρες, που έγινε η κηδεία της το σώμα της δεν παρουσίαζε κανένα σημείο φθοράς, δεν είχε χάσει καθόλου την ευκαμψία του. Το χέρι της, που το ασπάζονταν όλοι, ήταν τελείως μαλακό, σαν ζωντανό, ούτε καν την κρυάδα του θανάτου δεν είχε.

Οι ευχές κι οι πρεσβείες της ελπίζουμε πως θα σκεπάζουν και θα προστατεύουν το αγαπημένο της μοναστήρι και τους λοιπούς γνωστούς της. Ας είναι αιωνία η μνήμη της!
πηγή Ο.Ο.Δ.Ε

Πέμπτη 25 Ιουνίου 2015

Ἐκοιμήθη ἡ Γερόντισσα Παρασκευὴ στὴν Λάρισα



site analysis



ΤΙΣ πρῶτες μεταμεσονύκτιες ὧρες τοῦ Σαββάτου, 31.5/13.6.2015, ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ πλήρης ἡμερῶν, 92 ἐτῶν, στὸ Πανεπιστημιακὸ Νοσοκομεῖο τῆς πόλεως, ἡ Γερόντισσα Παρασκευὴ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Παρασκευῆς Λαρίσης, μία ἐξέχουσα μορφὴ στὴν τοπικὴ κοινωνία καὶ εὐρύτερα γιὰ τὴν πίστι καὶ ἀρετή της.
 
gerontissaparaskevi
Μία ἐμπλοκὴ στὴν βεβαρυμένη ὑγεία της ἐξ αἰτίας γαστρεντερίτιδας, ἀνάγκασε τὶς Ἀδελφὲς Μοναχὲς τοῦ Μετοχίου τῆς Μονῆς στὴν πόλι τῆς Λαρίσης, ἤτοι τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὅπου ἡ Γερόντισσα διέμενε, νὰ τὴν διακομίσουν στὸ νοσοκομεῖο δώδεκα ἡμέρες νωρίτερα.

Τὸ ἀπόγευμα τῆς Παρασκευῆς, λίγες ὧρες πρὸ τῆς μακαρίας ἐκδημίας της, κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων ἀπὸ τὸν μεταβάντα πρὸς τοῦτο Αἰδεσιμ. π. Βασίλειο Ἀθάνατο. Ἐνῶ ἦταν σὲ καταστολή, εἶχε ἀνοίξει τοὺς ὀφθαλμούς της καὶ ἔλαβε μὲ λαχτάρα ἐντὸς τῆς ἁγιασμένης ὑπάρξεώς της τὸν Κύριο καὶ Θεό μας, τὸν Ὁποῖον ὑπηρέτησε ἐκ νεότητος μετὰ ζήλου καὶ ἀκριβείας καθ’ ὅλη τὴν μακρὰ βιοτή της.

Δίδουσα εὐχὲς καὶ εὐχαριστοῦσα, παρέδωσε τὶς πρῶτες πρωϊνὲς ὧρες τοῦ Σαββάτου τὴν ψυχή της στὸν Δημιουργὸ καὶ Πλάστη της, ἐντελῶς ἀνώδυνα, γιὰ νὰ ἀναπαυθῆ ἐκ τῶν κόπων της.

Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς δωδεκαημέρου παραμονῆς της στὸ νοσοκομεῖο, ὅπως καὶ μετὰ τὴν Κοίμησί της, δὲν ἀνέδιδε κάποια δυσοσμία, ἀντίθετα ἐξέπεμπε εὐωδία, αἰσθητὴ στοὺς πιστοὺς ἀκόμη καὶ κατὰ τὴν Ἐξόδιο Ἀκολουθία της τὸ μεσημέρι τῆς Κυριακῆς, ἐνῶ τὸ σεπτὸ Σκήνωμά της παρέμενε σὲ πλήρη εὐλυγισία.

Εἶχε μεταφερθῆ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου στὸν Μετοχιακὸ Ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ἀπὸ ὅπου διῆλθαν ἀναρίθμητοι ἄνθρωποι γιὰ νὰ ἀποδώσουν τὴν εὐλαβική τους προσκύνησι τιμῆς στὸ Λείψανο μιᾶς ἐκλεκτῆς ψυχῆς, μὲ Χάρι Θεοῦ.

Μετὰ τὴν Θεία Λειτουργία τῆς Κυριακῆς, 1/14.6.2015, ἐψάλη ἡ Ἐξόδιος Ἀκολουθία της ἀπὸ τὸν οἰκεῖο Ἱεράρχη Σεβασμ. Μητροπολίτη Λαρίσης κ. Ἀθανάσιο καὶ Κληρικούς, παρουσίᾳ μεγάλου πλήθους κόσμου. Ὁ Σεβασμιώτατος ὡμίλησε ἐν ὀλίγοις περὶ τῆς μεταστάσης, ἐνῶ ὡραῖο καὶ συγκινητικὸ λόγο περὶ αὐτῆς ἀπηύθυνε ἡ δασκάλα καὶ κατηχήτρια Δέσποινα Στραβοκώστα ἀπὸ τὴν Ἐλασσόνα.

Κατόπιν τοῦ πολυ-ώρου τελευταίου ἀσπασμοῦ ἀπὸ τὸ ἀναρίθμητο πλῆθος τῶν πιστῶν, ἡ Σορὸς τῆς ἀοιδίμου Γεροντίσσης ἐτάφη στὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, πλησίον τῆς πόλεως τῆς Λαρίσης στὴν θέσι Λατίνια.

***
 μακαριστὴ Γερόντισσα Παρασκευή, κατὰ κόσμον Σωτηρία Βαζιτάρη/Θεοδωροπούλου, γεννήθηκε στὴν Λάρισα στὶς 6.8.1923, τῆς Μεταμορφώσεως, τὸ προηγούμενο ἔτος τῆς ἀλλαγῆς τοῦ Ἡμερολογίου. Ἦταν ἀπόφοιτος Γυμνασίου τῆς ἐποχῆς ἐκείνης καὶ γνώριζε τὴν γαλλικὴ γλῶσσα.

Σὲ ἡλικία 18 ἐτῶν, τὸ 1941, σχετίσθηκε μὲ τὸν Ἱερὸ Ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου στὴν Λάρισα, καθοδηγουμένη ὑπὸ τοῦ Γέροντος Ἀρχιμ. π. Ἀρσενίου Θεοδωροπούλου, ἀπὸ τὸν ὁποῖον μετὰ μικρὸ διάστημα ἐκάρη Μεγαλόσχημος Μοναχὴ μὲ τὸ ὄνομα Παρασκευή.

Διέμενε στὸν Μετοχιακὸ Ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων μὲ θυσιαστικότητα, συνδυάζουσα Μοναχικὴ ἀκρίβεια καὶ ἄσκησι, διακονία λειτουργικὴ (εἶχαν καθημερινὰ Θεία Λειτουργία καὶ αὐτὴ ἔψαλε), καὶ ὑποδειγματικὴ ὑπηρεσία τοῦ πλησίον.

πέδειξε ἀκλόνητη καρτερία, ὑπακοὴ καὶ ὑπομονή. Ὁ Γέροντας Ἀρσένιος τῆς ἔβαζε γιὰ μικρὰ παραπτώματα μεγάλους «κανόνες» ἕως καὶ χιλίων (1000) μετανοιῶν (!), καὶ αὐτὴ ἡ μακαρία τοὺς ἐπιτελοῦσε μετὰ χαρᾶς, χωρὶς νὰ χάνη καθόλου τὴν πίστι καὶ εὐλάβειά της στὸν κατὰ Θεὸν Ὁδηγὸ καὶ Πνευματικό της πατέρα.

Τὸ 1965, μετὰ τὴν ἐκδημία τῆς Καθηγουμένης τῆς Μονῆς Ἐλισάβετ, μιᾶς ἀγωνιστρίας καὶ ἀσκητρίας Μοναχῆς, ἡ Μοναχὴ Παρασκευὴ ὡρίσθηκε νέα Καθηγουμένη, 42 ἐτῶν τότε, τῶν γηραιοτέρων Ἀδελφῶν παραιτηθεισῶν ὑπὲρ αὐτῆς. Καὶ ἔμελλε γιὰ 50 ἀκριβῶς ἔτη, ἐπὶ μισὸν αἰῶνα, νὰ διαπρέψη στὴν ἀνακαίνισι τῆς Μονῆς καὶ τοῦ Ναοῦ, στοὺς ἀγῶνες γιὰ τὴν Ἀκαινοτόμητη Πίστι καὶ τὴν Ἀρετή, ὡς καὶ στὴν ποικιλότροπη συμπαράστασι τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.

ταν ἄνθρωπος ἐγνωσμένης Ταπεινώσεως, εἶχε μεγάλη καὶ ἀπροσμέτρητη Ἀγάπη, Ἀγαθότητα, Συμπόνια, Προσευχή. Ἀγωνιζόταν νυχθημερὸν στὸ ἄθλημα τῆς Νοερᾶς Προσευχῆς, ἐν κρυπτῷ, καὶ εἶχε πάντοτε πηγαία χαρά, ἀπὸ τὴν κοινωνία καὶ ἕνωσί της μὲ τὸν ἠγαπημένο Νυμφίο Χριστό. Γι’ αὐτὸ καὶ μετέδιδε πλοῦτο θεοσόφων συμβουλῶν, ἀλλὰ καὶ ἀνέβλυζε ἀπὸ τὴν ὅλη ὕπαρξί της θεία παρηγορία στοὺς πονεμένους, οἱ δὲ προσευχές της εἶχαν ὁμολογουμένως θαυμαστὰ ἀποτελέσματα.

 Ἐλεημοσύνη της, ὑλικὴ καὶ πνευματική, τὴν εἶχε καταστήσει Μητέρα εὐλογίας καὶ ἀγάπης, ὥστε πλῆθος προσκυνητῶν νὰ βρίσκουν σωματικὴ καὶ ψυχικὴ ἀνακούφισι στὴν Μονὴ καὶ στὸ Μετόχι στὴν Λάρισα.

Εἶναι χαρακτηριστικὸ καὶ ἀξιοσημείωτο, ὅτι ἡ δική της συμβουλὴ καὶ προτροπή, κατόπιν πολλῆς καὶ θερμῆς προσευχῆς, βάρυνε ἰδιαίτερα προκειμένου τὸ 2008 ὁ Σεβασμ. Λαρίσης κ. Ἀθανάσιος μετὰ τοῦ τοπικοῦ Κλήρου καὶ Λαοῦ νὰ ἐνταχθῆ στὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας μας, πρὸς ἐκπλήρωσιν τοῦ ἀγαθοῦ τῆς Ἑνότητος καὶ Ἀγάπης ἐν Ἀληθείᾳ.
 
gerontissaparaskevi1

θεωρεῖτο ἰδιαίτερη εὐλογία ἡ γνωριμία καὶ συναναστροφὴ μαζί της, ἔστω καὶ ἐπ’ ὀλίγον, ἀκόμη καὶ στὰ γηρατειά της, ἐφ’ ὅσον ἡ γλυκειὰ καὶ φωτεινὴ μορφή της ἦταν μία ἀποκάλυψις, μία παρηγορία, μία ἔμπνευσις καὶ μία ἐνίσχυσις, ἀλλὰ καὶ ἕνας ἔλεγχος.

Οἱ εὐχὲς ὅλων ὁ Κύριός μας νὰ τῆς χαρίζη ἀνάπαυσι εἶναι διάπυρες, ὥστε ἀπὸ τοὺς Οὐρανοὺς νὰ συνεχίση νὰ βοηθῆ Μητρικῶς, ἐν Ἀγάπῃ, τὴν ἀπορφανισθεῖσα Ἀδελφότητα τῆς Μονῆς της, τοὺς πιστούς, τὴν τοπικὴ Ἐκκλησία ἀλλὰ καὶ γενικὰ τὴν Γνήσια Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, ὅπως καὶ εὐρύτερα τὸν κόσμο ἅπαντα.

Εἴθε νὰ ἔχουμε τὴν ἁγία εὐχὴ καὶ προσευχή της!